Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2025

Η «τεμπελιά» ξεκινά από τον εγκέφαλο



 ΟΛΟΙ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ με πολύ διαφορετικά επίπεδα προθυμίας και κινητοποίησης. Μερικοί θα κάνουν το κάτι παραπάνω σε κάθε προσπάθεια, άλλοι δεν μπαίνουν καν στον κόπο να καταβάλλουν οποιαδήποτε προσπάθεια. Τι κρύβεται πίσω από αυτήν τη διαφορά; Οι περισσότεροι από εμάς θα την αποδώσουμε πιθανώς σε ένα μείγμα ιδιοσυγκρασίας, περιστάσεων, ανατροφής ή ακόμα και αξιών. Ωστόσο, η έρευνα σε ασθενείς με εγκεφαλικές διαταραχές αμφισβητεί αυτές τις υποθέσεις, αποκαλύπτοντας τους μηχανισμούς που υποθάλπουν την κινητοποίηση. Όταν αυτά τα συστήματα δυσλειτουργούν, άτομα που κάποτε έμοιαζαν πολύ κινητοποιημένα μπορούν να γίνουν παθολογικά απαθή.

Για παράδειγμα, στην κλινική μου, έβλεπα έναν νεαρό άνδρα, τον Ντέιβιντ, ο οποίος ήταν πολύ επιτυχημένος και δραστήριος στην εταιρεία που εργαζόταν, ξαφνικά όμως έχασε το ενδιαφέρον του τόσο για τη δουλειά του όσο και για τους ανθρώπους γύρω του. Τελικά, απολύθηκε, εξέλιξη στην οποία αντέδρασε με απόλυτη αδιαφορία. Δεν μπήκε καν στον κόπο να κάνει τα χαρτιά του για επίδομα ανεργίας. Βλέποντας ότι δεν μπορούσε να πληρώσει το ενοίκιό του, οι φίλοι του του πρόσφεραν ένα δωμάτιο στο σπίτι τους. Σύντομα το μετάνιωσαν. Δεν έκανε τίποτα όλη μέρα, απλώς περίμενε τους φίλους του να γυρίσουν σπίτι για να του μαγειρέψουν. Ο γιατρός του του χορήγησε αντικαταθλιπτικά, αλλά δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα.

Όταν τα βασικά γάγγλια δεν λειτουργούν σωστά, οι άνθρωποι δεν αναλαμβάνουν δράση, παρόλο που είναι σε θέση να το κάνουν, αν τους ζητηθεί.

Ο Ντέιβιντ όμως δεν ήταν καταθλιπτικός. Στην πραγματικότητα, ήταν αρκετά ευτυχισμένος. Αφού εξετάσαμε πιο προσεκτικά την περίπτωσή του, ανακαλύψαμε ότι η αιτία ήταν στην πραγματικότητα δύο μικροσκοπικά εγκεφαλικά επεισόδια, ένα σε κάθε πλευρά του εγκεφάλου. Αυτά εντοπίστηκαν στα βασικά γάγγλια, πυρήνες που είναι ζωτικής σημασίας για τη συμπεριφορά. Έρευνες σε ζώα και ανθρώπους έχουν δείξει ότι αυτά συνδέουν τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας με τις ενέργειές μας. Όταν δεν λειτουργούν σωστά, οι άνθρωποι δεν αναλαμβάνουν δράση, παρόλο που είναι σε θέση να το κάνουν, αν τους ζητηθεί. Ο Ντέιβιντ, για παράδειγμα, μπορούσε να βγάλει τα σκουπίδια ή να καθαρίσει το σπίτι, αν του το ζητούσαν. Αλλά όταν αφηνόταν στην τύχη του, δεν έκανε τίποτα. Μελέτες σε άτομα που αναπτύσσουν έντονη απάθεια έχουν δείξει ότι πολλά από αυτά απλώς δεν βρίσκουν ικανοποιητική την επιβράβευση από την ανάληψη δράσης. Η προσπάθεια δεν φαίνεται να αξίζει το πιθανό όφελος.

 

Σε ορισμένους ασθενείς τα φάρμακα που ενισχύουν το σύστημα ντοπαμίνης στον εγκέφαλο μπορούν να αποκαταστήσουν την κινητοποίηση. Η ντοπαμίνη διαδραματίζει βασικό ρόλο στο σύστημα ανταμοιβής του εγκεφάλου –ενώ παλαιότερα οι νευροεπιστήμονες πίστευαν ότι ήταν μια χημική ουσία που σχετιζόταν με την απόλαυση, πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι προκαλεί την «επιθυμία»–, παροτρύνοντας τους ανθρώπους να αναζητούν τα αποτελέσματα που θεωρούν ως ικανοποιητική ανταμοιβή. Ο Ντέιβιντ θεραπεύτηκε με αυτόν τον τρόπο: τα επίπεδα κινήτρου του ανέβηκαν ξανά μετά τη λήψη ενός φαρμάκου που διεγείρει τους υποδοχείς ντοπαμίνης στον εγκέφαλο. Χάρη σε αυτό, κατάφερε να βρει μια νέα δουλειά, να γίνει ανεξάρτητος, ακόμα και να βρει σύντροφο, κάτι που δεν θα είχε ποτέ το κουράγιο να κάνει όταν βρισκόταν σε κατάσταση πλήρους απάθειας.

Τα διδάγματα από ασθενείς όπως ο Ντέιβιντ μπορούν να εφαρμοστούν σε υγιείς ανθρώπους που βιώνουν απάθεια. Στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης σκανάραμε τους εγκεφάλους φοιτητών με αντίθετα επίπεδα κινητοποίησης –από εξαιρετικά πρόθυμους έως βαριά απαθείς–  και βρήκαμε σημαντικές διαφορές. Αυτό, από μόνο του, δεν προκαλεί έκπληξη. Υπάρχει φυσική ποικιλία σε όλα τα βιολογικά συστήματα, η οποία μας κάνει αυτό που είμαστε, ανάλογα με τις γενετικές καταβολές και το περιβάλλον μας. Παρατηρήσαμε, ωστόσο, ότι οι περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την κινητοποίηση λειτουργούσαν πιο έντονα στους πιο απαθείς, όταν τους ζητήσαμε να αποφασίσουν αν μια συγκεκριμένη ενέργεια άξιζε τον κόπο.

Ένα επαναλαμβανόμενο εύρημα σε άτομα με απάθεια είναι ότι, σε αντίθεση με τα πιο κινητοποιημένα άτομα, δεν είναι διατεθειμένα να καταβάλλουν προσπάθεια όταν η ανταμοιβή φαίνεται μικρή. Ο εγκέφαλός τους πρέπει να εργαστεί περισσότερο για να καταλήξει σε μια απόφαση – και η επίπονη σκέψη είναι αποτρεπτική, κάτι που τείνουμε όλοι να αποφεύγουμε, αν μπορούμε. Έτσι, το να αποφασίσουν αν κάτι αξίζει τον κόπο φαίνεται να είναι πιο δύσκολο για τους απαθείς ανθρώπους, με αποτέλεσμα να αποφεύγουν εντελώς τη λήψη αποφάσεων. Όταν καλούνται να επιλέξουν αν θα κάνουν κάτι, τείνουν να λένε απλώς «όχι».

 

Τι σημαίνει αυτό για τους υποτιθέμενους τεμπέληδες ή τους φίλους και τους αγαπημένους τους, που μπορεί να επιθυμούν μια αλλαγή στάσης; Το πιο πιθανό είναι ότι η επίπληξη –λες και η απάθεια είναι ηθική επιλογή– δεν θα έχει κανένα αποτέλεσμα. Αντ' αυτού, οι ερευνητές επικεντρώνονται στην απροθυμία των ατόμων αυτών ακόμα και να σκεφτούν πόσο αποτελεσματική μπορεί να είναι μια δραστηριότητα.

Ένας πρακτικός τρόπος για να το παρακάμψει κανείς αυτό είναι να φτιάξει ένα πρόγραμμα για την ημέρα ή την εβδομάδα του. Κάτι τέτοιο προσφέρει μια δομημένη ρουτίνα που μειώνει το βάρος του να σκέφτεστε συνεχώς αν κάθε δραστηριότητα αξίζει τον κόπο. Κάντε τις επιλογές που χρειάζεστε εκ των προτέρων, ώστε να μην ασχολείστε συνέχεια. Ιδανικά, ορισμένες από αυτές τις δραστηριότητες θα πρέπει να έχουν σημασία για σας προσωπικά και να οδηγούν σε ένα αίσθημα πλήρωσης ή ευχαρίστησης. Αυτό μπορεί να κάνει την ανταμοιβή να φαίνεται μεγαλύτερη – κάτι που με τη σειρά του καθιστά την απόφαση να πείτε «ναι» την επόμενη φορά πολύ πιο εύκολη.  

Επιπλέον, αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι η σωματική άσκηση μπορεί να έχει θετική επίδραση στην απάθεια. Η αεροβική τρεις φορές την εβδομάδα για 40-60 λεπτά, τα μαθήματα χορού ή ακόμα και το έντονο περπάτημα μπορούν να βελτιώσουν την κινητοποίηση, πιθανώς μέσω της επίδρασης στο σύστημα ντοπαμίνης του εγκεφάλου. Εξωτερικά ερεθίσματα, όπως οι ειδοποιήσεις των smartphones ή οι οπτικές υπενθυμίσεις (για παράδειγμα, η τοποθέτηση των παπουτσιών για τρέξιμο δίπλα στην πόρτα ως υπενθύμιση να πάτε στο γυμναστήριο ή για τρέξιμο), μπορούν επίσης να σας παρακινήσουν σε δράση.

Ο τελικός στόχος αυτού του είδους των παρεμβάσεων είναι να συνεργαστούμε με τον εγκέφαλο, αξιοποιώντας όσα έχουμε ανακαλύψει για τις ρίζες της απάθειας – εν μέρει μέσω της κατανόησης ασυνήθιστων περιπτώσεων όπως αυτή του Ντέιβιντ. Το κλειδί για την αλλαγή της καθημερινής συμπεριφοράς είναι να αξιολούμε το κόστος (προσπάθεια) και τα οφέλη (ανταμοιβές), μια συνήθεια που δεν είναι τόσο δύσκολο να τηρούμε. Αυτό μας κάνει να ελπίζουμε ότι ακόμα και οι πιο απαθείς μπορούμε να περάσουμε από το αυθόρμητο «όχι» στην πιθανότητα να πούμε «ναι».

https://www.msn.com/el-gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου