Στο 1ο μέρος του παρόντος αφιερώματος (δείτε: εδώ) περιγράψαμε σε αδρές γραμμές τα γεγονότα του τριημέρου 19 – 22 Αυγούστου 1991, όταν στη Σοβιετική Ένωση και με κύρια αιχμή τη πρωτεύουσα Μόσχα, εκτυλίχθηκε ένα στρατιωτικό-πολιτικό πραξικόπημα κατά του εκλεγμένου Προέδρου της ΕΣΣΔ Μιχαήλ Γκορμπατσόβ, με πρωτοβουλία της λεγόμενης Κρατικής Επιτροπής Έκτακτης Κατάστασης (ρωσ.: ГКЧП — Государственный Коми-тет Чрезвычайного Положения). Όπως και στο πρώτο κείμενο, χάριν συντομίας θα χρησιμοποιήσουμε κι εδώ την ελληνική σύντμηση της ονομασίας της Επιτροπής – ΚΕΕΚ.
Στο παρόν, 2ο μέρος του αφιερώματος, θα ασχοληθούμε με το τι είχε προηγηθεί τα τελευταία χρόνια πριν τη διάλυση της ΕΣΣΔ, ώστε ο αναγνώστης να κατανοήσει, στο μέτρο του δυνατού, πώς φτάσαμε πριν από 30 χρόνια στη διάλυση του Συμβουλίου Οικονομικής Αλληλοβοήθειας – ΣΟΑ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας, στην παλινόρθωση του καπιταλισμού και στη δημιουργία ενός μονοπολικού status quo στον κόσμο μας, προτού τα γεγονότα των τελευταίων ετών αρχίσουν να ταρακουνούν τα θεμέλια και αυτής της παγκόσμιας «αρχιτεκτονικής», θέτοντας νέα ζητήματα και αναζητώντας διαφορετικές από τις μέχρι τώρα προτεινόμενες λύσεις.
Για την ολοκλήρωση του αφιερώματος θα απαιτηθεί τελικά και ένα 3ο (και τελευταίο μέρος), όπου θα ασχοληθούμε λεπτομερέστερα με τους πρωταγωνιστές εκείνων των τριών ημε-ρών του Αυγούστου του 1991.
Τι προηγήθηκε
Από τα μέσα προς τέλη της δεκαετίας του ‘70 και μετά από μία αρκετά μακρά περίοδο ακμής, οικονομικής ανάπτυξης και σημαντικής βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της ΕΣΣΔ, στη χώρα παρουσιάστηκε, φαινομενικά απότομα, ένα σημαντικό «φρενάρισμα» της ανάπτυξης και πτώση της παραγωγικότητας, γεγονότα είχαν τον ανάλογο αντίκτυπο και στις καταναλωτικές επιλογές των πολιτών, αλλά και στη γενική τους διάθεση απέναντι στην πολιτική και κομματική ηγεσία της χώρας. Η περίοδος αυτή είθισται να αποκαλείται ως «Περίοδος της Στασιμότητας». Την περίοδο αυτή δεν γίνεται ούτε λόγος για κάποιας μορφής πολιτική αντίδραση από την πλευρά του σοβιετικού λαού – ούτως ή άλλως, οι βασικές καταναλωτικές ανάγκες εξακολουθούν να καλύπτονται σχετικά επαρκώς, ενώ η σιγουριά των κοινωνικών παροχών (δωρεάν παιδεία και υγειονομική περίθαλψη, εξασφαλισμένη εργασία και εργασιακές παροχές, χαμηλό συνταξιοδοτικό όριο – 60 έτη για τους άνδρες, 55 για τις γυναίκες) δημιουργούσε ένα ισχυρό, ακόμη, πλέγμα προστασίας και ασφάλειας.
Ωστόσο ήταν φανερό ότι το μέχρι τότε υφιστάμενο μοντέλο οικονομίας χρειαζόταν σοβαρές μεταρρυθμίσεις, ώστε να συνεχίσει τα είναι λειτουργικό και, το κυριότερο, να βελτιώνει ουσιαστικά το βιοτικό επίπεδο των πολιτών. Το παλιό «σταλινικό» μοντέλο οικονομίας, που ήταν δομημένο κυρίως πάνω σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης (πόλεμοι, καταπολέμηση πείνας, κατασκευή βασικών υποδομών κοκ) είχε αντικατασταθεί από τα μέσα της δεκαετίας του ‘60 (ουσιαστικά με την ανάληψη καθηκόντων Γενικού Γραμματέα του ΚΚΣΕ από τον Λεονίντ Μπρέζνιεβ) από ένα πιο «ευέλικτο» και προσαρμοσμένο στις νέες συνθήκες μοντέλο, το οποίο ωστόσο ξεπεράστηκε επίσης από τις συνθήκες και χρειαζόταν γενναίες αλλαγές. Τα σημαντικότερα προβλήματα παρουσιάζονταν στην ποιότητα πολλών παραγόμενων προϊόντων (καταναλωτικών και μη) και στο κάκιστο σύστημα τροφοδοσίας και διανομής προϊόντων. Οι δύο αυτοί τομείς υποδείκνυαν, επί της ουσίας, ένα βαθύτερο πρόβλημα: την αδυναμία κατανόησης από το οικονομικό επιτελείο της σοβιετικής ηγεσίας, ότι και σε μια σοσιαλιστική οικονομία λειτουργεί ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης, φυσικά με εντελώς διαφορετικούς όρους από αυτούς που ισχύουν σε μια καπιταλιστική οικονομία.
Έτσι η σοβιετική οικονομία παρήγαγε πολλές φορές σε μεγάλες ποσότητες προϊόντα χωρίς πρακτική χρησιμότητα, ούτε και ελκυστικά για τον πολίτη, τη στιγμή που σε βασικά προϊόντα άρχισαν να παρατηρούνται αδικαιολόγητες ελλείψεις. Επίσης, η κατηγοριοποίηση των πόλεων και των χωριών ως προς την ποσότητα και την ποιότητα της τροφοδοσίας τους με αγαθά («άλλη» τροφοδοσία για τη Μόσχα, το Λενινγκράντ και τις πρωτεύουσες των Ενωσιακών Δημοκρατιών, «άλλη» για τις μεγάλες πόλεις, «άλλη» για τις μεσαίες και μικρές πόλεις, «άλλη» για τα χωριά) δημιουργούσε συνθήκες ανισότητας ανάμεσα στους κατοίκους των αστικών και των ημιαστικών και αγροτικών περιοχών, που ήταν εντελώς ασύμβατες με την ιδεολογική αρχή του κομμουνισμού περί ισότητας των πολιτών σε όλα τα επίπεδα.
Σημαντικό «μείον» και τροχοπέδη στην ανάπτυξη της οικονομίας αποτελούσε, επίσης, η πλήρης, σχεδόν, απουσία σύνδεσης των αναμφισβήτητων επιτευγμάτων της σοβιετικής επιστήμης και τεχνολογίας με την παραγωγική διαδικασία, που θα οδηγούσε στην παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας και στη μείωση του κόστους παραγωγής, κάτι που, σε συνθήκες σοσιαλιστικής οικονομίας θα ήταν σε σχεδόν αποκλειστικό όφελος του τελικού καταναλωτή.
Ανάλογα προβλήματα με αυτά της ΕΣΣΔ, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, αντιμετώπιζαν και οι υπόλοιπες χώρες-μέλη του Συμβουλίου Οικονομικής Αλληλοβοήθειας (ΣΟΑ). Άλλες τα κατάφερναν σαφώς καλύτερα (πχ Γερμανική ΛΔ, Ουγγαρία, Τσεχοσλοβακία), άλλες λιγότερο καλά (Πολωνία, Βουλγαρία) και άλλες (Ρουμανία) θύμιζαν ελάχιστα, για να το πούμε κομψά, σοσιαλιστική χώρα, έχοντας οικονομία σχεδιασμένη «στο πόδι», με εκτεταμένη διαφθορά στον κρατικό μηχανισμό και με διανομή στο λαό όχι πλούτου, αλλά φτώχειας. Η χειροτέρευση της οικονομικής κατάστασης, μαζί με τα αιτήματα για περισσότερη δημοκρατία και διαφάνεια στο δημόσιο βίο, θα έφερνε λίγα χρόνια αργότερα την «καταιγίδα» των πολιτικών αλλαγών στην Ανατολική Ευρώπη, που από αλλού ξεκίνησαν και (κατά την άποψη του γράφοντος) αλλού, δυστυχώς, κατέληξαν…
Η εκλογή Αντρόποβ
Επιστρέφοντας στην ΕΣΣΔ, ο θάνατος του Λεονίντ Μπρέζνιεβ στις 10 Νοεμβρίου 1982 και η ανάληψη της Γενικής Γραμματείας του ΚΚΣΕ από τον Γιούρι Αντρόποβ δύο μέρες αργότερα, με απόφαση της έκτακτης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΣΕ, σηματοδότησαν την πρώτη απόπειρα βαθιών τομών και ριζοσπαστικών αλλαγών στον τομέα της οικονομίας, αλλά και στην ενίσχυση της σοσιαλιστικής δημοκρατίας και της διαφάνειας στον δημόσιο βίο της χώρας. Ο Αντρόποβ, έχοντας προϋπάρξει επί 15 χρόνια επικεφαλής της KGB και έχοντας στο βιογραφικό του την καταστολή των αντικομμουνιστικών πραξικοπημάτων στην Ουγγαρία (1956) και την Τσεχοσλοβακία (1968), ήταν άνθρωπος οξυδερκής και με σφαιρική αντίληψη των πραγμάτων, ενώ η μη συμμετοχή του σε κυβερνητικά καθήκοντα του έδινε τη δυνατότητα της παρατήρησης εξ αποστάσεως και της καταγραφής όλων των αδυναμιών στη διοίκηση του κρατικού μηχανισμού, αλλά και των φαινομένων διαφθοράς, παράνομου πλουτισμού και – κακώς εννοούμενου – «καριερισμού» σε όλα τα επίπεδα της σοβιετικής κοινωνίας και του κρατικού και κομματικού μηχανισμού.
Στους 15, μόλις, μήνες που παρέμεινε στην ηγεσία του Κόμματος και της χώρας, ο Γιούρι Αντρόποβ δεν προέβη μόνο σε ριζικές αλλαγές στον διοικητικό μηχανισμό (18 υπουργοί και 37 επικεφαλής Περιφερειών είδαν σε αυτό το χρονικό διάστημα την πόρτα της εξόδου!), αλλά και προσπάθησε να δώσει αποφασιστικό χτύπημα στα φαινόμενα διαφθοράς, δίνοντας τη δυνατότητα στις δικαστικές Αρχές της χώρας να παραπέμψουν σε δίκες δεκάδες (ή και εκατοντάδες) «μεγαλόσχημους» κρατικούς και κομματικούς λειτουργούς, ειδικά στο χώρο του εμπορίου και της διανομής αγαθών. Παράλληλα προσπάθησε να ενισχύσει την εργασιακή πειθαρχία και τα εκτεταμένα φαινόμενα «κοπάνας» από τους εργασιακούς χώρους, με εντολή στα αστυνομικά όργανα να πραγματοποιούν ελέγχους ακόμη και στους δρόμους και στα καταστήματα, προκειμένου να καταγράφουν τους «κοπανατζήδες».
Ωστόσο, πέρα από τα μέτρα πειθαρχικού χαρακτήρα, ο Αντρόποβ αντιλαμβανόταν την ανάγκη για ριζική αναδιαμόρφωση όλου του συστήματος παραγωγής και κατανομής αγαθών, όπως και το γεγονός ότι, σε μεγάλο βαθμό, η ηγεσία του ΚΚΣΕ και τα στελέχη του κρατικού και κομματικού μηχανισμού είχαν, εν πολλοίς, χάσει την επαφή με τον απλό λαό, δεν κατέγραφαν τις ανάγκες και τις ανησυχίες του και, φυσικά, δεν έδειχναν πολλές φορές την παραμικρή διάθεση να επιλύσουν και το πιο απλό πρόβλημα. Η γραφειοκρατία και η διαφθορά είχαν τη ρίζα τους ακριβώς στα παραπάνω. Επίσης ήταν σαφώς ταγμένος υπέρ της εμβάθυνσης της σοσιαλιστικής δημοκρατίας, της μεγαλύτερης συμμετοχής των πολιτών στις διαδικασίες λήψης των αποφάσεων και της διαφάνειας στον δημόσιο βίο, όρο απαραίτητο για την οικοδόμηση όρων εμπιστοσύνης ανάμεσα στην ηγεσία της χώρας και τους πολίτες της.
Ο Αντρόποβ άρχισε σταδιακά να δημιουργεί μια ομάδα ομοϊδεατών του, με στόχο την επεξεργασία ενός νέου οικονομικού σχεδίου, που θα λάμβανε υπόψη και θα χρησιμοποιούσε τα επιτεύγματα της σοβιετικής επιστήμης και τεχνολογίας και το ποιοτικό άλμα που θα αναβάθμιζε σε όλα τα επίπεδα τη ζωή των Σοβιετικών πολιτών. Δυστυχώς, τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε (νεφρική ανεπάρκεια) τον οδήγησαν στον πρόωρο θάνατο, στις 9 Φεβρουαρίου 1984. Έτσι, η πρώτη προσπάθεια για αναγέννηση και ποιοτική αναβάθμιση της σοβιετικής οικονομίας παρέμεινε ανολοκλήρωτη.
Η εκλογή Γκορμπατσόβ
Επόμενος Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΣΕ εκλέχτηκε ο Κονσταντίν Τσερνιένκο, από τα πλέον έμπειρα κομματικά στελέχη και μέλος του Πολιτικού Γραφείου του Κόμματος από το 1978. Η επιλογή αυτή, με δεδομένη τη βεβαρημένη υγεία του Τσερνιένκο, μαρτυρούσε ένα σημαντικό κενό στην εξεύρεση και ανάδειξη στην ηγεσία του Κόμματος και της χώρας ενός ατόμου ικανού στη διοίκηση και τη διαχείριση κρίσεων. Ήταν φανερό, ότι η ηγεσία του ΚΚΣΕ προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο, μέχρι να καταλήξει στο άτομο που θα θεωρούσε κατάλληλο για τη θέση του Γενικού Γραμματέα. Ο θάνατος του Τσερνιένκο στις 10 Μαρτίου 1985, μετά από 13 μήνες παραμονής στο «τιμόνι» του Κόμματος και της χώρας, έφερε την κομματική ηγεσία μπροστά σε μια κατάσταση «ή τώρα ή ποτέ». Ήδη στο διάστημα παραμονής του Τσερνιένκο στην ηγεσία δεν είχε συμβεί τίποτε, επί της ουσίας, που να άλλαζε την πρότερη κατάσταση και ήδη είχε χαθεί πολύτιμος χρόνος. Την επομένη, κιόλας, του θανάτου του Τσερνιένκο, με τη γνωστή, πλέον, διαδικασία (έκτακτη Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής) εκλέγεται Γενικός Γραμματέας του Κόμματος ο 54χρονος, τότε, Μιχαήλ Σεργκέγεβιτς Γκορμπατσόβ, μέχρι τούδε Γραμματέας της Περιφερειακής κομματικής οργάνωσης της Σταυρούπολης (νότια Ρωσία).
Ο Γκορμπατσόβ, όπως και ο μετέπειτα πρωθυπουργός Νικολάι Ριζκόβ, ήταν μέλος της ομάδας υπό τον Γιούρι Αντρόποβ που είχε αναλάβει τη σύνταξη ενός σχεδίου ριζικών μεταρρυθμίσεων για την ανάκαμψη της σοβιετικής οικονομίας. Το πρώτο σύνθημα, που σήμαινε και την αλλαγή της οικονομικής πολιτικής, ήταν η «επιτάχυνση» (ускорение / ουσκορένιε), που μεταφραζόταν σε εντατικοποίηση της παραγωγής και αύξηση της παραγωγικότητας, με στόχο τη διάθεση στους πολίτες περισσότερων και ποιοτικά καλύτερων προϊόντων. Ένα χρόνο αργότερα θα εμφανιστούν ως όροι η γνωστή μας «περεστρόικα» (пере-стройка = ανοικοδόμηση, αναδιάρθρωση), που αφορούσε κυρίως στις δομικές αλλαγές στον τομέα της οικονομίας και η «γκλάσνοστ» (гласность = διαφάνεια), που αναφερόταν στην ανάγκη διαφάνειας στη δημόσια ζωή και στην εμβάθυνση των δημοκρατικών διαδικασιών. Ο Γκορμπατσόβ μίλησε για «οικονομία της αγοράς» εννοώντας, επί της ουσίας, ένα σύστημα μικτής οικονομίας κοντά στο θεωρητικό μοντέλο της τότε ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, με ισχυρό δημόσιο χαρακτήρα στους νευραλγικούς τομείς της οικονομίας, αλλά και παράλληλη εμφάνισης της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας.
Σε επίπεδο διεθνούς πολιτικής, ο Γκορμπατσόβ θεωρούσε ότι η χώρα του θα έπρεπε να συμβάλει στον περιορισμό των πυρηνικών όπλων και τη μείωση των στρατιωτικών δαπανών. Σε αυτή την κατεύθυνση έλαβε την απόφαση για απόσυρση των δυνάμεων του Σοβιετικού Στρατού από το Αφγανιστάν, 10 χρόνια μετά την είσοδό τους εκεί (1979 – 1989), ενώ το 1988 υπέγραψε μαζί με τον τότε Πρόεδρο των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρέιγκαν στο Ρέικιαβικ της Ισλανδίας την ομώνυμη Συμφωνία για περιορισμό των πυρηνικών όπλων μέσου βεληνεκούς (συμφωνία που αρνήθηκε μονομερώς να ανανεώσει η πλευρά των ΗΠΑ πριν από περίπου 1 χρόνο, επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ).
Ωστόσο η θεωρητική και η πρακτική πλευρά των πραγμάτων πολλές φορές έχουν τελείως διαφορετικά χαρακτηριστικά. Όπως και οι καλές προθέσεις συνήθως δεν αρκούν για να φέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Πολλές από τις ιδέες του Γκορμπατσόβ και των συνεργατών του ήταν όντως σε θετική κατεύθυνση και, πιθανότατα, απαραίτητες για την αναστροφή της ύφεσης στη σοβιετική οικονομία. Ωστόσο ο τρόπος που ο ίδιος διαχειρίστηκε τις περισσότερες καταστάσεις κατά την εξαετή (1985 – 1991) παραμονή του στην ηγεσία της χώρας, είτε ως Γενικός Γραμματέας του Κόμματος, είτε ως Πρόεδρος του Ανωτάτου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ (για ένα σημαντικό διάστημα κατείχε ταυτόχρονα και τα δύο αξιώματα) είτε, τέλος, ως Πρόεδρος (πρώτος και τελευταίος, όπως έχουμε ήδη πει) της ΕΣΣΔ, έφερναν, σε αρκετές περιπτώσεις, τα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα. Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα:
- Η απόφασή του (με παρότρυνση του τότε ομοϊδεάτη του και άμεσου συνεργάτη Γεγκόρ Λιγκατσόβ) για την περίφημη «αντιαλκοολική εκστρατεία» οδήγησε τελικά στην αύξηση κατά 45% της τιμής των αλκοολούχων ποτών, στην έξαρση (τριπλασιασμό) της παραγωγής παράνομων αλκοολούχων ποτών, στην εξαφάνιση της ζάχαρης (πρώτης ύλης για την παραγωγή φτηνού παράνομου αλκοόλ) από τα καταστήματα τροφίμων, στην καταστροφή σημαντικού τμήματος του παραγωγικού ιστού της αγροτικής οικονομίας (κυρίως αμπέλια και σιτοβολώνες) και, τελικά, στην απόσυρση του μέτρου ως παντελώς αποτυχημένου, 2 περίπου χρόνια μετά την έναρξη εφαρμογής του.
- Η ψήφιση του νόμου περί «ατομικής οικονομικής δραστηριότητας», ταυτόχρονα με την εισαγωγή των όρων για αυτοχρηματοδότηση και αυτοσυντήρηση των κρατικών επιχειρήσεων, αντί ν’ ανοίξει τον δρόμο για τη δημιουργία μικρών και μεσαίων ατομικών / οικογενειακών επιχειρήσεων κυρίως στη σφαίρα της παροχής υπηρεσιών, οδήγησε τελικά στην οικονομική καταστροφή τις δημόσιες επιχειρήσεις και στην ιδιωτικοποίησή τους τα επόμενα χρόνια (όταν πλέον Πρόεδρος της Ρωσίας ήταν ο Μπορίς Γέλτσιν) και στην παλινόρθωση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, περίπου 7 δεκαετίες μετά την κατάργησή τους στη Ρωσία με την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917.
- Η προσπάθειά του για αναμόρφωση της εσωτερικής δομής του ΚΚΣΕ αντί να συμβάλει στην εξυγίανση του κομματικού μηχανισμού, οδήγησε τελικά στη δημιουργία κομματικών «καπετανάτων» («φραξιών», στην κομματική γλώσσα), που είχαν μεταξύ τους τεράστιες διαφορές αντιλήψεων και διαγκωνίζονταν, επί της ουσίας, για την επικράτηση εντός του κομματικού μηχανισμού, αντί να ασχολούνται με τα προβλήματα του λαού και της οικονομίας της χώρας. Επίσης, η παντελής αγνόηση των φυγόκεντρων τάσεων που άρχισαν να δημιουργούνται στις ηγεσίες των τοπικών Κομμουνιστικών Κομμάτων των Ενωσιακών Δημοκρατιών (που ήταν ο προάγγελος της μετέπειτα διάλυσης της ΕΣΣΔ), καθώς και των εθνικιστικών κινημάτων που άρχισαν να φουντώνουν κατά τόπους (όχι χωρίς την «αμέριστη συμπαράσταση» της Δύσης), τον οδήγησε συχνά όχι στην αναζήτηση λύσεων μέσω του διαλόγου, αλλά στη σκληρή καταστολή, με νεκρούς και τραυματίες (βλ. γεγονότα στο Μπα-κού, την Άλμα-Ατά και τη Ρίγα, την εμφάνιση του ανοιχτά εθνικιστικού «Ρουχ» στην Ουκρανία κοκ).
- Η επιθυμία του για «επανανάγνωση» της Ιστορίας, μακριά, κατά την προσωπική του αντίληψη, από τα «κομματικά δόγματα», τον οδήγησε σε άστοχες και ατεκμηρίωτες παραδοχές με αναγωγή στον ιστορικό αναθεωρητισμό, όπως αυτή της δήθεν ευθύνης του Κόκκινου Στρατού για τη σφαγή 21 χιλιάδων Πολωνών στρατιωτικών στο Κατίν (Περιφέρεια Σμολένσκ, τότε Λευκορωσική ΣΣΔ, σήμερα Ρωσική Ομοσπονδία) το 1940. Θα πρέπει, ωστόσο, εδώ να τονίσουμε, ότι η επίσημη θέση του κράτους της Ρωσικής Ομοσπονδίας (παρά τη φανερή αντιπάθεια που τρέφει εναντίον του προσώπου του Γκορμπατσόβ) παραμένει η ίδια και μάλιστα με επίσημη απόφαση της (πλειοψηφίας της) Ανώτατης Κρατικής Δούμας από το 2010. Η δε προσπάθεια να φωτιστούν τα όποια εγκλήματα κατά του Σοβιετικού λαού κατά την περίοδο της ηγεσίας του Ιωσίφ Στάλιν (1923 – 1953) οδήγησαν πολλές φορές σε διαστρεβλώσεις «από την ανάποδη» ή σε διαγραφή ακόμη και των σημαντικών επιτευγμάτων της ίδιας εποχής στην οικονομία και στην ανοικοδόμηση της χώρας μετά την τραγωδία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
- Η επιλογή του Μπορίς Γέλτσιν το 1985 για τη θέση του Α’ Γραμματέα για την Περιφερειακή Κομματική Οργάνωση της Μόσχας, παρά τη δεδομένη αντίρρηση του Πρωθυπουργού Νικολάι Ριζκόβ, του δημιούργησε, εκ του μη όντος, έναν ανταγωνιστή και πολιτικό αντίπαλο, ο οποίος τελικά τον εξοβέλισε από την εξουσία μερικά χρόνια αργότερα, συμβάλλοντας στο μεταξύ στη διάλυση της μεγάλης χώρας με το όνομα ΕΣΣΔ.
- Η επιθυμία του για μείωση των αμυντικών δαπανών, οι οποίες μέχρι τότε καταλάμβαναν το 25% του κρατικού προϋπολογισμού, τον οδήγησαν σε παράλογες αποφάσεις, όπως η διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας (η οποία αποτέλεσε και τον προάγγελο της διάλυσης του σοσιαλιστικού μπλοκ εν γένει και το πέρασμα όλων των χωρών-μελών του υπό την πολιτική και ιδεολογική επήρεια της Δύσης. Επίσης, η «αβρόχοις ποσί» παράδοση της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας (ΓΛΔ) υπό το πρόσχημα της «επανένωσης» των δύο γερμανικών κρατών, χωρίς καν να ρωτηθεί η πολιτική ηγεσία αυτής της χώρας, οδήγησε σε πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές παρενέργειες, οι οποίες είναι ακόμη ορατές στον «ενοποιημένο», πλέον, γερμανικό δημόσιο βίο.
- Μερικά ενδεικτικά στοιχεία από τα οικονομικά «κατορθώματα» της εξαετίας Γκορμπατσόβ στον τομέα της οικονομίας:
1) Τα αποθέματα χρυσού της χώρας από το 2500 τόννοι το 1985 μειώθηκαν σε μόλις 240 τόνους το 1991,
2) Το εξωτερικό χρέος της ΕΣΣΔ υπερδιπλασιάστηκε, από 31,3 δισεκ. δολάρια ΗΠΑ το 1985 σε 70,3 δισεκ. δολάρια ΗΠΑ το 1991,
3) Ο επίσημος ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας της ΕΣΣΔ από το +2,3% το 1985 έπεσε στο -11% το 1991,
4) Η επίσημη ισοτιμία του δολαρίου έναντι του ρουβλιού από 0,64 προς 1 το 1985 έφτασε στο 90 προς 1 το 1991, δημιουργώντας συνθήκες υπερπληθωρισμού και πλήρους απαξίας του εθνικού νομίσματος.
- Σε ό,τι αφορά, τέλος, τη ύπαρξη αυτή καθαυτή της ΕΣΣΔ, ο Γκορμπατσόβ φαίνεται ότι επιθυμούσε τη διατήρησή της, ωστόσο ήταν φανερό ότι δεν ήταν σε θέση να διαχειριστεί αποτελεσματικά και να αντιστρέψει τις φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό της χώρας και κυρίως τον διαβρωτικό και διαλυτικό ρόλο που έπαιζε ήδη ο Μπορίς Γέλτσιν, ο οποίος έχοντας κερδίσει τις προεδρικές εκλογές του 1987 στη Ρωσική Σοβιετική Ομόσπονδη Σοσιαλιστική Δημοκρατία είχε αναδειχθεί σε αντίπαλο πολιτικό πόλο, με σαφώς δεξιά, νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική πολιτική και ιδεολογική ατζέντα, και πλασαριζόταν ως ο «ηγέτης της δημοκρατίας και της ελευθερίας». Ο ύπουλος ρόλος του Γέλτσιν και η πιθανή του σχέση με ξένες μυστικές υπηρεσίες είναι ακόμη προϊόν προς διερεύνηση, ωστόσο ο ρόλος του ως «ο άνθρωπος που διέλυσε την ΕΣΣΔ» είναι αναμφισβήτητος από εχθρούς και φίλους.
Στο 3ο και τελευταίο μέρος του αφιερώματός μας θα ασχοληθούμε με το ρόλο που διαδραμάτισαν τις ημέρες του πραξικοπήματος οι βασικοί πρωταγωνιστές, όπως και με την τύχη που είχαν στη συνέχεια της ζωής τους. Ειδικά το τελευταίο είναι σημαντική πηγή για εξαγωγή συμπερασμάτων για τα αίτια και τα αποτελέσματα αυτού του τριημέρου και τα ίχνη που έχουν αφήσει στην παγκόσμια πολιτική σκηνή και είναι ορατά μέχρι σήμερα.
http://sioualtec.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου