Να μη χαρίσουμε στη Χρυσή Αυγή την κληρονομιά της εθνικής αντίστασης, του Σ.Κούλογλου | TVXS – TV Χωρίς Σύνορα.
Σε όποια γειτονιά η αριστερά πήγε με αλεξίπτωτο εκεί έχουμε πρόβλημα.
Όπου υπάρχει μια κατάληψη, ένα στέκι, μια παρουσία και σύνδεση με την
γειτονιά, ώσμωση με τους κατοίκους εκεί δεν υπάρχουν οι φασίστες. Δεν
τολμάνε να πατήσουν το πόδι τους ή δεν τολμάνε να εμφανιστούν ανοιχτά.
Αυτή είναι η προσπάθεια που πρέπει να κάνουμε (από τη συνέντευξη του Στάθη Δρογώση)
Η Χρυσή Αυγή έχει ξεκινήσει, ιδίως μετά τις εκλογές, μια συστηματική δουλειά για την αξιοποίηση της πολύπλευρης κρίσης. Με την εξαίρεση των κραυγαλέων φασιστικών δράσεων, όπως ο ξυλοδαρμός και τα μαχαιρώματα των μεταναστών ή η προσπάθεια ελέγχου της εθνικότητας των παιδιών στους παιδικούς σταθμούς, η δουλειά είναι αθόρυβη. Ιδίως σε περιοχές που έχουν πληγεί ιδιαίτερα, όπως π.χ. το Πέραμα, μέλη της οργάνωσης επισκέπτονται σπίτια όπου υπάρχουν άνεργοι και, αν βρουν ανταπόκριση, υπόσχονται δουλειά στα άνεργα μέλη της οικογένειας. Ύστερα, πηγαίνουν σε τοπικούς εργοδότες και απαιτούν να απολύσουν εργαζόμενους μη φιλικά προσκείμενους, ασχέτως αν είναι Έλληνες πολίτες ή μετανάστες, και να προσληφθούν οι δικοί τους. Και στο τέλος «πουλάνε» την υπηρεσία στους ανέργους, ανεξάρτητα από το αν πέτυχαν τον στόχο τους ή όχι.
Σε άλλες περιπτώσεις, επισκέπτονται ανθρώπους που έχουν πέσει θύματα ληστείας, δίνουν τα τηλέφωνά τους και υπόσχονται ότι θα τρέξουν να βοηθήσουν, αν ξαναπαραστεί ανάγκη. Φυσικά, οι νεοναζί είναι οι πλέον ακατάλληλοι για την αντιμετώπιση της ανεργίας ή την πάταξη της εγκληματικότητας, όταν μάλιστα είναι οι ίδιοι που εγκληματούν, σε άλλες περιπτώσεις. Αλλά σε ορισμένες περιοχές, που θυμίζουν Μπρονξ λόγω της εγκληματικότητας, όπως π.χ. ορισμένες γειτονιές στην Πάτρα, η Χρυσή Αυγή προσφέρει εικονική ανακούφιση. Πολιτική πατρωνία νέου τύπου, τραμπουκισμοί ή εκβιασμοί καταστηματαρχών, όλα εξυπηρετούν έναν σκοπό: τη δημιουργία ενός ισχυρού φασιστικού κινήματος, που κάποια στιγμή θα δείξει τον πραγματικό του εαυτό. Ότι αποτελεί, δηλαδή, το τελευταίο, βίαιο εργαλείο για την υπεράσπιση του συστήματος που οι νεοναζί υποτίθεται ότι πολεμούν.
Αξίζει, όμως, να σημειωθεί ότι η Χρυσή Αυγή αποδεικνύεται πιο ευέλικτη και πονηρή από τις δυνάμεις που θα έπρεπε να βρεθούν στο πλευρό των αδυνάτων και συγχρόνως διαθέτουν μια πλούσια κληρονομιά. Στην περίοδο της γερμανικής κατοχής οι Έλληνες κατάφεραν να σταθούν στα πόδια τους κι ύστερα να γράψουν χρυσές σελίδες εθνικής αντίστασης, μόνο όταν δημιουργήθηκαν μεταξύ τους σχέσεις αλληλοϋποστήριξης και αλληλεγγύης. Το εξαιρετικό βιβλίο του Μενέλαου Χαραλαμπίδη που κυκλοφόρησε πρόσφατα για την καθημερινή ζωή στην κατεχόμενη Αθήνα δείχνει καθαρά ότι αν δεν είχαν δημιουργηθεί η Εθνική Αλληλεγγύη, το ΕΑΜ και οι άλλες αντιστασιακές οργανώσεις, η πλειονότητα των Ελλήνων θα είχε αναγκαστεί, για να επιβιώσει, να συνεργαστεί με τον Γερμανό κατακτητή.
Είναι ιστορικό παράδοξο ότι οι πολιτικοί απόγονοι των ταγματασφαλιτών, συνεργατών των ναζιστικών στρατευμάτων, κάνουν με τον δικό τους, διαστρεβλωμένο τρόπο αυτό που όσοι θεωρούν τον εαυτό τους συνεχιστή της εθνικής αντίστασης θα έπρεπε να κάνουν: να δημιουργούν, δηλαδή, σε κάθε γειτονιά κινήσεις και επιτροπές αλληλεγγύης, στις οποίες θα μπορούσαν να προσφύγουν τα θύματα της κρίσης, της διάλυσης του κοινωνικού κράτους και της εγκληματικότητας. Επιτροπές στις οποίες θα είχαν δυνατότητα να απευθυνθούν όσοι δεν έχουν να φάνε, χρήματα να επισκεφτούν το νοσοκομείο ή σκέπτονται να πέσουν από το μπαλκόνι. Δίνουν νόημα ζωής και στους τελευταίους αλλά και σε όσους υπόσχονται μια καλύτερη κοινωνία.
Το ΚΚΕ ήταν πλήρως αποδεκατισμένο, σχεδόν διαλυμένο, όταν ξεκίνησε η κατοχή, αλλά κατάφερε να γίνει η μεγαλύτερη πολιτική δύναμη της χώρας επειδή ασχολήθηκε με τα προβλήματα των ανθρώπων, περνώντας μέσα από εκεί την οργανωτική του ανασυγκρότηση.
Είναι αλήθεια ότι σε όλη τη χώρα φυτρώνουν αυθόρμητα δίκτυα αλληλεγγύης, ενώ πολλές μη κυβερνητικές οργανώσεις κάνουν εξαιρετική δουλειά, ξεπερνώντας τις δυνάμεις τους. Συχνά, αυτό γίνεται και με τη συμμετοχή της αριστεράς, αλλά χωρίς αυτό να αποτελεί κεντρική πολιτική επιλογή. Αν δεν αποτελέσει, οι νεοναζί θα έχουν πάρει τη ρεβάνς της κατοχής: θα έχουν καταφέρει να σπείρουν το μίσος σε μια ιστορική εποχή, που απαιτεί ανθρωπιά και αλληλεγγύη.
Η Χρυσή Αυγή έχει ξεκινήσει, ιδίως μετά τις εκλογές, μια συστηματική δουλειά για την αξιοποίηση της πολύπλευρης κρίσης. Με την εξαίρεση των κραυγαλέων φασιστικών δράσεων, όπως ο ξυλοδαρμός και τα μαχαιρώματα των μεταναστών ή η προσπάθεια ελέγχου της εθνικότητας των παιδιών στους παιδικούς σταθμούς, η δουλειά είναι αθόρυβη. Ιδίως σε περιοχές που έχουν πληγεί ιδιαίτερα, όπως π.χ. το Πέραμα, μέλη της οργάνωσης επισκέπτονται σπίτια όπου υπάρχουν άνεργοι και, αν βρουν ανταπόκριση, υπόσχονται δουλειά στα άνεργα μέλη της οικογένειας. Ύστερα, πηγαίνουν σε τοπικούς εργοδότες και απαιτούν να απολύσουν εργαζόμενους μη φιλικά προσκείμενους, ασχέτως αν είναι Έλληνες πολίτες ή μετανάστες, και να προσληφθούν οι δικοί τους. Και στο τέλος «πουλάνε» την υπηρεσία στους ανέργους, ανεξάρτητα από το αν πέτυχαν τον στόχο τους ή όχι.
Σε άλλες περιπτώσεις, επισκέπτονται ανθρώπους που έχουν πέσει θύματα ληστείας, δίνουν τα τηλέφωνά τους και υπόσχονται ότι θα τρέξουν να βοηθήσουν, αν ξαναπαραστεί ανάγκη. Φυσικά, οι νεοναζί είναι οι πλέον ακατάλληλοι για την αντιμετώπιση της ανεργίας ή την πάταξη της εγκληματικότητας, όταν μάλιστα είναι οι ίδιοι που εγκληματούν, σε άλλες περιπτώσεις. Αλλά σε ορισμένες περιοχές, που θυμίζουν Μπρονξ λόγω της εγκληματικότητας, όπως π.χ. ορισμένες γειτονιές στην Πάτρα, η Χρυσή Αυγή προσφέρει εικονική ανακούφιση. Πολιτική πατρωνία νέου τύπου, τραμπουκισμοί ή εκβιασμοί καταστηματαρχών, όλα εξυπηρετούν έναν σκοπό: τη δημιουργία ενός ισχυρού φασιστικού κινήματος, που κάποια στιγμή θα δείξει τον πραγματικό του εαυτό. Ότι αποτελεί, δηλαδή, το τελευταίο, βίαιο εργαλείο για την υπεράσπιση του συστήματος που οι νεοναζί υποτίθεται ότι πολεμούν.
Αξίζει, όμως, να σημειωθεί ότι η Χρυσή Αυγή αποδεικνύεται πιο ευέλικτη και πονηρή από τις δυνάμεις που θα έπρεπε να βρεθούν στο πλευρό των αδυνάτων και συγχρόνως διαθέτουν μια πλούσια κληρονομιά. Στην περίοδο της γερμανικής κατοχής οι Έλληνες κατάφεραν να σταθούν στα πόδια τους κι ύστερα να γράψουν χρυσές σελίδες εθνικής αντίστασης, μόνο όταν δημιουργήθηκαν μεταξύ τους σχέσεις αλληλοϋποστήριξης και αλληλεγγύης. Το εξαιρετικό βιβλίο του Μενέλαου Χαραλαμπίδη που κυκλοφόρησε πρόσφατα για την καθημερινή ζωή στην κατεχόμενη Αθήνα δείχνει καθαρά ότι αν δεν είχαν δημιουργηθεί η Εθνική Αλληλεγγύη, το ΕΑΜ και οι άλλες αντιστασιακές οργανώσεις, η πλειονότητα των Ελλήνων θα είχε αναγκαστεί, για να επιβιώσει, να συνεργαστεί με τον Γερμανό κατακτητή.
Είναι ιστορικό παράδοξο ότι οι πολιτικοί απόγονοι των ταγματασφαλιτών, συνεργατών των ναζιστικών στρατευμάτων, κάνουν με τον δικό τους, διαστρεβλωμένο τρόπο αυτό που όσοι θεωρούν τον εαυτό τους συνεχιστή της εθνικής αντίστασης θα έπρεπε να κάνουν: να δημιουργούν, δηλαδή, σε κάθε γειτονιά κινήσεις και επιτροπές αλληλεγγύης, στις οποίες θα μπορούσαν να προσφύγουν τα θύματα της κρίσης, της διάλυσης του κοινωνικού κράτους και της εγκληματικότητας. Επιτροπές στις οποίες θα είχαν δυνατότητα να απευθυνθούν όσοι δεν έχουν να φάνε, χρήματα να επισκεφτούν το νοσοκομείο ή σκέπτονται να πέσουν από το μπαλκόνι. Δίνουν νόημα ζωής και στους τελευταίους αλλά και σε όσους υπόσχονται μια καλύτερη κοινωνία.
Το ΚΚΕ ήταν πλήρως αποδεκατισμένο, σχεδόν διαλυμένο, όταν ξεκίνησε η κατοχή, αλλά κατάφερε να γίνει η μεγαλύτερη πολιτική δύναμη της χώρας επειδή ασχολήθηκε με τα προβλήματα των ανθρώπων, περνώντας μέσα από εκεί την οργανωτική του ανασυγκρότηση.
Είναι αλήθεια ότι σε όλη τη χώρα φυτρώνουν αυθόρμητα δίκτυα αλληλεγγύης, ενώ πολλές μη κυβερνητικές οργανώσεις κάνουν εξαιρετική δουλειά, ξεπερνώντας τις δυνάμεις τους. Συχνά, αυτό γίνεται και με τη συμμετοχή της αριστεράς, αλλά χωρίς αυτό να αποτελεί κεντρική πολιτική επιλογή. Αν δεν αποτελέσει, οι νεοναζί θα έχουν πάρει τη ρεβάνς της κατοχής: θα έχουν καταφέρει να σπείρουν το μίσος σε μια ιστορική εποχή, που απαιτεί ανθρωπιά και αλληλεγγύη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου