Οι εύκολες ερμηνείες είναι βέβαιον ότι οδηγούν σε επικίνδυνες ατραπούς. Οι μηχανισμοί της ετερογονίας των σκοπών στην ιστορία αναλύονται συγκεκριμένα μόνο με βάση μια εκτεταμένη γνώση της ιστορίας και μια κοινωνιολογική παιδεία ικανή να αξιολογήσει ιστορικό υλικό αντλημένο με τέτοιον τρόπο.
Η εύκολη έως και χυδαία μεθοδολογικά κατηγοριοποίηση των όλων και περισσότερο διογκούμενων κοινωνικών διεργασιών στις χώρες της αναπτυγμένης Δύσης (με τελευταίο παράδειγμα τις ογκώδεις αντιμεταναστευτικές διαδηλώσεις στο Λονδίνο, που πραγματοποιήθηκαν στην σκιά της δολοφονίας του Τσάρλι Κερκ) με αφορισμούς του τύπου “εθνικολαϊκισμός”, όρος που στην εποχή μας χρησιμοποιείται σαν το μοναδικό κλειδί που λύνει όλα τα σύγχρονα θεωρητικά και κοινωνικά προβλήματα, δεν προσφέρει απολύτως καμία θεωρητική ερμηνεία του τι πραγματικά διακυβεύεται εκεί στον πυρήνα των κοινωνικών διεργασιών.
Παράλληλα, επιτρέπει στις πολιτικές ελίτ να συνεχίζουν να αδιαφορούν, εξακολουθώντας να ασκούν τις ίδιες πολιτικές που έχουν προκαλέσει τις παρατηρούμενες κοινωνικές διεργασίες. Στοχεύει όχι στην πραγματικότητα των προβλημάτων, αλλά σε όσους επιχειρούν να δώσουν τον δικό τους τόνο στα συγκεκριμένα προβλήματα και να προωθήσουν τις δικές τους ιδεολογικές και πολιτικές επιλογές. Επιλογές που βρίσκονται στον αντίποδα όσων χρησιμοποιούν έννοιες, όπως αυτή του εθνικολαϊκισμού ως αναλυτική κατηγορία.
Οικονομικός εθνικισμός έναντι παγκοσμιοποίησης
Είναι γνωστό ότι συχνά είναι τα ακραία δεξιά στοιχεία, αυτά που δίνουν τον τόνο μέσω υπερβολών, κυνισμών, χυδαιοτήτων, ψεμάτων. Όμως, όπως μόλις υπαινιχτήκαμε, θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι υπάρχει ένα πραγματολογικό στοιχείο, το οποίο είναι καταλυτικό στις αποφάσεις μεγάλου μέρους των ψηφοφόρων: Μεγάλη δυσαρέσκεια για τις ακολουθούμενες οικονομικές πολιτικές, αλλά και για τον τρόπο διαχείρισης της εξουσίας.
Δύο όψεις μιας πραγματικότητας που ο απλός ψηφοφόρος τις συνδέει αιτιακά. Θέτει, μάλιστα, ως αιτία τον τρόπο διαχείρισης της εξουσίας και ως αποτέλεσμα την ασκούμενη πολιτική. Συνεπώς, στο μυαλό του ψηφοφόρου απόλυτα υπεύθυνο είναι το υπάρχον κατεστημένο πολιτικό σύστημα. Η επανεμφάνιση ενός οικονομικού εθνικισμού στη Δυτική Ευρώπη, ο οποίος άρχισε τη δεκαετία του 1990, συνοδεύτηκε με την συνεχώς αυξανόμενη υποστήριξη των κομμάτων της Άκρας Δεξιάς (ή Νέας Δεξιάς).
Θα κάνουμε αναφορά σε μία παλαιότερη μελέτη των Italo Colantone και Piero Stanig, “Globalisation and economic nationalism, Voxeu.org, 20.02.2017”, στην οποία χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα από τις εμπορικές σχέσεις και τις εκλογικές αναμετρήσεις. Για παράδειγμα, κόμματα της ριζοσπαστικής Δεξιάς (SMP Finnish Rural Party, PS True Finns, VB Flemish Bloc, LPF List Pim Fortuyn, PVV Party of Freedom, VB Flemish Interest, FN National Front, LN Northern League, LAOS Popular Orthodox Rally, FPO Austrian Freedom Party, Freedom Movement, NA/AN National Action for People and Fatherland, SD/DS Swiss Democrats, SVP/UDC Swiss People Party, Swiss Motorists Party, FPS Freedom Party of Switzerland, UKIP United Kingdom Indepedence Party) πέτυχαν καλύτερα αποτελέσματά τους σε περιοχές που είναι περισσότερο εκτεθειμένες στις κινέζικες εξαγωγές.
Σε αυτές τις περιοχές διαπιστώνεται μια ομοιογένεια των ψήφων των εκλογέων, ανεξάρτητα αν κάθε ένας από αυτούς υπέστη προσωπικά βλάβη ή όχι, λόγω ότι η επιχείρηση στην οποία εργαζόταν είχε δυσμενείς εξελίξεις ως προς τη λειτουργία της. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, οι εξελίξεις αυτές αποτελούν σαφέστατα τα αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης, την αντίδραση στην οποία εκμεταλλεύονται στο έπακρον ο Τραμπ και κόμματα όπως της Μαρίν Λεπέν, των Σουηδών Δημοκρατών, το Chega στην Πορτογαλία το γερμανικό AfD (με το οποίο η Λεπέν ήρθε σε ρήξη) και το Reform UK στην Βρετανία (το πρώην UKIP) το οποίο έρχεται πρώτο στις δημοσκοπήσεις, αφήνοντας πίσω τους Εργατικούς και τους καταποντισμένους πλέον Συντηρητικούς. Αντίδραση που αδυνατεί να εκμεταλλευτεί η Αριστερά…
Δυσαρέσκεια για το κατεστημένο
Η δυσαρέσκεια, που μετατρέπεται σε οργή, ενδυναμώνεται στις δυτικές δημοκρατίες από τον τρόπο που αντιμετωπίζεται εντός του πλαισίου του συνταγματικού φιλελευθερισμού: Της “τεχνικότητας” και της κανονιστικής νομιμότητας του νομοθετικού κράτους. Αυτό που εν τέλει απειλεί τη δημόσια σφαίρα δεν είναι η βία αλλά οι “κανόνες”, η προσπάθεια “ομαλοποίησης” των πολιτικών διαφορών, η τεχνικότητα της “μετα-βιομηχανοποίησης”, η μαζικοδημοκρατία, ο λειτουργισμός και ο οικονομικός υπολογισμός.
Η αύξουσα “τεχνικότητα” του κράτους, δηλαδή η τυποποιημένη διακυβέρνηση διαμέσου διοικητικής οργάνωσης και διοικητικών μέτρων, δεν περιορίζει μόνο τον χώρο της πολιτικής, αλλά συνάμα ανοίγει την πόρτα για μια μετατόπιση προς την αυταρχική διακυβέρνηση (βλ. Γαλλία). Με διάφορα προσχήματα ή και αλήθειες αρκετές φορές εγκαθίσταται σιγά αλλά σταθερά και με σαφήνεια ο περιορισμός των δικαιωμάτων.
Σε αυτό το δημιουργημένο περιβάλλον γίνεται αμέσως αισθητό ότι απουσιάζει η αυθεντικότητα της πολιτικής πράξης. Δεν μπορεί όλοι οι άνθρωποι να γεννηθούν και να πεθάνουν ως δεξιοί σοσιαλδημοκράτες! Είναι αδύνατον να συζητούν και να αποφασίζουν όλοι, με βάση την επικοινωνιακή άποψη του Habermas, ή με το κανονιστικό δικαιϊκό πλαίσιο του Rawls. Γι’ αυτό αυτές οι αντιλήψεις δεν αντανακλούν παρά ελάχιστη μερίδα των πολιτών που δρουν στις κοινωνίες της αναπτυγμένης Δύσης.
Την αυθεντικότητα της πολιτικής πράξης επιδιώκουν να επαναφέρουν μια σειρά κινήματα, τα σημαντικότερα των οποίων συνήθως βρίσκονται στο χώρο της Άκρας-Νέας Δεξιάς. Τουλάχιστον αρχικά έτσι πιστεύουν. Λειτουργούν με έντονη κριτική διάθεση εναντίον του νομοθετικού κράτους. Επικαλούνται κυρίως την αρχή της πλειοψηφίας, εκμεταλλευόμενα τη βαθιά αποστροφή-δυσαρέσκεια που αγγίζει και τα όρια της απέχθειας για τους υπάρχοντες θεσμούς. Θεσμοί που επί της ουσίας αναπαράγουν και διαιωνίζουν ένα σάπιο καθεστώς που συντηρεί συνεχώς τα ίδια και τα ίδια πολιτικά πρόσωπα (οικογένειες).
Η πρέπουσα απάντηση
Έτσι, αυτά τα κινήματα αρχίζουν να υπονομεύουν το μονοπώλιο της πολιτικής από το κράτος. Μέσω της μυθοποίησης της εξουσίας που είναι σύμφυτη με τα κινήματα αυτά, υποδηλώνεται με όλους τους τρόπους ότι η κατάληψη της εξουσίας θα κατορθωνόταν τόσο πιο εύκολα όσο πιο απομακρυσμένοι ήταν οι πολίτες από τις πηγές εξουσίας. Η σημερινή πραγματικότητα, όμως, οδηγεί σε αντίθετη κατεύθυνση.
Η σταδιακή κατάληψη δήμων, περιφερειών, βουλευτικών εδρών κτλ γκρεμίζει όλες αυτές τις αντιλήψεις, φέρνοντας τη γρήγορη ενσωμάτωση όλων αυτών των κινημάτων στην καθεστηκυία τάξη (χαρακτηριστικό παράδειγμα η Τζόρτζια Μελόνι στην Ιταλία). Αυτό, όμως γίνεται με τρόπο που αποσαθρώνει και τα τελευταία στηρίγματα του νεωτερικού κράτους. Το πρόβλημα διαιωνίζεται, βαθαίνει, χειροτερεύει. Οι μελλοντικές εξελίξεις προβλέπονται δυσοίωνες όσο πιο περίπλοκες και διασπασμένες γίνονται οι κοινωνίες, ακολουθούμενες από τον πλήρη κατακερματισμό του σημερινού ατόμου.
Το κομματικοπολιτικό τοπίο στην προσπάθειά του να επιβιώσει και να συνεχίσει να κυβερνά, μετατρέπεται σε συλλέκτη απίστευτου αριθμού “ιδιαίτερων συμφερόντων”, τα οποία τις περισσότερες φορές βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση μεταξύ τους, γεγονός που καθιστά εκ προοιμίου αδύνατη την πραγμάτωσή τους. Ας μην κάνουμε αναφορά σε ιστορικά προηγούμενα, διότι τα συναγόμενα συμπεράσματα είναι πολύ χειρότερα και προκαλούν τρόμο.
Όμως, όταν η αδήριτη πραγματικότητα σε οδηγεί σε απόγνωση, η λειτουργία του θυμικού είναι καταλυτική. Οι αποφάσεις των ανθρώπων σπάνια οδηγούν στην επίτευξη των στόχων, για τους οποίους πάρθηκαν. Γι’ αυτό το λόγο και η ιστορία είναι ανοικτή και δύσκολα προβλέψιμη. Ας το πούμε όσο πιο καθαρά μπορούμε: Η πολιτική πρόκληση για τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης είναι να αναπτύξουν μια “υπεύθυνη οικονομική αυτάρκεια” στο πλαίσιο του εθνικού δημοκρατικού κυρίαρχου κράτους τους, ανοικτή στις διεθνείς συναλλαγές, σε μια διακριτική, και όχι κανονιστική και οριζόντια αλληλεξάρτηση με όλες τις χώρες του πλανήτη.
Είναι ξεκάθαρο πως οι ψηφοφόροι διψούν για πολιτικές που λαμβάνουν σοβαρά υπόψη το τοπικό έναντι των ευρύτερων οικουμενικών οικονομικών ανησυχιών. Η αντιμετώπιση αυτής της δίψας με δημιουργικό αντί για καταστροφικό τρόπο, είναι η πρόκληση της ερχόμενης δεκαετίας. Γνωρίζουμε πως ούτε η αδιαφορία για την δίψα αυτή, ούτε η εξήγηση πως βασίζεται σε λανθασμένες πεποιθήσεις, είναι βιώσιμη στρατηγική. Τα πολλαπλά εκλογικά και κοινωνικά μηνύματα πρέπει να σημάνουν συναγερμό και δεν πρέπει η εξήγηση να γίνεται με αφορισμούς, πόσο δε μάλλον όταν ο συγκεκριμένος ιδεολογικός-πολιτικός χώρος απέκτησε “μάρτυρα”…
Τι θέλει να πει ο ...ποιητής (απλούστευση του κειμένου)
Απόδοση: Πύρινος Λόγιος
Όταν μιλάμε για όσα γίνονται διεθνώς, και ειδικά γύρω από την Ελλάδα, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Οι πρόχειρες ερμηνείες συνήθως βγάζουν λάθος δρόμο. Η εύκολη λύση είναι να τα βάζουμε όλα κάτω από τον όρο «εθνικολαϊκισμός». Αυτός ο χαρακτηρισμός χρησιμοποιείται σήμερα σαν «μαγικό κλειδί» που εξηγεί τα πάντα: τις αντιδράσεις, τις διαδηλώσεις, την άνοδο νέων κομμάτων. Στην πραγματικότητα όμως, δεν εξηγεί τίποτα.
Αντίθετα, βολεύει τις πολιτικές ελίτ: έτσι αποφεύγουν να δουν τα πραγματικά προβλήματα και συνεχίζουν τις ίδιες πολιτικές που δημιούργησαν την κρίση.
Οικονομικός εθνικισμός και παγκοσμιοποίηση
Σίγουρα, η Άκρα Δεξιά εκμεταλλεύεται την κατάσταση, με υπερβολές και ψέματα. Όμως η βάση του προβλήματος είναι πραγματική: μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού νιώθουν αγανάκτηση για τις οικονομικές πολιτικές και για το πώς κυβερνώνται.
Οι πολίτες συνδέουν την κακή διαχείριση της εξουσίας με την ίδια την πολιτική. Γι’ αυτό θεωρούν υπεύθυνο το υπάρχον πολιτικό σύστημα. Έτσι επανήλθε στη Δυτική Ευρώπη ο «οικονομικός εθνικισμός» – δηλαδή η απαίτηση για περισσότερη προστασία της εθνικής οικονομίας – που άνοιξε τον δρόμο στην άνοδο ακροδεξιών κομμάτων.
Έρευνες έχουν δείξει ότι αυτά τα κόμματα έχουν καλύτερα εκλογικά αποτελέσματα σε περιοχές που πλήγηκαν περισσότερο από τις εισαγωγές της Κίνας και γενικότερα από την παγκοσμιοποίηση. Γι’ αυτό βλέπουμε την επιτυχία Τραμπ στις ΗΠΑ, Λεπέν στη Γαλλία, AfD στη Γερμανία, Chega στην Πορτογαλία, Reform UK στη Βρετανία κ.ά. Η Αριστερά, αντίθετα, δεν μπόρεσε να καρπωθεί αυτή τη δυσαρέσκεια.
Η «τεχνικότητα» της εξουσίας
Στις δυτικές δημοκρατίες, η διακυβέρνηση έχει γίνει υπερβολικά τεχνοκρατική και γραφειοκρατική. Κυριαρχούν οι «κανόνες» και οι «διαδικασίες» που υποτίθεται εξασφαλίζουν νομιμότητα. Όμως έτσι περιορίζεται η πολιτική και ανοίγει ο δρόμος για αυταρχισμό (χαρακτηριστικό παράδειγμα η Γαλλία). Σιγά σιγά περιορίζονται δικαιώματα, ενώ λείπει η αίσθηση αυθεντικής πολιτικής πράξης.
Δεν γίνεται όλοι οι πολίτες να σκέφτονται με όρους «τεχνικής κανονικότητας». Γι’ αυτό αναδύονται κινήματα που θέλουν να επαναφέρουν την «πολιτική με αυθεντικότητα». Συνήθως βρίσκονται στον χώρο της Νέας/Άκρας Δεξιάς, πατώντας πάνω στη λαϊκή οργή ενάντια στους θεσμούς που συντηρούν ένα σάπιο σύστημα οικογενειών και κατεστημένων.
Από την αμφισβήτηση στην ενσωμάτωση
Αυτά τα κινήματα ξεκίνησαν ως αμφισβήτηση, αλλά καταλήγουν συχνά να ενσωματώνονται στο ίδιο το σύστημα. Παράδειγμα η Μελόνι στην Ιταλία. Όμως αυτή η «γρήγορη προσαρμογή» διαλύει και τα τελευταία στηρίγματα του κράτους, με αποτέλεσμα το πρόβλημα να χειροτερεύει.
Το πολιτικό τοπίο γεμίζει με μικροσυμφέροντα που συγκρούονται μεταξύ τους, κάνοντας τη διακυβέρνηση σχεδόν αδύνατη. Έτσι, η κοινωνία κατακερματίζεται ακόμη περισσότερο.
Τι θέλει να πει ο ...ποιητής
Η οργή των πολιτών είναι αληθινή και δεν θα φύγει με χαρακτηρισμούς τύπου «εθνικολαϊκισμός». Η παγκοσμιοποίηση δημιούργησε ανισότητες και πολλοί θέλουν επιστροφή στην προστασία της εθνικής οικονομίας. Η πολιτική πρόκληση για τα επόμενα χρόνια είναι σαφής: Να βρεθεί μια ισορροπία ανάμεσα στην εθνική αυτάρκεια και στο άνοιγμα προς τον κόσμο.
Να υπάρξουν πολιτικές που θα δίνουν προτεραιότητα στα τοπικά προβλήματα και όχι σε αφηρημένες παγκόσμιες έννοιες.
Αν τα κατεστημένα κόμματα συνεχίσουν να αδιαφορούν, τότε τα ακροδεξιά κινήματα θα κερδίζουν έδαφος, όχι επειδή έχουν σωστές λύσεις, αλλά επειδή είναι οι μόνοι που φαίνεται να ακούνε τη φωνή της κοινωνίας.
ΚΡΙΤΙΚΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
1. Η άνοδος των δεξιών κομμάτων: παθολογία ή κοινωνική αντίδραση;
Ο Μελάς διαπιστώνει σωστά ότι η άνοδος της Νέας/Άκρας Δεξιάς δεν μπορεί να εξηγηθεί απλά με τον όρο «εθνικολαϊκισμός». Ο χαρακτηρισμός αυτός λειτουργεί ως σφραγίδα για να μη χρειαστεί το κατεστημένο να αναλύσει τις πραγματικές αιτίες: την παγκοσμιοποίηση, την αποβιομηχάνιση, την κοινωνική ανασφάλεια.Η ανάλυση του δείχνει μια κατανόηση: οι άνθρωποι δεν στρέφονται στη Δεξιά επειδή έγιναν ξαφνικά πιο «ρατσιστές» ή «ακραίοι», αλλά επειδή το σύστημα τους άφησε χωρίς προστασία. Αυτό είναι μια προσέγγιση που ευθυγραμμίζεται με την πραγματικότητα.
2. Η ευθύνη του κατεστημένου
Επισημαίνει επίσης ότι οι λαοί χρεώνουν τις αποτυχίες στην ίδια τη διαχείριση της εξουσίας, δηλαδή στο πολιτικό κατεστημένο. Αυτό είναι αληθές: στην Ευρώπη και στην Αμερική, οι ίδιες οικογένειες και τα ίδια κόμματα κυβερνούν για δεκαετίες, χωρίς ουσιαστική αλλαγή. Οι πολίτες βλέπουν πως οι ελίτ απολαμβάνουν τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης, ενώ εκείνοι πληρώνουν το κόστος. Επομένως, η άνοδος των δεξιών κομμάτων είναι πρωτίστως αντίδραση και όχι «ιδεολογική μεταστροφή» των μαζών.
3. Το όριο στην ανάλυση του Μελά
Εκεί όμως που ο Μελάς φαίνεται πιο «ακαδημαϊκός» είναι στο συμπέρασμα: καταγράφει σωστά την αγανάκτηση, αλλά την αποδίδει μάλλον σε μια γενική «έλλειψη αυθεντικότητας» της πολιτικής και στη γραφειοκρατία των θεσμών. Αυτό είναι μεν αληθές, αλλά μοιάζει κάπως αποστειρωμένο.Δε λέει ξεκάθαρα ότι οι λαοί ζητούν επιστροφή της πολιτικής κυριαρχίας στα έθνη και απεγκλωβισμό από τον ζουρλομανδύα των Βρυξελλών, του ΝΑΤΟ και των υπερεθνικών μηχανισμών. Αν μείνουμε μόνο στο ότι η Νέα Δεξιά απλώς ενσωματώνεται στο σύστημα (Μελόνι), χάνουμε το βαθύτερο αίτημα των λαών.
4. Είναι στην «ορθή πλευρά της ιστορίας»;
Ο συγγραφέας κινείται σε μια μέση οδό. Δεν απορρίπτει την κοινωνική αντίδραση, δεν τη δαιμονοποιεί. Αυτό είναι θετικό. Όμως, δεν φτάνει μέχρι τέλους: δεν αναγνωρίζει ότι οι λαοί, με την ψήφο τους, ουσιαστικά επαναφέρουν το ζήτημα της εθνικής ανεξαρτησίας και της οικονομικής αυτάρκειας.Αυτό είναι το πραγματικό ιστορικό διακύβευμα. Όχι αν η Δεξιά «εκτρέπεται» ή «ενσωματώνεται», αλλά αν οι λαοί καταφέρνουν να εκφράσουν το αίτημά τους για κυριαρχία.
5. Η βούληση των λαών ή η βολή των ελίτ;
Το κείμενο του Μελά είναι σίγουρα πιο κοντά στη βούληση των λαών από τα συνηθισμένα καθεστωτικά αφηγήματα, γιατί αναγνωρίζει τις κοινωνικές αιτίες πίσω από την άνοδο της Δεξιάς. Όμως, παραμένει διστακτικό. Σαν να φοβάται να πει καθαρά ότι οι λαοί δεν θέλουν απλώς «λιγότερη τεχνικότητα» αλλά ριζική αλλαγή πορείας.
Μ' άλλα λόγια!
Ο Μελάς περιγράφει σωστά τα συμπτώματα και τις αιτίες της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Αναγνωρίζει ότι η άνοδος των δεξιών κομμάτων δεν είναι «παραξενιά» αλλά απόρροια της παγκοσμιοποίησης και της κρίσης του κατεστημένου. Ωστόσο, δεν φτάνει να πει καθαρά ότι αυτή η αντίδραση των λαών, όσο ανορθόδοξα κι αν εκφράζεται, είναι η γνήσια φωνή της ιστορίας.
Η ορθή πλευρά της ιστορίας δεν είναι οι θεσμοί που βουλιάζουν, αλλά η προσπάθεια των λαών να ξαναπάρουν τον έλεγχο της ζωής τους. Και αυτό, όσο κι αν προσωρινά εκφράζεται από κόμματα όπως του Τραμπ ή της Λεπέν, δείχνει προς μια βαθύτερη απαίτηση: εθνική κυριαρχία απέναντι στην παγκοσμιοποίηση.
https://www.pirinoslogios.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου