Οι απόγονοι Ελλήνων που βρήκαν καταφύγιο στην αραβική χώρα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή δεν ξεχνούν τις ρίζες τους
Ρέμος και βασιλόπιτα
Ακούει φανατικά Αντώνη Ρέμο. Φτιάχνει βασιλόπιτα την Πρωτοχρονιά. Ανακαλεί συχνά τις ιστορίες της γιαγιάς Αφροδίτης, που της δίδαξε ελληνικά. Εχουν περάσει δύο γενιές από τότε που η οικογένεια της Πατρίτσια Σαγούρι (Patricia Changoury) μετανάστευσε στη Βηρυτό. Η γιαγιά Αφροδίτη, η οποία γεννήθηκε το 1936 στον Λίβανο, έκανε δύο γάμους και πέντε παιδιά· η Πατρίτσια είναι μία από τις εγγονές της. Η ίδια έχει μείνει εξίσου στον Λίβανο και στη Νιγηρία. «Εζησα ως παιδί και αργότερα ως σύζυγος και μητέρα στη Νιγηρία», εξηγεί στην «Κ». «Εφυγα με τα τρία παιδιά μου από τη Νιγηρία, την εποχή που ήταν σε έξαρση οι απαγωγές παιδιών από εύπορες οικογένειες».
Από το 2008 βρίσκεται στον Λίβανο, αλλά ταξιδεύει πολύ. Αγαπημένος προορισμός της είναι βέβαια η Ελλάδα «και προπάντων η Σαντορίνη». «Ο τρόπος ζωής μου παραμένει ελληνικός», λέει στην «Κ» από τη Βηρυτό, όπου η καθημερινότητα έχει γίνει πλέον πολύ δύσκολη. «Εχουμε ένα πολύ αυστηρό όριο αναλήψεων, με συνέπεια πολλοί άνθρωποι να μην μπορούν να αξιοποιήσουν τις καταθέσεις τους», εξηγεί. «Παράλληλα έχει αυξηθεί σημαντικά η εγκληματικότητα και έχουμε πολύ συχνά διακοπές ρεύματος».
Το 2013 η Πατρίτσια έκανε αίτηση για να αποκτήσει την ελληνική υπηκοότητα, την οποία άλλωστε έχει όλη η υπόλοιπη οικογένειά της. «Στην αρχή προσκόμισα το διαβατήριο της μητέρας μου, αλλά φάνηκε ότι αυτό δεν αρκούσε». Συλλέγει όλα τα απαιτούμενα έγγραφα και δίνει συνέντευξη στο προξενείο, προκειμένου να αξιολογηθούν οι γνώσεις της για τη χώρα, τον πολιτισμό και τη γλώσσα, όπως ακριβώς ορίζει η νομοθεσία. «Μου έλεγαν να κάνω υπομονή επειδή ήταν πολλές οι αιτήσεις από τον Λίβανο, μετά απέδιδαν την αργοπορία στην αλλαγή κυβέρνησης, από το 2016 έως το 2019 μου έλεγαν ότι εκκρεμεί μόνο μία υπογραφή», θυμάται. Η απορριπτική απάντηση ήρθε το 2019, επειδή «δεν πληροί τις απαιτούμενες από τον νόμο προϋποθέσεις». Η ίδια θέλοντας να καταλάβει σε ποιο σημείο υπολείπεται η αίτησή της σε σχέση με των υπολοίπων μελών της οικογένειάς της επικοινώνησε με έξι δικηγόρους. «Ο καθένας μου έδωσε μια άλλη ερμηνεία. Ενας μου ζήτησε 600 ευρώ για να βρει την αιτία, άλλος ισχυρίστηκε ότι έπρεπε να το κάνω προτού ενηλικιωθώ, ένας τρίτος θεώρησε ότι αν η μητέρα μου ήταν 100% Ελληνίδα θα είχε γίνει αυτόματα η πολιτογράφησή μου», αναφέρει ενδεικτικά.
«Στην Τουρκία πηγαίνω για διακοπές και για ψώνια χωρίς βίζα, γιατί να μην μπορώ να κάνω το ίδιο και στην Ελλάδα, απ’ όπου άλλωστε κατάγομαι;», διερωτάται. Και συμπληρώνει ότι «στην Αίγυπτο και τις Μαλδίβες εκδίδεται αμέσως στο αεροδρόμιο». Ενα ελληνικό και κατ’ επέκταση ευρωπαϊκό διαβατήριο παρέχει, επιπλέον, ασφάλεια. «Νιώθεις ότι έχεις ένα δεύτερο σπίτι, όπως μια παντρεμένη γυναίκα που ζει σε σπίτι ιδιοκτησίας του συζύγου της, ξέρει, όμως, ότι αν κάτι δεν πάει καλά μπορεί να φύγει».
Η μεγάλη κόρη της ετοιμάζεται να φύγει για σπουδές στην Ισπανία. «Υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσε να έρθει στην Ελλάδα», τονίζει με πικρία. Οι γνώστες του συστήματος της προτείνουν να αξιοποιήσει τη «Χρυσή Βίζα» για να αποκτήσει άμεση πρόσβαση στην Ελλάδα (σ.σ. η «Golden Visa» προσφέρει άδεια παραμονής). «Δεν θέλω να αποκτήσω την ελληνική υπηκοότητα με αυτόν τον τρόπο, αν και σκέφτομαι σοβαρά να αγοράσω ένα σπίτι στο εξωτερικό ως μια μορφή επένδυσης».
«Οικογενειακό τραύμα»
Οι δύο χώρες απέχουν ελάχιστα γεωγραφικά, οι κουλτούρες τους προσομοιάζουν, ενώ η ευρωπαϊκή ταυτότητα της Ελλάδας εμπνέει ασφάλεια στους ομογενείς της Βηρυτού.
Από την Αντιόχεια ήρθαν ως πρόσφυγες στον Λίβανο οι πρόγονοι της 33χρονης Τζένιφερ Αντρεα (Jennifer Andrea), που εργάζεται σε πολυεθνική στη Βηρυτό. «Πριν από 30 χρόνια ο πατέρας μου και ο θείος μου μέσω ενός δικηγόρου είχαν προσπαθήσει να αποκτήσουν την υπηκοότητα, όμως ο δικηγόρος αποδείχθηκε αναξιόπιστος· πήρε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό και εξαφανίστηκε». Οι δύο ομογενείς απογοητεύθηκαν. «Αποτελεί ένα οικογενειακό τραύμα, οι ίδιοι δεν θέλησαν να το παλέψουν ξανά», εξηγεί η Τζένιφερ. «Μου λένε “αν θέλεις, δοκίμασε τώρα μόνη σου”». Το ελληνικό επίθετό της και το ελληνορθόδοξο δόγμα σίγουρα αποτελούν «δυνατά χαρτιά» για την Τζένιφερ, η οποία ακόμη δεν το έχει αποτολμήσει. «Είναι ένα από τα όνειρά μου να πολιτογραφηθώ, να αγοράσω ένα σπίτι –ιδανικά στη Γλυφάδα–, ίσως και να ζήσω κάποια χρόνια στην Ελλάδα», καταλήγει η 33χρονη.
«Σε όλη μου τη ζωή, όπου και αν πήγαινα, όλοι μου έλεγαν “δεν είσαι Λιβανέζος εσύ”», διηγείται σήμερα σε σπαστά ελληνικά ο 32χρονος ηθοποιός Ηλίας Χριστοφορίδης (Ilias Christophoridis). Ο προπάππους του Ηλία μετακόμισε από την Ελλάδα στη Βηρυτό. «Το 1995 είπαν στον πατέρα μου ότι για να ανανεώσει το ελληνικό του διαβατήριο έπρεπε να πάει στην Ελλάδα για να εγγραφεί στα δημοτολόγια, εκείνος δεν είχε τη δυνατότητα και έτσι δεν μπόρεσε να ανανεώσει το διαβατήριό του», διηγείται σήμερα ο γιος του. Εκτοτε οι αναφορές στην Ελλάδα εντός της οικογένειας λιγόστεψαν.
«Ενιωσε ότι αυτή η πόρτα έκλεισε οριστικά», τονίζει ο Ηλίας, που μετά την ενηλικίωσή του αρχίζει να αναζητάει σύνδεση με τις ρίζες του. «Αρχικά ήταν η ποπ μουσική, ο Σάκης Ρουβάς, η Παπαρίζου και η Βίσση που μου ασκούσαν –τότε ως σπουδαστή στο Conservatoire της Βηρυτού– μεγάλη γοητεία», λέει ο νεαρός ηθοποιός, που έχει αναδειχθεί ένας από τους πλέον δημοφιλείς της γενιάς του στον Λίβανο· φέτος πρωταγωνιστεί στη θεατρική μεταφορά του «Chicago» και συμμετέχει σε μια νέα παραγωγή του Netflix. «Στη συνέχεια άρχισα να διαβάζω συστηματικά ιστορία και μυθολογία». Το 2019 ξεκινάει μαθήματα ελληνικών της κοινότητας. «Λόγω COVID διακόπτονται για ένα διάστημα τα μαθήματα», επισημαίνει. Σχεδόν ταυτόχρονα γίνεται η μεγάλη έκρηξη στη Βηρυτό και ακολουθεί μια εκτεταμένη κρίση στη χώρα. «Πολλοί συνομήλικοί μου έχουν φύγει για το Ντουμπάι και τη Σαουδική Αραβία, γιατί οι συνθήκες εδώ έχουν δυσκολέψει», τονίζει.
«Η πρώτη μου επαφή με την πρεσβεία ήταν το 2015, τότε μου είπαν ότι ήμουν μια εύκολη περίπτωση». Πατέρας και γιος κατέθεσαν στις αρχές του 2016 την αίτηση. «Η θετική απάντηση για τον πατέρα μου ήρθε τον Μάρτιο και η δική μου πριν από δύο εβδομάδες». Παράλληλα βγήκε το πιστοποιητικό για την ολοκλήρωση του α΄ επιπέδου γλωσσομάθειας. «Θεωρώ ότι δεν μπορείς να έχεις το ελληνικό διαβατήριο χωρίς να μιλάς ελληνικά», καταλήγει ο ίδιος, που σχεδιάζει να αγοράσει το πρώτο σπίτι του στην Ελλάδα.
Οι παραπάνω περιπτώσεις δεν είναι μεμονωμένες, όπως επιβεβαιώνει και ο πρόεδρος της ελληνικής κοινότητας στη Βηρυτό, κ. Πάνος Ανδριώτης. Υπενθυμίζεται ότι στην ακμή της η κοινότητα είχε φθάσει τα 30.000 άτομα, τα οποία σταδιακά μειώνονταν. Πρόσφατοι υπολογισμοί κάνουν λόγο για 7.000 άτομα. «Υπολογίζουμε ότι 5.000 έχουν την υπηκοότητα, ενώ γύρω στους 1.000 βρίσκονται σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας για να πολιτογραφηθούν», επισημαίνει ο ίδιος.
Τα χαμένα έγγραφα
«Οι περισσότεροι περιμένουν πάνω από δέκα χρόνια για να ολοκληρωθεί η διαδικασία – ανεξάρτητα αν θα απορριφθεί το αίτημά τους ή θα γίνει δεκτό». Σύμφωνα με τον ίδιο, «κάθε περίπτωση διαφέρει, όμως ένα κοινό πρόβλημα είναι ότι οι ενδιαφερόμενοι, των οποίων οι οικογένειες ήρθαν απευθείας από τη Μικρά Ασία μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, δεν έχουν καθόλου έγγραφα (πιστοποιητικό γέννησης, γάμου, οικογενειακής κατάστασης) και είναι εξαιρετικά δύσκολο να τα εντοπίσουν τώρα, 100 χρόνια αργότερα, στα τουρκικά αρχεία ή να τα ζητήσουν από τις Αρχές». Οπως επισημαίνει η ΜΚΟ «Στη Βηρυτό», μια σειρά από ιστορικές συγκυρίες, η Καταστροφή της Σμύρνης, ο διωγμός από την Κωνσταντινούπολη το 1955, ο Α΄ και ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, όπως βέβαια και ο εμφύλιος στον Λίβανο το 1975 ευθύνονται συχνά για την απώλεια σημαντικών οικογενειακών εγγράφων. «Πολλές οικογενειακές περιουσίες κάηκαν ή καταστράφηκαν ολοσχερώς από τον πόλεμο στον Λίβανο», αναφέρει στην «Κ» εκπρόσωπος της ΜΚΟ, που στόχο έχει τη διατήρηση του ελληνικού πολιτισμού.
«Ενδεικτικά, η οικογένεια Μαζίτζη, που ήρθε από τη Σμύρνη το ’22 και ίδρυσε το πρώτο εργοστάσιο λαστιχένιων υποδημάτων στον Λίβανο, φύλασσε τις ταυτότητες και όλα τα πολύτιμα κτηματομεσιτικά έγγραφά της από τη Σμύρνη σε ένα χρηματοκιβώτιο στο κατάστημά της στο κέντρο της Βηρυτού, στην οδό al Maarad. Κατά τη διάρκεια του πολέμου το κατάστημα κάηκε, το χρηματοκιβώτιο κλάπηκε. Είναι ίσως και 200 οι οικογένειες που σήμερα δεν μπορούν να καταθέσουν έναν πλήρη φάκελο, όμως φέρουν ελληνικά επίθετα, όπως π.χ. Παπαδόπουλος».
Κύκλοι του υπουργείου Εσωτερικών επισημαίνουν στην «Κ» ότι οι αιτήσεις από Λιβανέζους υπηκόους είναι σημαντικά λιγότερες, προτρέπουν, δε, τους ενδιαφερομένους να ενημερώνονται για τα απαιτούμενα έγγραφα από την ιστοσελίδα του υπουργείου και να μην απευθύνονται σε «μεσάζοντες».
Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου