Τα πιο κάτω ποιήματα εμβατήρια του μεγάλου Ι. Πολέμη και άλλων πατριωτών ποιητών, τα αποστηθίζαμε από το Δημοτικό και όταν τα απαγγέλαμε προσοχή στεκόμασταν.
Τώρα έχουν αποσυρθεί, από τα σχολικά βιβλία, από νεοταξίτες, απάτριδες και ριψάσπιδες. Τώρα τα παιδιά μας μαθαίνουν ότι ..."όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος τρέξαμε στο υπόγειο του σπιτιού μας...." (βιβλίο δημοτικού)
Ἡ σημαία
Πάντα κι ὅπου σ᾿ ἀντικρίζω,
μὲ λαχτάρα σταματῶ,
ὑπερήφανα δακρύζω,
ταπεινὰ σὲ χαιρετῶ.
μὲ λαχτάρα σταματῶ,
ὑπερήφανα δακρύζω,
ταπεινὰ σὲ χαιρετῶ.
Δόξα ἀθάνατη στολίζει
κάθε θεία σου πτυχὴ
καὶ μαζί σου φτερουγίζει
τῆς πατρίδος ἡ ψυχῆ.
κάθε θεία σου πτυχὴ
καὶ μαζί σου φτερουγίζει
τῆς πατρίδος ἡ ψυχῆ.
Ὅταν ξάφνου σὲ χαϊδεύει
τ᾿ ἀγεράκι τ᾿ ἀλαφρό,
μοιάζεις κύμα, ποὺ σαλεύει
μὲ χιονόλευκον ἀφρό.
τ᾿ ἀγεράκι τ᾿ ἀλαφρό,
μοιάζεις κύμα, ποὺ σαλεύει
μὲ χιονόλευκον ἀφρό.
Κι ὁ σταυρὸς ποὺ λαμπυρίζει
στὴν ψηλή σου κορυφή,
εἶν᾿ ὁ φάρος ποὺ φωτίζει
μίαν ἐλπίδα μας κρυφή.
στὴν ψηλή σου κορυφή,
εἶν᾿ ὁ φάρος ποὺ φωτίζει
μίαν ἐλπίδα μας κρυφή.
Σὲ θωρῶ κι ἀναθαρρεύω
καὶ τὰ χέρια μου χτυπῶ,
σὰν ἁγία σὲ λατρεύω,
σὰ μητέρα σ᾿ ἀγαπῶ.
καὶ τὰ χέρια μου χτυπῶ,
σὰν ἁγία σὲ λατρεύω,
σὰ μητέρα σ᾿ ἀγαπῶ.
Κι ἀπ᾿ τὰ στήθη μου ἀνεβαίνει
μία χαρούμενη φωνή:
«Νἆσαι πάντα δοξασμένη,
ὦ Σημαία γαλανή!»
μία χαρούμενη φωνή:
«Νἆσαι πάντα δοξασμένη,
ὦ Σημαία γαλανή!»
Τί εἶναι ἡ πατρίδα μας
Τί εἶναι ἡ πατρίδα μας; Μὴν εἶν᾿ οἱ κάμποι;
Μὴν εἶναι τ᾿ ἄσπαρτα ψηλὰ βουνά;
Μὴν εἶναι ὁ ἥλιος της, ποὺ χρυσολάμπει;
Τί εἶναι ἡ πατρίδα μας; Μὴν εἶν᾿ οἱ κάμποι;
Μὴν εἶναι τ᾿ ἄσπαρτα ψηλὰ βουνά;
Μὴν εἶναι ὁ ἥλιος της, ποὺ χρυσολάμπει;
Μὴν εἶναι τ᾿ ἄστρα της τὰ φωτεινά;
Μὴν εἶναι κάθε της ρηχὸ ἀκρογιάλι
καὶ κάθε χώρα της μὲ τὰ χωριά;
κάθε νησάκι της ποὺ ἀχνὰ προβάλλει,
κάθε της θάλασσα, κάθε στεριά;
Μὴν εἶναι κάθε της ρηχὸ ἀκρογιάλι
καὶ κάθε χώρα της μὲ τὰ χωριά;
κάθε νησάκι της ποὺ ἀχνὰ προβάλλει,
κάθε της θάλασσα, κάθε στεριά;
Μὴν εἶναι τάχατε τὰ ἐρειπωμένα
ἀρχαία μνημεῖα της χρυσὴ στολή,
ποὺ ἡ τέχνη ἐφόρεσε καὶ τὸ καθένα
μία δόξα ἀθάνατη ἀντιλαλεῖ;
ἀρχαία μνημεῖα της χρυσὴ στολή,
ποὺ ἡ τέχνη ἐφόρεσε καὶ τὸ καθένα
μία δόξα ἀθάνατη ἀντιλαλεῖ;
Ὅλα πατρίδα μας! Κι αὐτὰ κι ἐκεῖνα,
καὶ κάτι πού ῾χουμε μὲς τὴν καρδιὰ
καὶ λάμπει ἀθώρητο σὰν ἥλιου ἀχτίνα
καὶ κράζει μέσα μας: Ἐμπρὸς παιδιά!
καὶ κάτι πού ῾χουμε μὲς τὴν καρδιὰ
καὶ λάμπει ἀθώρητο σὰν ἥλιου ἀχτίνα
καὶ κράζει μέσα μας: Ἐμπρὸς παιδιά!
Τὸ κρυφὸ σχολειό
Ἀπ᾿ ἔξω μαυροφόρ᾿ ἀπελπισιά,
πικρῆς σκλαβιᾶς χειροπιαστὸ σκοτάδι,
καὶ μέσα στὴ θολόκτιστη ἐκκλησιά,
στὴν ἐκκλησιά, ποὺ παίρνει κάθε βράδυ
πικρῆς σκλαβιᾶς χειροπιαστὸ σκοτάδι,
καὶ μέσα στὴ θολόκτιστη ἐκκλησιά,
στὴν ἐκκλησιά, ποὺ παίρνει κάθε βράδυ
τὴν ὄψη τοῦ σχολειοῦ,
τὸ φοβισμένο φῶς τοῦ καντηλιοῦ
τρεμάμενο τὰ ὀνείρατα ἀναδεύει,
καὶ γύρω τὰ σκλαβόπουλα μαζεύει.
τὸ φοβισμένο φῶς τοῦ καντηλιοῦ
τρεμάμενο τὰ ὀνείρατα ἀναδεύει,
καὶ γύρω τὰ σκλαβόπουλα μαζεύει.
Ἐκεῖ καταδιωγμένη κατοικεῖ
τοῦ σκλάβου ἡ ἁλυσόδετη πατρίδα,
βραχνὰ ὁ παπάς, ὁ δάσκαλος ἐκεῖ
θεριεύει τὴν ἀποσταμένη ἐλπίδα
τοῦ σκλάβου ἡ ἁλυσόδετη πατρίδα,
βραχνὰ ὁ παπάς, ὁ δάσκαλος ἐκεῖ
θεριεύει τὴν ἀποσταμένη ἐλπίδα
μὲ λόγια μαγικά,
ἐκεῖ ἡ ψυχὴ πικρότερο ἀγροικὰ
τὸν πόνο τῆς σκλαβιᾶς της, ἐκεῖ βλέπει
τί ἔχασε, τί ἔχει, τί τῆς πρέπει.
ἐκεῖ ἡ ψυχὴ πικρότερο ἀγροικὰ
τὸν πόνο τῆς σκλαβιᾶς της, ἐκεῖ βλέπει
τί ἔχασε, τί ἔχει, τί τῆς πρέπει.
Κι ἀπ᾿ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ψηλά,
ποῦ ἐβούβανε τὰ στόματα τῶν πλάνων,
καὶ ρίχνει καὶ συντρίβει καὶ κυλᾶ
στὴν ἄβυσσο τοὺς θρόνους τῶν τυράννων,
ποῦ ἐβούβανε τὰ στόματα τῶν πλάνων,
καὶ ρίχνει καὶ συντρίβει καὶ κυλᾶ
στὴν ἄβυσσο τοὺς θρόνους τῶν τυράννων,
κι ἀπὸ τὴ σιγαλιά,
ποῦ δένει στὸ λαιμὸ πνιγμοῦ θηλιά,
κι ἀπ᾿ τῶν προγόνων τ᾿ ἄφθαρτα βιβλία,
ποῦ δείχνουν τὰ πανάρχαια μεγαλεῖα,
κι ἀπ᾿ τῶν προγόνων τ᾿ ἄφθαρτα βιβλία,
ποῦ δείχνουν τὰ πανάρχαια μεγαλεῖα,
ἕνας ψαλμὸς ἀκούγεται βαθὺς
σὰ μελῳδίες ἑνὸς κόσμου ἄλλου,
κι ἀνατριχιάζει ἀκούοντας καθεὶς
προφητικὰ τὰ λόγια του δασκάλου
σὰ μελῳδίες ἑνὸς κόσμου ἄλλου,
κι ἀνατριχιάζει ἀκούοντας καθεὶς
προφητικὰ τὰ λόγια του δασκάλου
μὲ μία φωνὴ βαριά.
«Μὴ σκιάζεστε στὰ σκότη! Ἡ λευτεριὰ
σὰν τῆς αὐγῆς τὸ φεγγοβόλο ἀστέρι
τῆς νύχτας τὸ ξημέρωμα θὰ φέρει».
«Μὴ σκιάζεστε στὰ σκότη! Ἡ λευτεριὰ
σὰν τῆς αὐγῆς τὸ φεγγοβόλο ἀστέρι
τῆς νύχτας τὸ ξημέρωμα θὰ φέρει».
ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ ΜΕΡΑ
Ευλογημένη τρεις φορές
Του Οκτώβρη αυτή η μέρα,
Που διώξανε τους Ιταλούς
Απ’ την Ελλάδα πέρα.
Ευλογημένος ο λαός
που απάντησε το όχι
ευλογημένος ο στρατός
που με τη ξιφολόγχη,
πάνω στην Πίνδο έγραψε
«Ζήτω η ελευθερία»
Και μια σελίδα έγραψε
Χρυσή στην ιστορία.
Του Οκτώβρη αυτή η μέρα,
Που διώξανε τους Ιταλούς
Απ’ την Ελλάδα πέρα.
Ευλογημένος ο λαός
που απάντησε το όχι
ευλογημένος ο στρατός
που με τη ξιφολόγχη,
πάνω στην Πίνδο έγραψε
«Ζήτω η ελευθερία»
Και μια σελίδα έγραψε
Χρυσή στην ιστορία.
ΟΧΙ
Σήμερα η πατρίδα μας
Έχει γιορτή και πάλι
Γιορτάζει υπερήφανη
Μια νίκη της μεγάλη.
Έχει γιορτή και πάλι
Γιορτάζει υπερήφανη
Μια νίκη της μεγάλη.
Σαν σήμερα οι Έλληνες
απάντησαν το Όχι
και νίκησαν τους Ιταλούς
με το όπλο και τη λόγχη.
απάντησαν το Όχι
και νίκησαν τους Ιταλούς
με το όπλο και τη λόγχη.
Σαν σήμερα οι Έλληνες
τους Ιταλούς νικήσαν
και την ελευθερία τους
με αίμα εκερδίσαν.
τους Ιταλούς νικήσαν
και την ελευθερία τους
με αίμα εκερδίσαν.
28Η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940
Μια μέρα φθινοπωρινή
Κρύα χωρίς λιακάδα
Οι Ιταλοί θελήσανε
Να πάρουν την Ελλάδα.
Κρύα χωρίς λιακάδα
Οι Ιταλοί θελήσανε
Να πάρουν την Ελλάδα.
Μα οι Έλληνες απάντησαν
ΟΧΙ με ένα στόμα
Εχθρού ποδάρι δεν πατά
Στο Ελληνικό το χώμα.
ΟΧΙ με ένα στόμα
Εχθρού ποδάρι δεν πατά
Στο Ελληνικό το χώμα.
Γιατ’ είναι χώμα ιερό
Με αίμα ποτισμένο
Κι από τα χρόνια τα παλιά
Δάφνες μυρτιές, σπαρμένο.
Με αίμα ποτισμένο
Κι από τα χρόνια τα παλιά
Δάφνες μυρτιές, σπαρμένο.
ΤΟ ΣΑΡΑΝΤΑ
Πάνω στης Πίνδου τις κορφές σε κάθε κόχη,
Βροντόλαλο αντιλάλησε το ΌΧΙ.
Κι όλοι το ξέρουν από τότε και για πάντα,
Αθάνατο πως είναι το Σαράντα!
Βροντόλαλο αντιλάλησε το ΌΧΙ.
Κι όλοι το ξέρουν από τότε και για πάντα,
Αθάνατο πως είναι το Σαράντα!
ΓΙΟΡΤΑΖΟΥΜΕ ΤΟ «ΟΧΙ»
Εστολίσαμε την τάξη
με της δάφνης τα κλωνάρια
να γιορτάσουμε και φέτος
τα γενναία παλικάρια.
με της δάφνης τα κλωνάρια
να γιορτάσουμε και φέτος
τα γενναία παλικάρια.
Εστολίσαμε την τάξη
Με ωραία σημαιάκια
Και γιορτάζουμε το ΌΧΙ
Του σχολείου μας τα παιδάκια.
Με ωραία σημαιάκια
Και γιορτάζουμε το ΌΧΙ
Του σχολείου μας τα παιδάκια.
ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ
Στα βουνά της Αλβανίας
Της Ελλάδας τα παιδιά
Πολεμούνε τον εχθρό μας
Όλα τους με μια καρδιά
Της Ελλάδας τα παιδιά
Πολεμούνε τον εχθρό μας
Όλα τους με μια καρδιά
Πολεμούνε σαν λιοντάρια
Μπρος στην πρώτη τη γραμμή
Απ’ το χώμα μας μην πάρει
Ο εχθρός μια σπιθαμή.
Μπρος στην πρώτη τη γραμμή
Απ’ το χώμα μας μην πάρει
Ο εχθρός μια σπιθαμή.
Κάνουν τείχος τα κορμιά τους
Μην περάσει η σκλαβιά
Και προσφέρουν τη ζωή τους
Για τιμή και λευτεριά.
Μην περάσει η σκλαβιά
Και προσφέρουν τη ζωή τους
Για τιμή και λευτεριά.
Δε φοβούνται ούτε βόλια
Ούτε χιόνι και βοριά
Και την πείνα τους ξεχνούνε
Πάντα για τη λευτεριά.
Ούτε χιόνι και βοριά
Και την πείνα τους ξεχνούνε
Πάντα για τη λευτεριά.
ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ
Ας τραγουδήσουμε παρέα
Τραγούδια για τη λευτεριά
Και ας υμνήσουμε και πάλι
τη δόξα την παλικαριά.
Τραγούδια για τη λευτεριά
Και ας υμνήσουμε και πάλι
τη δόξα την παλικαριά.
Τιμή και δόξα στην Ελλάδα
Που βροντοφώναξε το ΌΧΙ
Τιμή και δόξα στους φαντάρους
Που με το όπλο και τη λόγχη
Που βροντοφώναξε το ΌΧΙ
Τιμή και δόξα στους φαντάρους
Που με το όπλο και τη λόγχη
Πολέμησαν μέσα στα χιόνια
Με μια ψυχή με μια καρδιά
Κι έδειξαν ότι δε νικάνε
Τα όπλα αλλά η καρδιά.
Με μια ψυχή με μια καρδιά
Κι έδειξαν ότι δε νικάνε
Τα όπλα αλλά η καρδιά.
ΖΗΤΩ ΖΗΤΩ
Ζήτω ζήτω του σαράντα
Η γενιά η τιμημένη,
Που στη μνήμη της πατρίδας
Αλησμόνητη θα μένει.
Στον τσολιά και στον φαντάρο
Η εικοστή ογδόη ανήκει
Γιατί αυτοί μας εχαρίσαν
Με το αίμα τους τη νίκη.
Η γενιά η τιμημένη,
Που στη μνήμη της πατρίδας
Αλησμόνητη θα μένει.
Στον τσολιά και στον φαντάρο
Η εικοστή ογδόη ανήκει
Γιατί αυτοί μας εχαρίσαν
Με το αίμα τους τη νίκη.
ΣΤΡΑΤΟΣ ΕΙΡΗΝΗΣ
Ας χαρούμε την Ελλάδα
Στου Χριστού το φως λουσμένη
Μιαν Ελλάδα ευτυχισμένη
Μιαν Ελλάδα δοξασμένη.
Στου Χριστού το φως λουσμένη
Μιαν Ελλάδα ευτυχισμένη
Μιαν Ελλάδα δοξασμένη.
Η ΣΗΜΑΙΑ
Αυτό είναι το ιερό πανί, το γαλανό και τ’ άσπρο
κομμάτι απ’ ανοιξιάτικο και ξάστερο ουρανό
που’ ναι λευκό σαν τον αφρό, του κύματος που ανθίζει
σε περιγιάλι ολόμορφο, σε πέλαο μακρινό.
κομμάτι απ’ ανοιξιάτικο και ξάστερο ουρανό
που’ ναι λευκό σαν τον αφρό, του κύματος που ανθίζει
σε περιγιάλι ολόμορφο, σε πέλαο μακρινό.
Αυτό είναι το ιερό πανί, που όταν περνάει μπροστά μας
υγραίνονται τα βλέφαρα και σπαρταράει η καρδιά.
Έκλαψαν μάτια και καρδιές, επάνω της κι οι κόρες
τις νύχτες την υφαίνανε κρυφά στον αργαλειό.
υγραίνονται τα βλέφαρα και σπαρταράει η καρδιά.
Έκλαψαν μάτια και καρδιές, επάνω της κι οι κόρες
τις νύχτες την υφαίνανε κρυφά στον αργαλειό.
Είναι η σημαία τη βλόγησαν παπάδες μ’ άσπρα γένια
μες στης σκλαβιάς το τρίσβαθο κι απόκρυφο σχολειό
είναι μια αθάνατη πνοή, που ορμάει να ζωντανέψει
με ανατριχίλα ανέκφραστη το δίχρωμο πανί.
μες στης σκλαβιάς το τρίσβαθο κι απόκρυφο σχολειό
είναι μια αθάνατη πνοή, που ορμάει να ζωντανέψει
με ανατριχίλα ανέκφραστη το δίχρωμο πανί.
ΒΡΟΝΤΟΥΝ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ ΟΙ ΚΟΡΦΕΣ
Βροντούν της Πίνδου οι κορφές
κι αντιλαλούν τα καταράχια,
πλαγιές βροντούν, σπηλιές και βράχια
κι ως τ’ άστρα φτάνουν οι φωτιές
κι αντιλαλούν τα καταράχια,
πλαγιές βροντούν, σπηλιές και βράχια
κι ως τ’ άστρα φτάνουν οι φωτιές
Και των Ελλήνων τα παιδιά
σαν αετοί ορμούν στη μάχη,
κάθε κορφή κι αετοράχη
φωτίζει τώρα η Λευτεριά.
σαν αετοί ορμούν στη μάχη,
κάθε κορφή κι αετοράχη
φωτίζει τώρα η Λευτεριά.
Κι αστράφτει η λόγχη κι αντηχεί
μια τρομερή ιαχή “αέρα”
σαν τούτη τη μεγάλη μέρα
άλλη δε γνώρισε η ψυχή.
μια τρομερή ιαχή “αέρα”
σαν τούτη τη μεγάλη μέρα
άλλη δε γνώρισε η ψυχή.
Τιμή σ’ αυτούς που βροντερά
είπανε το “ΟΧΙ” κάποια μέρα!
Τιμή σε εκείνους που “αέρα”
με στήθη φώναζαν γερά.
είπανε το “ΟΧΙ” κάποια μέρα!
Τιμή σε εκείνους που “αέρα”
με στήθη φώναζαν γερά.
ΓΙΑ ΜΑΣ ΠΑΙΧΝΙΔΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ
Για μας παιχνίδι ο πόλεμος και το ντουφέκι γλέντι.
Τα βόλια που σφυρίζουνε, δε σκιάζουν το λεβέντη.
Κι είναι χαρά, Πατρίδα μου, για σε να πολεμήσω
και τη ζωή που μού ‘δωσες, να σου τη δώσω πίσω.
Τα βόλια που σφυρίζουνε, δε σκιάζουν το λεβέντη.
Κι είναι χαρά, Πατρίδα μου, για σε να πολεμήσω
και τη ζωή που μού ‘δωσες, να σου τη δώσω πίσω.
Τώρα, που το άδικο του εχθρού με βασανίζει χέρι,
γέροι, γυναίκες και παιδιά, θε να γενούμε ταίρι.
Ένας στρατός, με μια καρδιά, σε μια φωνή θ’ ακούμε!
“Ελεύθερα πεθαίνουμε και δούλοι εμείς δε ζούμε”!
γέροι, γυναίκες και παιδιά, θε να γενούμε ταίρι.
Ένας στρατός, με μια καρδιά, σε μια φωνή θ’ ακούμε!
“Ελεύθερα πεθαίνουμε και δούλοι εμείς δε ζούμε”!
Οι Θερμοπύλες τό ‘δειξαν, τ’ Αρκάδια, οι Μαραθώνες
και τό ‘δαν και θαμπώθηκαν χώρες, λαοί και αιώνες.
Μες στην καρδιά με γράμματα, γραμμένο μια για πάντα
πάντ’ άσβηστο, πάντ’ άγρυπνο, θα ζει και το Σαράντα.
και τό ‘δαν και θαμπώθηκαν χώρες, λαοί και αιώνες.
Μες στην καρδιά με γράμματα, γραμμένο μια για πάντα
πάντ’ άσβηστο, πάντ’ άγρυπνο, θα ζει και το Σαράντα.
ΓΛΥΚΙΑ ΜΟΥ ΕΛΛΑΔΑ
Άρματ’ αν σου λείπουν και κανόνια
σου περσεύει η πίστη κι η καρδιά.
Τρεις χιλιάδες ένδοξα όλα χρόνια
τη χρυσή σου αγιάζουν λευτεριά.
σου περσεύει η πίστη κι η καρδιά.
Τρεις χιλιάδες ένδοξα όλα χρόνια
τη χρυσή σου αγιάζουν λευτεριά.
Κι είναι κάθε χρόνος, κάθ’ αιώνας,
ένα στέφος άυλο, ένας στρατός.
Άνισος στα σίδερα ο αγώνας
άνισος και στα όπλα του φωτός.
ένα στέφος άυλο, ένας στρατός.
Άνισος στα σίδερα ο αγώνας
άνισος και στα όπλα του φωτός.
Με τ’ αστραφτερό σου οπλίσου δίκιο,
χτύπησε τη βία θαρρετή.
Κάλλιο να’ χεις θάνατο αντρίκειο,
παρά να ζεις δίχως αρετή.
Κάλλιο να’ χεις θάνατο αντρίκειο,
παρά να ζεις δίχως αρετή.
Μα, γλυκιά μου Ελλάδα, δεν πεθαίνεις,
όπως δεν επέθανες ποτέ.
Ζεις αιώνια κι όλους ανασταίνεις,
όταν ξαναλές “Μολών λαβέ”.
όπως δεν επέθανες ποτέ.
Ζεις αιώνια κι όλους ανασταίνεις,
όταν ξαναλές “Μολών λαβέ”.
ΤΟ ΟΧΙ ΤΟΥ ΣΑΡΑΝΤΑ
Στην ιστορία των λαών
σύμβολο θα’ ναι πάντα
οι Έλληνες, το ΟΧΙ τους
κι ο Οκτώβρης του Σαράντα!
σύμβολο θα’ ναι πάντα
οι Έλληνες, το ΟΧΙ τους
κι ο Οκτώβρης του Σαράντα!
Τ’ αηδόνι απ’ την Ανατολή
και τα πουλιά απ’ τη Δύση,
σ’ όλο τον κόσμο τραγουδούν
κι οι ουρανοί αντιλαλούν.
και τα πουλιά απ’ τη Δύση,
σ’ όλο τον κόσμο τραγουδούν
κι οι ουρανοί αντιλαλούν.
Πως πάλι η `Ελλάδα μια φορά
το δρόμο για τη Λευτεριά,
το δρόμο για τη Λευτεριά
στον άνθρωπο θα δείξει!
το δρόμο για τη Λευτεριά,
το δρόμο για τη Λευτεριά
στον άνθρωπο θα δείξει!
Στης Αλβανίας τα βουνά
κι απάνω στ’ άσπρο χιόνι,
της νιότης και της λεβεντιάς
ο ανθός με το αίμα της καρδιάς.
κι απάνω στ’ άσπρο χιόνι,
της νιότης και της λεβεντιάς
ο ανθός με το αίμα της καρδιάς.
Γράφει πως πάντα εδώ θα ζει
του Λεωνίδα η ψυχή
του Λεωνίδα η ψυχή
και του Κολοκοτρώνη.
του Λεωνίδα η ψυχή
του Λεωνίδα η ψυχή
και του Κολοκοτρώνη.















Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου