Τροφοδοτούσε διαρκώς την Αθήνα με νερό, από τους χρόνους του Ρωμαίου αυτοκράτορα Ανδριανού μέχρι και πριν λίγα χρόνια.
Το 134-140 ο αυτοκράτορας Αδριανός κατασκευάζει σύστημα υδροδότησης που κατεύθυνε το νερό από πηγές στις Αχαρνές στην Αθήνα και αποθηκεύονταν σε δεξαμενή στους πρόποδες του Λυκαβηττού σε υψόμετρο 136 μέτρων.
Η δεξαμενή του Αδριανού ολοκληρώθηκε από τον διάδοχό του Ευσέβη.
Για πολλές δεκαετίες η Αδριάνειος Δεξαμενή δρόσιζε και πότιζε τους Αθηναίους.
Όμως την περίοδο της τουρκοκρατίας παραμελήθηκε και οι κάτοικοι έπαιρναν νερό από πηγάδια στην πόλη.
Μετά το 1827 άρχισαν οι επισκευές στο Αδριάνειος Υδραγωγείο και επαναλειτούργησε το 1840.
Το 1870 ανακαλύφθηκε και η Αδριάνειος Δεξαμενή, η οποία ανακατασκευάστηκε φτάνοντας στα 2.200 κυβικά μέτρα χωρητικότητα και λειτούργησε μέχρι και το 1940.
Η αρχαία δεξαμενή καλύφτηκε με νέο θόλο γιατί ο παλιός είχε καταρρεύσει.
Όσο περνούσαν τα χρόνια κατασκευάστηκε και μια νέα δεξαμενή στο χώρο κοντά στην παλιά για να ενισχύει το δίκτυο ύδρευσης του κέντρου της Αθήνας.
Στις αρχές του 20ου αιώνα ο Σουρής, ο Παπαδιαμάντης, ο Βάρναλης, ο Κονδυλάκης και ο Καζαντζάκης ήταν μερικοί από τους λογοτέχνες που σύχναζαν στη Δεξαμενή.
Η μυρωδιά της Δεξαμενής μένει ακόμα στο αγιόκλημα και στα γιασεμιά του θερινού σινεμά. Αλλά και στα παιδιά που παίζουν χειμώνα καλοκαίρι γύρω από το άγαλμα του Οδυσσέα Ελύτη (ενός από τους τελευταίους θαμώνες της πλατείας).
Και φυσικά κάθε χρόνο ανήμερα τα Θεοφάνια η Δεξαμενή στο Κολωνάκι έχει την τιμητική της στον Αγιασμό των Υδάτων ως την μόνη που διατηρείται στο κέντρο της Αθήνας.
Δεν ήταν μόνο οι άνθρωποι που έκαναν την περιοχή μαγευτική αλλά και ο ίδιος, μακρινός από την καθημερινότητά τότε, χώρος της δεξαμενής.
Είναι χαρακτηριστικά τα όσα έγραφε ο Κώστας Βάρναλης στα απομνημονεύματά του για την Δεξαμενή σε ένα πέρασμα από την περιοχή το 1906:
"Εκεί απάνου βρήκα μαζί με τα ψηλά δέντρα, τον καθαρόν αέρα, τον ήλιο και τη μακρινή θέα του Σαρωνικού, που με μεθούσε με τη γαληνάδα του και τ' αστράμματά του, τον καλύτερον εαυτό μου...
Η Δεξαμενή τότε, είχε όλη της τη φυσική ομορφιά.
Δεν είχε μαρμάρινες σκάλες, δεν ήταν σφιγμένη σε... κορσέδες από πέτρινα ντουβάρια και σιδερένια κάγκελα.
Χαιρότανε το ψήλος της και τη λευτεριά της μακριά από τη βέβηλη πολιτεία.
Οι λεύκες της ψηλές και ρωμαλέες από τις ωραιότερες της Αθήνας, χαρίζανε το δροσερό τους ίσκιο στους ερημίτες της νεοελληνικής λογοτεχνίας και μια βρύση στη μέση έτρεχε αδιάκοπα μέρα και νύχτα και αχολογούσε φλύαρα και χαρούμενα σαν ένα πλήθος από πουλιά.
Τις νύχτες του φθινοπώρου, όταν φυσούσε ο βοριάς και βογκούσανε οι λεύκες και τα πεσμένα φύλλα χορεύανε, ο αχός της βρύσης έπαιρνε τον πιο μελαγχολικό τόνο. Σχεδόν με τρόμαζε".
Κλείνει μέγα καφενείον αναμνήσεων σπανίων», είχε γράψει ο Σουρής για το καφενείο της Δεξαμενής.
Η μυρωδιά της Δεξαμενής μένει ακόμα στο αγιόκλημα και στα γιασεμιά του θερινού σινεμά. Αλλά και στα παιδιά που παίζουν χειμώνα καλοκαίρι γύρω από το άγαλμα του Οδυσσέα Ελύτη (ενός από τους τελευταίους θαμώνες της πλατείας).
newsit.gr
Φωτογράφος άγνωστος
Ανάλυση 1000 x 751
Το 1870
Το 1936
Φωτογράφος άγνωστος
Φωτογράφος άγνωστος
Σήμερα
Το εσωτερικό του υδραγωγείου
(φωτογραφία από το διαδίκτυο)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου