Εάν η ελπίδα αποτελεί κινητήρια δύναμη, τότε θα απέφευγα με κάθε κόστος μια απλουστευμένη εκδοχή της. Διότι κάθε μέρα που ξημερώνει θα μας υπενθυμίζει όλο και πιο δηκτικά πόσο απροστάτευτοι είμαστε. Το πρόβλημα δεν θα χτυπήσει απλώς αλλά θα γκρεμίσει του κουφού την πόρτα. Το μόνο που θα λάμψει στα απελπισμένα κελεύσματα για έναν προστάτη θα είναι η παιδαριώδης αφέλεια του να πιστεύουμε σε μαγικά ραβδιά και αόρατα χέρια. Το άγχος θα γίνει η νέα επιδημία, μια επιδημία που θα σκοτώνει πολύ προτού επιφέρει τον θάνατο. Γι’ αυτό και όσοι εκτιμούν το αύριο με γνώμονα το σήμερα θα φορτωθούν με το επιπρόσθετο βάρος της έκπληξης καθώς οι νεφελοκοκυγγίες τους θα καταρρέουν.
Αλίμονο ωστόσο εάν εναπόθετα τις ελπίδες μου στους θιασώτες εκείνων που θεσπίζουν τη μιζέρια και κανονικοποιούν την πτώση σε κάθε επίπεδο. Όσους αρέσκονται σε αερολογίες που βρίθουν κλισέ εκφράσεων υπερ πατρίδος, όσους διεγείρονται στην ιδέα της ανωτερότητας και όσους ορέγονται έναν πατριαρχικό δείκτη, εστιασμένο και σμιλευμένο μέχρι αηδίας από τους τηλεοπτικούς και ψηφιακούς δέκτες τους για να τους υποδείξει πώς θα ζήσουν. Δηλώνω ευθαρσώς ότι είναι άξιοι της δυσοίωνης μοίρας τους. Μιας μοίρας που δυστυχώς συμπαρασύρει και τους υπόλοιπους.
Ούτε όμως τρέφω κάποια προσδοκία για ενήλικες με ατροφικά ιδεώδη. Για ανθρώπους -όπως εκλάβουν την έλλειψη του υποκοριστικού ως μεγαλοψυχία- που λειτουργούν μηχανικά, σαν προγραμματισμένα μυρμήγκια, δίχως την σπίθα της περιέργειας, όσο η εναπομείνασα συνείδησή τους προσπαθεί να γεμίσει το μετά βίας αισθητό κενό της πνευματικής τους ένδειας με φλυαρία, σαχλή ψυχαγωγία, κουτσομπολιό, μίσος και ίντριγκες. Έκαστος στο είδος του και ο πολίτης μακριά από την πολιτική. Κάποιο βαρύγδουπο σημασιολογικό λάθος πρέπει να διεπράχθη εις τους αιώνες και τούτες οι δυο λέξεις ομοιάζουν τόσο πολύ. Θα ήμουν τουλάχιστον ανόητος εάν στοιχημάτιζα στην ανάνηψη κάποιου κοντόφθαλμου και παραιτημένου πνεύματος.
Η ελπίδα μου δεν μπορεί παρά να είναι ανορθόδοξη και οι βάσεις της εξ ορισμού ρευστές. Γιατί έτσι μόνο μπορεί μια ελπίδα να γλιστρά ανάμεσα στα χαλάσματα των καιρών. Ο μεγαλύτερος εχθρός της αλλαγής δεν είναι μήτε η ανοησία μήτε η αδιαφορία. Άλλωστε, ο φαινομενικά ανίκητος συνδυασμός αυτών των δυο δεν αποτέλεσε παρά ανεπαρκή φραγμό μπροστά στα αλλεπάλληλα κύματα διεκδικήσεων και την ορμητική εξάπλωση ιδεών που μετουσιώθηκαν σε κοινωνικοπολιτικές αλλαγές στο ρου της ιστορίας. Ο μεγαλύτερος εχθρός της αλλαγής είναι ο φόβος. Η ατελείωτη διαδοχή των ανατριχιαστικών σεναρίων που η σκληρή πραγματικότητα δεν θα διστάσει να πραγματώσει. Ύστερα από συνεχείς χαμένες μάχες, η αφοσίωση στη διεκδίκηση μετουσιώνεται από πράξη παραδοσιακά ηρωϊκή σε παράτολμη. Ο συμβιβασμός με ένα δυστοπικό ενδιάμεσο είναι θελκτικός καθώς όχι μόνο αποτρέπει τη βάναυση τιμωρία αλλά αποτελεί -ειρωνικά- δείκτη κοινωνικής ωριμότητας. Το κόστος της απραγίας, αν και βίαιη ώθηση για την ανάληψη ενός ρίσκου, ελάχιστα μπορεί να συνεισφέρει έναντι ενός συστήματος που διδάσκει την αβοηθησία και παραδειγματίζει ανελλιπώς ώστε η φλόγα του φόβου να συνεχίζει να θρέφεται. Η απελπισία χάνει τη διττή της φύση και εξισώνεται αποκλειστικά με την παραίτηση. Είναι η ζυγισμένη σιωπή των φρονίμων, των πνευματικά αλλά δυστυχώς και κυριολεκτικά φρονίμων η ζωτική αρτηρία στην έκφυλη καθεστηκυία ισορροπία.
Ίσως λοιπόν ο αναπόφευκτος στοχασμός πάνω στο δίλημμα βίωσης και επιβίωσης και η διαβρωτική κενότητα που γιγαντώθηκε μέσα από τις απαγορεύσεις και τον εγκλεισμό, να γέννησε μια μικρή, αδιόρατη ρωγμή. Μια ρωγμή που θα ωριμάσει και θα εξαπλωθεί ώσπου τελικά θα σπάσει τη σιωπή των φρονίμων. Ο θάνατος προβλήθηκε τόσο πολύ που μαζί με τον φόβο καλλιεργήθηκε μια λανθάνουσα εξοικείωση. Η δίψα για ζωή, με όλους τους κινδύνους και τις ομορφιές που αυτή συνεπάγεται, δυναμώνει. Η εξίσωση αλλάζει και κάθε δυσμενής έκβαση μπορεί παραδόξως να μας φέρνει πιο κοντά στην πολυπόθητη αλλαγή.