Της Αγγελικής Μπολουδάκη
«Ο παράδεισος δεν είναι τόπος για δεύτερους ρόλους, ούτε μπορεί να περιμένει. Είναι χιλιάδες άστρα ανάμεσα μας.» – Γιάννης Ρίτσος
Η ιδέα της δύναμής μας συχνά μας προκαλεί φόβο. Ενώ η ύπαρξή μας, που ο σπόρος της είναι γεμάτος από ζωή, διψά να γεννοβολήσει μέσα από τον έρωτα και τη δημιουργία, ένα σμάρι συναισθημάτων, που διακρίνονται από αγωνία για την υπέρβαση, υποσκάπτουν τις προσπάθειες μας και αναστέλλουν τις αποφάσεις μας.
Φοβόμαστε μήπως τιμωρηθούμε, επειδή θα διεκδικήσουμε μερίδιο στη ευτυχία. Μάθαμε την ταπεινοφροσύνη και την μετριοπάθεια να την αποκαλούμε μετριότητα και να περιοριζόμαστε στην ακτίνα που μας περιορίζει η ανασφαλής μας ματιά. Και όσο βαυκαλιζόμαστε με την μετριότητα, νανουρίζουμε τις αφυπνισμένες μας επιθυμίες, ενώ δαμάζουμε ό,τι με ενεργητικό τρόπο κυλά γοργόφτερα μέσα μας.
Σα να δυσκολευόμαστε να διακρίνουμε τη διαφορά ανάμεσα στην ικανότητα να υποστηρίζω ότι θετικό μου έχει δοθεί ως δώρο και να το επικοινωνώ στη σχέση μου με τους άλλους, ώστε να σχετιστώ μαζί τους με ένα γόνιμο και υγιή τρόπο, με το να περιορίζω τον εαυτό μου μήπως και χάσω το όριο που έχω μάθει να ζω, προς χάρη μιας δεισιδαιμονίας ή ενός παιδιάστικου τρόπου αντίληψης, όπου το παιδί δεν κάνει υπερβάσεις, αλλά περιορίζει τις δυνατότητές του στην ακτίνα που του επιβάλλει η παιδική του ματιά.
Οι λέξεις αναδεύονται με σύγχυση στο τσουκάλι των στερεοτύπων μας και η μετριοπάθεια παρερμηνεύεται ως μετριότητα, η δύναμη μετατρέπεται σε έλεγχο, η επιθυμία συρρικνώνεται σε ανάγκη, η ελευθερία υποτάσσεται στην άσκηση εξουσίας ή γίνεται αναρχία και οι φόβοι εξεγείρονται όσο περιπλέκονται οι έννοιες.
Παραφράζουμε την ανάγκη μας να περιορίσουμε την ανάγκη μας για παντοδυναμία ως απόφαση να παραμείνουμε ένας εαυτός σε σμίκρυνση, γιατί ανησυχούμε πως, αν έρθουμε σε επαφή με τις ικανότητες μας, θα τις υπερεκτιμήσουμε. Λες και η θέληση μας για ζωή θα πάρει ανεξέλεγκτη διάσταση και δεν θα μπορούμε να την διαχειριστούμε, οπότε θα πάρει εκείνη τα ηνία και θα λειτουργεί άναρχα, ενώ άτακτα στοιχειά θα της αλλοιώνουν τον χαρακτήρα της.
Τρέμουμε στην ιδέα, πως η δύναμη μας, που θα τρέφεται από τις κατακτήσεις μας, θα πυροδοτήσει με τη θέρμη της μια φωτιά που οι φλόγες της θα τυλίξουν τα στερεότυπα που μας επιβάλλουν μια περιοριστική ζωή και έτσι όπως καλπάζει ξέφρενα, δεν θα μπορέσουμε να την τιθασεύσουμε. Ανησυχούμε πως οι επιπτώσεις μπορεί να είναι απρόβλεπτες για μας, αλλά και για εκείνους που αγαπάμε και ίσως χάσουμε ανθρώπους από τους οποίους εξαρτόμαστε με δεσμούς αγάπης. Φανταζόμαστε πως το δικό μας προχώρημα θα τους αφήσει παραπονεμένους και θα μας εγκαταλείψουν ή θα αντιμετωπίσουμε τον φθόνο τους, που οι πύρινες γλώσσες του, οι οποίες θα θεριεύουν από τις ενοχές μας, θα απανθρακώσουν την ύπαρξή μας.
Στωικά μέσα στην μοιρολατρία μας, αδυνατώντας να αναλάβουμε τις αλλαγές μας, αφήνουμε τη συνήθεια να καθοδηγεί τις αποφάσεις μας και ενώ υποσιτιζόμαστε συναισθηματικά, καταπίνουμε βουλιμικά κάθε ουσία που μας κρατά εξαρτημένους σε χειμερία νάρκη. Η δύναμη, που καλπάζει μέσα μας σαν ξέφρενο άτι, λόγω των φόβων μας που την καμτσικίζουν, διεγείρει τις προλήψεις μας, από τις οποίες γυρεύουμε ερμηνείες όταν η ζωή μας μοιάζει δυσκολοδιάβαστη, όπως ένα μικρό παιδί που, επειδή δε ξέρει να ερμηνεύει τον κόσμο, καταφεύγει στο να δίνει τις δικές του εξηγήσεις ξεγελώντας τη μοναξιά του, για να ελέγξει το χάος μέσα του και να του δώσει ένα νόημα που, αν και παρερμηνευμένο, αποκτά μια θέση στη ψυχή του.
Αν επί χρόνια προκαταλήψεις, στοιχειωμένες από τους ίσκιους των φόβων μας, καπηλεύονταν την ελευθερία μας, μάθαμε να σκεπτόμαστε με τρόπο που την σιδηροδέσμια ανάγκη μας την μεταφράζαμε ως δέσμευση. Επιλέγαμε καταστάσεις, όπου ενίσχυαν αυτήν την καγκελόφραχτη εικόνα, για να μην έρθουμε σε επαφή με την ελευθερία μας, νομίζοντας πως κάθε κατάκτηση ελλοχεύει κινδύνους που θα αποκαλύψει ό,τι καταστροφικό έχουμε μέσα μας. Η μορφή που υιοθετήσαμε, το λάθος που φανταζόμαστε πως διαπράξαμε, οι ενοχές που ακολούθησαν, σμίλεψαν μια εικόνα εαυτού που λυγίζει μπροστά στη δύναμη της.
Η ταύτιση που κάναμε με τα πρόσωπα που άφησαν το αποτύπωμά τους στην ψυχή μας ή η ταύτιση με την εικόνα που σμίλεψαν πάνω μας προσπαθώντας να δικαιολογήσουμε τη στάση τους, η ενοχοποίηση του εαυτού μας, αποδίδοντας μας υπέρμετρες ευθύνες για κάθε λάθος μας, φθίνουν την αξία μας και μας οδηγούν σε συμβιβασμούς παράταιρους με την αξία μας.
Για να καταλαγιάσουμε τον καταρράκτη των αισθήσεων μας που δονεί την επιθυμία μέσα μας, αλλά ταυτόχρονα επιφέρει και τη σύγκρουση, προτιμούμε να συμβιβαζόμαστε. Υποταγμένοι σε μια αδήριτη ανάγκη να παίζουμε τους ηττημένους ήρωες μια μάχης, όπου η έκβαση της λήγει άδοξα στα χαρακώματα των προκαταλήψεων μας, αποφεύγουμε τη βουερή αναμέτρηση μαζί τους.
Φανταζόμαστε πως με αυτόν τον τρόπο αποκοιμίζουμε τις ανασφάλειες μας, που εξαπολύονται μέσα μας στην ιδέα της αλλαγής, ενώ, όσο παραμένουμε γονυκλινείς στο θυσιαστήριο μας, αγνοούμε πως οι τρικυμίες βρίσκονται μεσοστρατίς και θα μπορούσαν να μας βουλιάξουν χωρίς έλεος, γιατί δεν αξιοποιήσαμε το απόσταγμά των βιωμάτων μας, ώστε να γίνει γνώση, δεξιότητα ζωής. Όσο θυσιάζουμε κομμάτια του εαυτού μας γιομάτο οίστρο και δημιουργικότητα, νομίζοντας πως έτσι εξευμενίζουμε τη θαλασσοταραχή των συναισθημάτων μας, παραμένουμε ανήμποροι και αδέξιοι να αξιοποιήσουμε τη ζωή μας.
Η δύναμη μας είναι ένα δώρο, το οποίο το αποκτάμε μέσα από την συναισθηματική αλληλεπίδρασή μας με ανθρώπους, όπου η επαφή μαζί τους γεννά αμοιβαία αγάπη και επιθυμία. Ενισχύεται από τη δημιουργικότητα μας, την οποία την αναλαμβάνουμε υπεύθυνα και τη μοιραζόμαστε με τους συνανθρώπους μας. Η δύναμη που αποδεχόμαστε και ταυτόχρονα μοιραζόμαστε διοχετεύεται στον ψυχισμό μας πυκνώνοντας την ύπαρξή μας, δίνοντας πνοή στο νόημα της ζωής μας.
Όταν η δύναμη μπολιάζεται με αγάπη, διευρύνεται ο χώρος της καρδιάς μας και το κάθε ερέθισμα αγάπης αξιοποιείται, τα ερωτηματικά μετατρέπονται σε θαυμαστικά, η ίδια η ζωή μας γίνεται μια πορεία, όπου προσανατολιζόμαστε σε μια όαση ελπίδας, αισιοδοξίας, χαράς. Ξεχορταριάζουμε τα ζιζάνια των αμφιβολιών, η διάθεση μας για ζωή ανθίζει, η σκέψη μας ξεδιπλώνεται ξεκάθαρη και η υλοποίηση των ονείρων μας αποκτά νόημα.
Η δύναμη μας είναι ωφέλιμη για μας, αλλά και για εκείνους με τους οποίους σχετιζόμαστε που γίνονται αποδέκτες της, γιατί προσφέρει πληρότητα. Με ένα δυνατό αίσθημα αξίας προσεγγίζουμε την ζωή και τους ανθρώπους, καταθέτοντας την ψυχή μας σε ό,τι κάνουμε. Η σκέψη μας ξεφεύγει από τις ψευδαισθήσεις, γιατί δεν τις χρειαζόμαστε πλέον, τα αιτήματα μας αποκτούν διαφάνεια και σαφήνεια και με διαύγεια αναλαμβάνουμε τις σχέσεις μας και τη δημιουργικότητά μας.
——
Η Αγγελική Μπολουδάκη είναι ιδιώτης Κοινωνική Λειτουργός, τέως στέλεχος του Κέντρου πρόληψης της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών Ν.Χανίων και τέως Εκπαιδευτικός Α.Τ.Ε.Ι. Είναι συγγραφέας του βιβλίου ‘Μαμά, μπαμπά, δε με κοιτάξατε και χάθηκα’, Εκδόσεις Αραξοβόλι
enallaktikidrasi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου