Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2020

Leonard Mlodinow – Διαβάζοντας τους ανθρώπους

 


Οι άνθρωποι επικοινωνούν μέσω ενός πλούσιου γλωσσικού συστήματος, του οποίου η ανάπτυξη αποτέλεσε μια καθοριστική στιγμή στην εξέλιξη του είδους μας, μια καινοτομία που αναδιαμόρφωσε τον χαρακτήρα της ανθρώπινης κοινωνίας. Πρόκειται για μια ικανότητα που φαίνεται να διαθέτει μόνο το ανθρώπινο είδος. Στα άλλα ζώα η επικοινωνία περιορίζεται σε απλά αναγνωριστικά ή προειδοποιητικά μηνύματα- οι σύνθετες δομές είναι ελάχιστες.

Για παράδειγμα, αν είχε απαιτηθεί από τον Χανς να απαντάει με ολοκληρωμένες προτάσεις, το σόου του θα είχε τελειώσει. Ακόμη και ανάμεσα στα πρωτεύοντα, δεν υπάρχει κανένα είδος που να αποκτά υπό φυσικές συνθήκες πάνω από λίγα σήματα, ή που να τα συνδυάζει με κάπως σύνθετο τρόπο. Ο μέσος άνθρωπος, αντίθετα, γνωρίζει δεκάδες χιλιάδες λέξεις και μπορεί να τις συνδέσει μεταξύ τους ακολουθώντας σύνθετους κανόνες, χωρίς καμία σχεδόν συνειδητή προσπάθεια ή τυπική εκπαίδευση.

Οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμα κατανοήσει πώς εξελίχθηκε η γλώσσα. Πολλοί πιστεύουν πως τα παλαιότερα ανθρώπινα είδη, όπως ο Ηomo habilis και ο Ηomo erectus, διέθεταν πρωτόγονα συστήματα επικοινωνίας γλωσσικού ή συμβολικού τύπου. Αλλά η ανάπτυξη της γλώσσας όπως τη γνωρίζουμε πιθανότατα συνέβη μόνο μετά από την εμφάνιση των σύγχρονων ανθρώπων. Ορισμένοι υποστηρίζουν πως η γλώσσα γεννήθηκε πριν από 100.000 χρόνια και άλλοι αργότερα· αλλά η ανάγκη για σύνθετη επικοινωνία σίγουρα έγινε πιο επείγουσα από τη στιγμή που εμφανίστηκαν οι «σύγχρονοι ως προς τη συμπεριφορά» κοινωνικοί άνθρωποι, πριν από 50.000 χρόνια. Έχουμε δει τη σημασία που έχουν για το είδος μας οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, οι οποίες ασφαλώς συμβαδίζουν με την ανάγκη της επικοινωνίας. Η ανάγκη αυτή είναι τόσο δυνατή ώστε ακόμη και μωρά που είναι κουφά αναπτύσσουν συστήματα χειρονομιών που μοιάζουν με γλώσσα και, αν διδαχθούν τη νοηματική γλώσσα, μιλούν «μωρουδίστικα» χρησιμοποιώντας τα χέρια τους.

Αλλά γιατί ανέπτυξαν οι άνθρωποι τη μη λεκτική επικοινωνία; Μεταξύ των πρώτων που μελέτησαν σοβαρά το θέμα ήταν ένας Άγγλος που παρακινήθηκε από το ενδιαφέρον του για τη θεωρία της εξέλιξης. Κατά τη δική του εκτίμηση, ο ίδιος δεν ήταν καμιά ιδιοφυία. Δεν είχε «ιδιαίτερα γρήγορη αντίληψη ή πνεύμα», ή «τη δύναμη να ακολουθεί μια μακρά και καθαρά αφηρημένη αλληλουχία σκέψεων». Στις συχνές περιπτώσεις που αισθάνομαι κι εγώ το ίδιο, παίρνω κουράγιο ανατρέχοντας στα λόγια αυτά, μια και ο συγκεκριμένος Άγγλος δεν τα κατάφερε και τόσο άσχημα στη ζωή του – ήταν ο Κάρολος Δαρβίνος. Δεκατρία χρόνια μετά την έκδοση της Καταγωγής των ειδών, ο Δαρβίνος εξέδωσε άλλο ένα ριζοσπαστικό βιβλίο με τίτλο Η έκφραση των συγκινήσεων στον άνθρωπο και τα ζώα. Εκεί υποστήριζε ότι τα συναισθήματα -και οι τρόποι με τους οποίους εκφράζονται- συνιστούν ένα πλεονέκτημα για την επιβίωση και δεν είναι αποκλειστικό χαρακτηριστικό του ανθρώπου, αλλά εμφανίζονται σε πολλά είδη. Επομένως, μπορούμε να εντοπίσουμε στοιχεία για τον ρόλο των συναισθημάτων εξετάζοντας τις ομοιότητες και τις διαφορές της μη λεκτικής συναισθηματικής έκφρασης σε πολλά διαφορετικά είδη.

Αν και ο Δαρβίνος δεν θεωρούσε τον εαυτό του ιδιοφυία, πίστευε ωστόσο πως διέθετε μια μεγάλη πνευματική δύναμη: την ικανότητα για προσεκτική και λεπτομερή παρατήρηση. Και πράγματι, μολονότι δεν ήταν ο πρώτος που διατύπωσε την ιδέα για την καθολικότητα των συναισθημάτων και της έκφρασής τους, πέρασε πολλές δεκαετίες μελετώντας σχολαστικά τις σωματικές εκδηλώσεις των διάφορων νοητικών καταστάσεων. Παρακολουθούσε τόσο τους συμπατριώτες του όσο και τους ξένους, ψάχνοντας για πολιτισμικές ομοιότητες και διαφορές. Μελέτησε ακόμη και κατοικίδια ζώα, καθώς και τα ζώα του ζωολογικού κήπου του Λονδίνου. Στο βιβλίο του, ο Δαρβίνος ταξινόμησε σε κατηγορίες πολλές ανθρώπινες εκφράσεις και χειρονομίες που εξέφραζαν συναισθήματα, και διατύπωσε υποθέσεις για την προέλευσή τους.

Παρατήρησε επίσης πώς εκδηλώνουν τα κατώτερα ζώα τις προθέσεις και τα συναισθήματά τους μέσα από τις εκφράσεις του προσώπου, τη στάση του σώματος και τις χειρονομίες τους. Ο Δαρβίνος υπέθεσε ότι μεγάλο μέρος της μη λεκτικής επικοινωνίας μας μπορεί να είναι ένα εγγενές και αυτόματο κατάλοιπο από προηγούμενες φάσεις της βιολογικής μας εξέλιξης. Για παράδειγμα, μερικές φορές χρησιμοποιούμε το δάγκωμα για να εκφράσουμε τρυφερότητα, όπως κάνουν και άλλα ζώα. Επίσης, χλευάζουμε και εμείς, όπως άλλα πρωτεύοντα, διαστέλλοντας τα ρουθούνια και αποκαλύπτοντας τα δόντια μας.


Μια άλλη έκφραση που μοιραζόμαστε με τα κατώτερα πρωτεύοντα είναι το χαμόγελο. Φανταστείτε πως κάθεστε σε κάποιο δημόσιο χώρο και καταλαβαίνετε ότι κάποιος σας κοιτάζει. Αν ανταποδώσετε το βλέμμα και το άλλο άτομο χαμογελάσει, μάλλον θα νιώσετε καλά για αυτή την ανταλλαγή των βλεμμάτων. Αν όμως το άλλο άτομο εξακολουθήσει να κοιτάζει χωρίς κανένα ίχνος χαμόγελου, θα νιώσετε μάλλον αμήχανα.

Από πού προέρχονται αυτές οι ενστικτώδεις αντιδράσεις; Ανταλλάσσοντας μεταξύ μας το νόμισμα του χαμόγελου, μοιραζόμαστε ένα συναίσθημα που βιώνουν πολλά από τα πρωτεύοντα ξαδέλφια μας. Στις κοινωνίες των άλλων πρωτευόντων εκτός του ανθρώπου, ένα άμεσο βλέμμα είναι επιθετικό σήμα. Συχνά προηγείται μιας επίθεσης και μπορεί, επομένως, και να την προκαλέσει Έτσι, αν μια υποτακτική μαϊμού θελήσει να ελέγξει τις διαθέσεις μιας κυρίαρχης μαϊμούς, θα αποκαλύψει τα δόντια της σε ένδειξη ειρηνικής πρόθεσης. Στη γλώσσα των μαϊμούδων τα γυμνά δόντια σημαίνουν Συγγνώμη για το βλέμμα μου. Ναι, σε κοιτάζω, αλλά δεν σκοπεύω να επιτεθώ, γι ’ αυτό σε ΠΑΡΑΚΑΛΩ, μη μου επιτεθείς εσύ πρώτος. Στους χιμπατζήδες, το χαμόγελο μπορεί επίσης να λειτουργήσει αντίστροφα: ένα κυρίαρχο άτομο μπορεί να χαμογελάσει σε ένα υποτακτικό, λέγοντας αντίστοιχα “Μην ανησυχείς, δεν θα σου επιτεθώ”. Οπότε, όταν περνάτε δίπλα από έναν άγνωστο σε κάποιο διάδρομο και εκείνος σας χαμογελάει στιγμιαία, βιώνετε μια ανταλλαγή που έχει βαθιές ρίζες στην κληρονομιά μας ως πρωτευόντων. Υπάρχουν μάλιστα κάποιες ενδείξεις ότι στους χιμπατζήδες, όπως και στους ανθρώπους, η ανταλλαγή ενός χαμόγελου μπορεί να είναι σημάδι φιλίας.

Μπορεί να νομίζετε ότι ένα χαμόγελο είναι μάλλον ανακριβές βαρόμετρο των αληθινών συναισθημάτων, αφού μπορεί κάλλιστα να είναι προσποιητό. Είναι αλήθεια ότι μπορούμε να επιδείξουμε συνειδητά ένα χαμόγελο ή οποιαδήποτε άλλη έκφραση, χρησιμοποιώντας τους μυς του προσώπου μας με τρόπους στους οποίους έχουμε εξασκηθεί. Σκεφτείτε πώς φέρεστε όταν προσπαθείτε να κάνετε καλή εντύπωση σε ένα κοκτέιλ πάρτυ, ακόμη και αν δεν διασκεδάζετε καθόλου εκεί. Αλλά οι εκφράσεις του προσώπου μας καθορίζονται επίσης υποκατωφλικά, από μυς που δεν τους ελέγχουμε συνειδητά. Κατά συνέπεια, οι αληθινές εκφράσεις μας δεν μπορούν να «πλαστογραφηθούν».

Ο καθένας μπορεί βέβαια να σχηματίσει ένα ψεύτικο χαμόγελο συσπώντας τους μείζονες ζυγωματικούς μυς, που τραβάνε τις γωνίες του στόματος προς τα πάνω, στα μάγουλα. Αλλά το αυθεντικό χαμόγελο απαιτεί και τη σύσπαση ενός πρόσθετου ζεύγους μυών, των σφιγκτήρων των βλεφάρων, που τραβάνε το δέρμα γύρω από το μάτι προς τον οφθαλμικό βολβό, προκαλώντας ένα αποτέλεσμα που μοιάζει με το πόδι της χήνας, αλλά μπορεί να είναι εξαιρετικά ανεπαίσθητο. Το γεγονός αυτό επισημάνθηκε για πρώτη φορά τον 19ο αιώνα από τον Ντυσέν ντε Μπουλόν, έναν Γάλλο νευρολόγο που επηρέασε τον Δαρβίνο και συγκέντρωσε μια μεγάλη συλλογή από φωτογραφίες ανθρώπων που χαμογελούσαν. Για αυτούς τους μυς του χαμόγελου υπάρχουν δυο διαφορετικές νευρικές οδοί: μια εκούσια για τον μείζονα ζυγωματικό μυ και μια ακούσια για τον σφιγκτήρα των βλεφάρων. Συνεπώς, ένας φωτογράφος μπορεί να σας παρακαλέσει να πείτε «cheese» για να ωθήσετε το στόμα σας στη θέση του χαμόγελου, αλλά αν δεν ανήκετε στην κατηγορία των ανθρώπων που πραγματικά ενθουσιάζονται όταν τους ζητούν να πουν τη λέξη «cheese», το χαμόγελό σας δεν θα δείχνει αυθεντικό.

Κοιτάζοντας φωτογραφίες των δύο τύπων χαμόγελου που του είχε δώσει ο Ντυσέν ντε Μπουλόν, ο Δαρβίνος παρατήρησε ότι μολονότι οι άνθρωποι μπορούσαν να αισθανθούν τη διαφορά, για τον ίδιο ήταν πολύ δύσκολο να προσδιορίσει συνειδητά ποια ήταν αυτή, αναφέροντας ότι

«Συχνά με παραξενεύει το γεγονός ότι μπορούμε να αναγνωρίσουμε αμέσως τόσες πολλές αποχρώσεις εκφράσεων χωρίς καμία συνειδητή αναλυτική επεξεργασία από μέρους μας».

Αν και μέχρι πρόσφατα κανείς δεν είχε δώσει ιδιαίτερη προσοχή σε αυτά τα ζητήματα, νεότερες μελέτες δείχνουν ότι, όπως παρατήρησε ο Δαρβίνος, ακόμη και άνθρωποι που δεν είναι εκπαιδευμένοι στην ανάλυση του χαμόγελου έχουν τη διαίσθηση να διακρίνουν ένα πραγματικό από ένα ψεύτικο χαμόγελο όταν τους δοθεί η δυνατότητα να παρατηρήσουν και τις δύο εκδοχές στο ίδιο πρόσωπο. Τα χαμόγελα που αναγνωρίζουμε ενστικτωδώς ως προσποιητά είναι ένας από τους λόγους που οι πωλητές μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, οι πολιτικοί και άλλοι άνθρωποι που χαμογελούν χωρίς να το εννοούν χαρακτηρίζονται συχνά γλοιώδεις. Οι ηθοποιοί της σχολής της «Μεθόδου» προσπαθούν να ξεπεράσουν αυτό το πρόβλημα ασκώντας τον εαυτό τους να βιώνει πραγματικά το συναίσθημα που πρέπει να εκφράσει, ενώ πολλοί επιτυχημένοι πολιτικοί λέγεται πως έχουν την ικανότητα να ανακαλούν στο μυαλό τους αυθεντικά συναισθήματα φιλίας και ενσυναίσθησης όταν μιλούν σε ανθρώπους που δεν γνωρίζουν.

Ο Δαρβίνος συνειδητοποίησε ότι αν οι εκφράσεις μας εξελίχθηκαν παράλληλα με το είδος μας, τότε πολλοί από τους τρόπους με τους οποίους εκφράζουμε τα βασικά συναισθήματα -χαρά, φόβο, θυμό, αηδία, λύπη και έκπληξη-πρέπει να είναι κοινοί ανάμεσα σε ανθρώπους που προέρχονται από διαφορετικούς πολιτισμούς. Και έτσι, το 1867 ετοίμασε ένα ερωτηματολόγιο που κυκλοφόρησε σε ιθαγενείς λαούς και των πέντε ηπείρων, ορισμένοι από τους οποίους είχαν πολύ μικρή επαφή με τους Ευρωπαίους.

Η έρευνα περιλάμβανε ερωτήσεις όπως: «Εκφράζετε την έκπληξη ανοίγοντας διάπλατα τα μάτια και το στόμα και σηκώνοντας τα φρύδια;». Με βάση τις απαντήσεις που πήρε, ο Δαρβίνος συμπέρανε πως «η ίδια νοητική κατάσταση εκφράζεται με αξιοσημείωτη ομοιομορφία σε όλο τον κόσμο». Αλλά η μελέτη του ήταν μεροληπτική, καθώς περιείχε ερωτήσεις όπως η προηγούμενη, που υπέβαλλαν στους ερωτώμενους συγκεκριμένες απαντήσεις. Έτσι, όπως πολλές από τις πρώιμες έρευνες στον τομέα της ψυχολογίας, υποσκελίστηκε από κάποια άλλη ιδέα: ότι οι εκφράσεις του προσώπου είναι επίκτητες συμπεριφορές, που μαθαίνονται στη νηπιακή ηλικία, καθώς το μωρό μιμείται τα άτομα που το φροντίζουν και άλλους από το άμεσο περιβάλλον του. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, ένας σημαντικός αριθμός διαπολιτισμικών ερευνών έχει φέρει στο φως στοιχεία που δείχνουν ότι τελικά ο Δαρβίνος είχε δίκιο.

Στην πρώτη από μια σειρά διάσημων μελετών, ο ψυχολόγος Πωλ Έκμαν ξεκίνησε να δείχνει φωτογραφίες με ανθρώπινες εκφράσεις σε συμμετέχοντες από τη Χιλή, την Αργεντινή, τη Βραζιλία, τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία. Μέσα σε λίγα χρόνια ο Έκμαν και ένας συνεργάτης του κατάφεραν να δείξουν τέτοιες φωτογραφίες σε ανθρώπους από είκοσι μία χώρες. Τα ευρήματά τους ήταν ίδια με του Δαρβίνου, αποδεικνύοντας ότι άνθρωποι από διαφορετικούς πολιτισμούς αντιλαμβάνονταν με παρόμοιο τρόπο το συναισθηματικό νόημα μιας γκάμας εκφράσεων του προσώπου. Από μόνες τους, όμως, τέτοιου είδους μελέτες δεν σημαίνουν απαραίτητα ότι οι συγκεκριμένες εκφράσεις είναι έμφυτες, ή έστω παγκόσμιες.

Οι οπαδοί της θεωρίας των «επίκτητων εκφράσεων» υποστήριζαν πως τα πορίσματα του Έκμαν δεν αποκάλυπταν τίποτα παραπάνω από το γεγονός ότι οι άνθρωποι στις εν λόγω κοινωνίες είχαν όλοι τους παρακολουθήσει την αμερικανική τηλεοπτική σειρά της δεκαετίας του 1960 Gilligan’s Island, ή άλλες ταινίες και τηλεοπτικές εκπομπές. Και έτσι ο Έκμαν αποφάσισε να ταξιδέψει στη Νέα Γουινέα, όπου μόλις είχε ανακαλυφθεί ένας απομονωμένος πληθυσμός με νεολιθικό πολιτισμό. Οι εκεί ιθαγενείς δεν διέθεταν γραπτή γλώσσα και χρησιμοποιούσαν ακόμη λίθινα εργαλεία. Πολύ λίγοι είχαν δει κάποια φωτογραφία, πόσω μάλλον ταινία ή τηλεοπτική εκπομπή. Ο Έκμαν συγκέντρωσε εκατοντάδες συμμετέχοντες από αυτό τον πληθυσμό, που δεν είχαν εκτεθεί ποτέ πριν σε άλλους πολιτισμούς, και με τη βοήθεια ενός μεταφραστή τους έδειξε φωτογραφίες με πρόσωπα Αμερικανών που εξέφραζαν τα βασικά συναισθήματα.

Οι πρωτόγονοι τροφοσυλλέκτες αποδείχθηκαν εξίσου ικανοί με τους εθελοντές από τις είκοσι μία εγγράμματες χώρες στο να αναγνωρίσουν τη χαρά, τον φόβο, τον θυμό, την αηδία, τη λύπη και την έκπληξη στις εκφράσεις του προσώπου ενός Αμερικανού. Οι επιστήμονες έκαναν επίσης μια αντίστροφη έρευνα. Φωτογράφισαν τους γηγενείς της Νέας Γουινέας να παριστάνουν πώς θα αντιδρούσαν αν έβλεπαν το παιδί τους νεκρό ή αν έβρισκαν το κουφάρι ενός γουρουνιού που είχε πεθάνει πριν από πολλές μέρες. Οι εκφράσεις που καταγράφηκαν από τον Έκμαν ήταν σαφέστατα αναγνωρίσιμες.

Αυτή η καθολική ικανότητα των ανθρώπων να δημιουργούν και να αναγνωρίζουν εκφράσεις του προσώπου αρχίζει ταυτόχρονα με τη γέννηση ή λίγο μετά. Έχει παρατηρηθεί πως τα νεαρά βρέφη κάνουν σχεδόν όλες τις μυϊκές κινήσεις του προσώπου που χρησιμοποιούν και οι ενήλικες για να δηλώσουν τα συναισθήματα. Τα βρέφη μπορούν επίσης να ξεχωρίσουν τις διάφορες εκφράσεις σε άλλα πρόσωπα και, όπως οι ενήλικες, να προσαρμόσουν τη συμπεριφορά τους ανάλογα με ό,τι βλέπουν.

Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι τέτοιες συμπεριφορές είναι επίκτητες. Μάλιστα, μικρά παιδιά που έχουν γεννηθεί τυφλά και δεν έχουν δει ποτέ τους ένα κατσούφιασμα ή ένα χαμόγελο εκδηλώνουν τα συναισθήματά τους με μια γκάμα αυθόρμητων εκφράσεων του προσώπου που είναι σχεδόν ίδιες με των παιδιών με φυσιολογική όραση. Ο κατάλογος με τις εκφράσεις του προσώπου φαίνεται πως ανήκει στον βασικό εργοστασιακό εξοπλισμό των ανθρώπων. Και επειδή είναι σε μεγάλο βαθμό ένα έμφυτο, ασυνείδητο κομμάτι της ύπαρξής μας, η εκδήλωση των συναισθημάτων μας είναι κάτι που μας έρχεται φυσικά, ενώ η απόκρυψή τους απαιτεί μεγάλη προσπάθεια.

Mlodinow Leonard. Κάτω από το κατώφλι. – Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης

 https://antikleidi.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου