Η Ρωσία και η Ουκρανία βρίσκονται σε αγώνα ενάντια στον χρόνο
Της Judy Dempsey
Ο Πρόεδρος Πούτιν θέλει κάποιου είδους νίκη μέχρι τις 9 Μαΐου. Θέλει να χρησιμοποιήσει την 77η επέτειο από την ήττα της Ναζιστικής Γερμανίας από τη Ρωσία, για να γιορτάσει το τέλος του καταστροφικού πολέμου του στην Ουκρανία, που έχει οδηγήσει σε θανάτους χιλιάδων αμάχων και στην καταστροφή μιας χώρας που είναι απρόθυμη να παραδώσει την ανεξαρτησία και την κυριαρχία της.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Ζελένσκι, όπως συνεχίζει να επαναλαμβάνει, δεν έχει το χρόνο με το μέρος του. Χρειάζεται περισσότερη στρατιωτική υποστήριξη και όχι χειροκροτήματα από τους δυτικούς ηγέτες για να συνεχίσει να αντιστέκεται στις ρωσικές δυνάμεις.
Όσο για τους Ευρωπαίους, παρά την ενότητά τους αναφορικά με την επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία, και την επανειλημμένη καταδίκη του πολέμου του Πούτιν εναντίον της Ουκρανίας, εμφανίζονται ορατές ρωγμές. Και με τον καιρό, αυτές οι διαιρέσεις θα μεγαλώνουν.
Εάν και όταν τελειώσει αυτός ο πόλεμος, αυτές οι διαφορές θα καταστήσουν πιο δύσκολο για την ΕΕ (όχι πιο εύκολο) το να δημιουργήσει μια ισχυρή εξωτερική και αμυντική πολιτική, και πολιτική ασφάλειας. Και αυτό διότι ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν αφορά μόνο στη μελλοντική σχέση της Ευρώπης με την Ουκρανία και τη Ρωσία. Ο πόλεμος, όποια και αν είναι η έκβαση του, θα βαθύνει τη δυσπιστία μεταξύ των μελών της ΕΕ -εάν δεν το έχει κάνει ήδη.
Η Εσθονία, η Λετονία, η Λιθουανία και η Πολωνία, μαζί με τη Σλοβακία και την Τσεχία, κατανοούν τι σημαίνει η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Πρόκειται για τον επανασχεδιασμό των συνόρων στην μετά τον Ψυχρό Πόλεμο πολιτική. Δεν θέλουν οι ανατολικοί γείτονες τους να γίνουν μια προστατευόμενη περιοχή υπό την κηδεμονία της Ρωσίας. Υποστηρίζουν επίσης την αίτηση της Ουκρανίας για ένταξη στην ΕΕ.
Με τα χρόνια, αυτές οι χώρες επανειλημμένως προειδοποίησαν τους Δυτικοευρωπαίους ομολόγους τους για τη στρατηγική ανοησία της εξάρτησης από τη ρωσική ενέργεια. Οι ίδιοι έχουν προχωρήσει γρήγορα για να βρουν εναλλακτικές πηγές ενέργειας, σε αντίθεση με πολλές άλλες χώρες της ΕΕ, όπως η Γερμανία, η Αυστρία και η Ουγγαρία.
Επιπλέον, εξαιτίας της ιστορίας και της γειτνίασης με την Ουκρανία -καθώς και της εμπειρίας τους από τη ζωή υπό τη σοβιετική κυριαρχία- οι πολίτες σε αυτό το μέρος της Ευρώπης δείχνουν ελάχιστα σημάδια αποδυνάμωσης της υποστήριξης τους στον Ζελένσκι, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει υψηλότερες τιμές ενέργειες και πληθωρισμό. Αυτές οι χώρες επίσης παρέχουν όσο το δυνατό μεγαλύτερη στρατιωτική υποστήριξη στο Κιέβο.
Οι ιστορικές και πολιτικές εμπειρίες έρχονται σε έντονη αντίθεση με αυτές ορισμένων άλλων χωρών της ΕΕ. Η Γερμανία, η Αυστρία και η Ουγγαρία, είναι απρόθυμες να στείλουν βαριά όπλα στην Ουκρανία. Ένα από τα επιχειρήματα τους είναι πως αυτό θα οδηγούσε σε μεγαλύτερη κλιμάκωση.
Στη Γερμανία, η κυβέρνηση συνασπισμού του Καγκελάριου Σολτς, είναι τώρα διχασμένη σχετικά με το τι είδους στρατιωτική βοήθεια θα πρέπει να δώσουν στο Κίεβο. Οι Πράσινοι και οι Ελεύθεροι Δημοκράτες θέλουν να δώσουν βαρύ οπλισμό. Αλλά οι Σοσιαλδημοκράτες του Σολτς, οι οποίοι είναι ακόμη “παντρεμένοι” με μια ειρηνιστική, αντί-αμερικανική και φιλική προς τη Ρωσία προοπτική, αντιδρούν.
Και όταν τίθεται επανειλημμένως το ζήτημα της επιβολής εμπάργκο πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Ρωσία, το Βερολίνο λέει ότι ένα τέτοιο εμπάργκο θα οδηγούσε σε υψηλότερες τιμές ενέργειας για τα γερμανικά νοικοκυριά. Αυτό είναι αλήθεια. Αλλά αυτό που ο Σολτς, και πραγματικά και άλλοι ηγέτες, μεταξύ των οποίων και ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν, ο πιο ένθερμος υποστηρικτής του Πούτιν στην ΕΕ, αρνούνται να εξηγήσουν στους πολίτες τους ότι αυτός ο πόλεμος δεν αφορά μόνο στο μέλλον της Ουκρανίας, αλλά και στη μελλοντική σταθερότητα στην Ευρώπη. Φέρει υψηλό τίμημα.
Το υψηλό τίμημα για το οποίο ανησυχεί η Ιταλία, είναι η αύξηση των επιτοκίων. Ο πρωθυπουργός Ντράγκι έχει εκφράσει την υποστήριξη του στην Ουκρανία, πιέζοντας ακόμη και για ενεργειακό εμπάργκο. Και όπως και η Γερμανία, έχει να αντιμετωπίσει τα ειρηνιστικά κινήματα που θέλουν τον τερματισμό του πολέμου και την απαγόρευση της αποστολής όπλων στην Ουκρανία. Προς το παρόν, αυτό δεν είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα του Ντράγκι. Αντιθέτως, είναι το τι συμβαίνει στην ΕΚΤ στη Φρανκφούρτη.
Εάν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αυξήσει τα επιτόκια, αυτό θα είχε καταστροφικό αντίκτυπο στην ικανότητα της Ρώμης να εξυπηρετεί το πολύ υψηλό δημόσιο χρέος. Είναι στο 147% του ΑΕΠ, το δεύτερο υψηλότερο για χώρα της ευρωζώνης μετά την Ελλάδα.
Η ΕΕ δεν μπορεί να αντέξει οικονομία μία από τις μεγαλύτερες οικονομίες της να βρεθεί υπό τέτοια πίεση. Θα υπονόμευε σοβαρά το ευρώ, σε μια περίοδο που η οικονομική ανάπτυξη ανά την Ευρώπη επιβραδύνεται.
Στη Γαλλία, η οικονομική επίπτωση του πολέμου έχει “παίξει” στις προεδρικές εκλογές, όπου ο δεύτερος γύρος διεξήχθη την Κυριακή. Μια νίκη της Λεπέν, θα ταρακουνούσε τα θεμέλια του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Εν συντομία, για αρκετές χώρες της ΕΕ, οι οικονομικές επιπτώσεις από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, δεν μπορούν να υποτιμηθούν.
Αυτή η εικόνα της Ευρώπης εκθέτει το πώς οι κυβερνήσεις έχουν τα δικά τους συμφέροντα με τρόπους θα μπορούσαν να χαρίσουν χρόνο στον Πούτιν. Ναι, οι κυρώσεις “δαγκώνουν”. Ο ρωσικός στρατός δεν θα μπορούσε να καταλάβει το Κιέβο. Αλλά ούτε θα απέτρεπε τον Πούτιν από το να παρατείνει μια σκληρή πολιορκία στη Μαριούπολη, όπου 100.000 άνθρωποι λιμοκτονούν και εμποδίζονται να φύγουν -για να μην αναφέρουμε το σφυροκόπημα άλλων πόλεων.
Είναι ο παράγοντας χρόνος που έχει τόσο μεγάλη σημασία για την Ουκρανία, καθώς ο Ζελένσκι συνεχίζει να αγωνίζεται για την ανεξαρτησία της χώρας του. Αυτός ο παράγοντας χρόνος θα πρέπει να έχει σημασία και για όλη την Ευρώπη.
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: https://carnegieeurope.eu/strategiceurope/86948
Αναδημοσίευση από capital.gr
https://infognomonpolitics.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου