Πέρυσι τέτοιο καιρό, η Τουρκία διέκοπτε τις σχέσεις της με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα –με τα οποία ούτως ή άλλως διεξήγαγε «πόλεμο μέσω αντιπροσώπων», υποστηρίζοντας διαφορετικά στρατόπεδα στη Λιβύη– λόγω των περίφημων «Συμφωνιών του Αβραάμ» που προωθούσαν οι ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ και οδηγούσαν στην επίσημη προσέγγιση μεταξύ αραβικών κρατών του Κόλπου και Ισραήλ, εις βάρος της παλαιστινιακής υπόθεσης.
Την ίδια στιγμή, βρισκόταν σε διπλωματικό πόλεμο με τη Σαουδική Αραβία λόγω της πολύκροτης υπόθεσης Κασόγκι, όπως και με την Αίγυπτο, με την οποία ήρθε σε ρήξη ήδη από το 2013, όταν υποστήριξε τους Αδελφούς Μουσουλμάνους εναντίον του Αμπντελφατάχ αλ Σίσι.
Ενα χρόνο αργότερα, η κατάσταση διαγράφεται πολύ διαφορετική. Την περασμένη Δευτέρα, ο Ταγίπ Ερντογάν μίλησε τηλεφωνικά με τον ντε φάκτο ηγέτη των Εμιράτων, Μοχάμεντ μπιν Ζαγέντ αλ Ναχιάν, με στόχο να επιταχυνθεί η εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο κρατών.
Οι παλιές κατηγορίες της Αγκυρας, ότι δηλαδή τα Εμιράτα είχαν ενισχύσει το αποτυχημένο πραξικόπημα του δικτύου Γκιουλέν, το 2016, μπήκαν στο συρτάρι, καθώς ο Τούρκος πρόεδρος δίνει προτεραιότητα αυτόν τον καιρό στα πετροδολάρια του Κόλπου, τα οποία τόσο χρειάζεται η χωλαίνουσα οικονομία της χώρας του.
Την ερχόμενη εβδομάδα, ο Αιγύπτιος αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Χάμντι Λόζα θα συναντηθεί στην Αγκυρα με τον Τούρκο ομόλογό του Σεντάτ Ονάλ για τον δεύτερο γύρο των επαφών που έχουν στόχο την επανασυμφιλίωση.
Η στροφή του Ερντογάν προς τον πραγματισμό επηρεάστηκε καταλυτικά από τις επιλογές του Τζο Μπάιντεν. Υπερασπιζόμενος την πολιτική του για απεγκλωβισμό από το ναρκοπέδιο του Αφγανιστάν, κήρυξε μια ριζική στροφή στην αμερικανική εξωτερική πολιτική, με περιορισμό των στρατιωτικών επεμβάσεων και τερματισμό των προσπαθειών «οικοδόμησης εθνών» με βάση τα αμερικανικά πρότυπα.
Οι σύμμαχοι των ΗΠΑ στην ευρύτερη Μέση Ανατολή αντιλαμβάνονται ότι δεν πρέπει να επαφίενται στην αμερικανική ασπίδα για την άμυνά τους. Οι επιπτώσεις διαγράφονται θεαματικές, καθώς παραδοσιακοί εχθροί στην περιοχή του Κόλπου προσπαθούν να μειώσουν τις εντάσεις, δίνοντας το προβάδισμα στη διπλωματία.
Τα Εμιράτα, που μέχρι πρότινος συνέκριναν τον Αγιατολάχ Χαμενεΐ με τον Χίτλερ, διεμήνυσαν ότι η αποκατάσταση σχέσεων με το Ισραήλ δεν στρέφεται εναντίον του Ιράν, αλλά αποτελεί μέρος μιας γενικότερης στρατηγικής για την περιφερειακή σταθερότητα. Η ανταπόκριση της Τεχεράνης ήταν άμεση.
Ο σκληροπυρηνικός νέος πρόεδρος του Ιράν, Εμπραχίμ Ραϊσί, δήλωσε ότι η χώρα του επιθυμεί καλές σχέσεις με τα Εμιράτα και ότι θα ξανανοίξει την πρεσβεία της στη Σαουδική Αραβία. Την περασμένη εβδομάδα πραγματοποιήθηκε στη Βαγδάτη διάσκεψη όλων των κρατών του Κόλπου –χωρίς τη συμμετοχή της Αμερικής–, όπου συμμετείχαν τόσο το Ιράν όσο και η Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα.
Σε αυτό το φόντο, ο Ερντογάν δεν έχει την πολυτέλεια να επιμείνει στις βεντέτες. Αλλωστε, τα περιφερειακά στηρίγματά του εξασθένησαν με το πρόσφατο συνταγματικό πραξικόπημα του προέδρου Καΐς Σαγέντ στην Τυνησία, που έβγαλε, τουλάχιστον προσωρινά, εκτός παιχνιδιού την Ενάχντα, το μετριοπαθές τυνησιακό παρακλάδι των Αδελφών Μουσουλμάνων.
Σε κάθε περίπτωση, όσοι είχαν επενδύσει σε λογικές «αντι-αξόνων», θεωρώντας δεδομένη την αντιπαλότητα της Τουρκίας με ισχυρές αραβικές χώρες της Μέσης Ανατολής και του Κόλπου, θα χρειαστεί να αναζητήσουν δεύτερες σκέψεις.
Πηγές: REUTERS, A.P., Καθημερινή
https://infognomonpolitics.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου