Γεννημένη στο Μάλμε Σουηδίας το 1894,η Hanna Jonsson σπούδασε ζωγραφική μεταξύ 1916 και 1922 στον ζωγράφο Fredrik Krebs στο Lund.Μετά από ένα ταξίδι σπουδών στη Δρέσδη και εμπνευσμένη απο το έργο των Goya,El Greco και Vermeer, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη ζωγραφική γιά νά μάθει πώς να πλέκει, τότε συναντήθηκε με τον Νορβηγό ζωγράφο τοπίων Hans Ryggen, τον οποίο παντρεύτηκε.
Αντί να αποτυπώνει μονο κλασικές αγροτικές σκηνές και να επιλέγει παραδοσιακά μυθολογικά θέματα στα έργα της, επικεντρώθηκε και στη σύγχρονη κοινωνία: παρακολούθησε προσεκτικά τον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο,τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τη γερμανική κατοχή της Νορβηγίας, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στην άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη.
Ζώντας στα απομακρυσμένα βουνά της Σκανδιναβίας μέχρι το θάνατό της το 1970, η Hannah Ryggen είχε μια σαφή, σπλαχνική άποψη της παγκόσμιας πολιτικής του 20ου αιώνα.
Οι τεράστιες αλληγορικές της ταπετσαρίες (υφαντά), που βρίσκονται τώρα στη θέα της σύγχρονης τέχνης της Οξφόρδης,επιβεβαιώνουν την ισχυρή καταδίκη της βίας από την καλλιτέχνη,καθώς ο κόσμος καιγόταν από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και αργότερα τον πόλεμο του Βιετνάμ.
Μιά αφοσιωμένη κομμουνιστρια η Χάνα απέρριψε την αστική ζωή για μια απομονωμένη ζωή ως αγρότισσα ζώντας στα περίχωρα της περιοχής Trondheimsfjord στο δασώδες Orlandet με τον σύζυγό της.
Εκεί,αποφάσισε να εφαρμόσει την εξαετή εμπειρία της ως μαθητευόμενη ζωγράφος σε ύφανση σε αργαλειό (μια παράδοση απο τον πολιτισμο των αγροκτηματων και των γιαγιάδων και οχι απο την αστικη εργατικη τάξη).
Ενα από τα πρώτα κομμάτια της,τό "Ψάρεμα στη θάλασσα του χρέους" (1933), απεικονίζει την αγροτική ζωή της ως άπορη,αλλά ευτυχής,και επισης τίς επιπτώσεις της μεγάλης οικονομικής υφεσης στους ψαράδες του Orlandet.Μέσα απο έναν μανταρινένιο ουρανό, ή Ryggen και ο σύζυγός της διατηρούν την φάρμα τους με λίγα οικόσιτα ζώα καί ψαρεύουν.
Τα έργα της σύντομα μετατράπηκαν σε πράξεις αντίστασης: το 1935 δημιουργεί την («Αιθιοπία») εξ αιτιας της άγριας εισβολής του Benito Mussolini στην αφρικανική χώρα τον Οκτώβριο και παρουσιάστηκε στην Παγκόσμια Εκθεση του Παρισιού το 1937 δίπλα στην «Guernica» του Picasso ( ήταν αλλωστε για την ίδια ο μοναδικός εκπρόσωπος της μοντέρνας τέχνης που εκτιμούσε) και τό 1939 στην Παγκόσμια Εκθεση της Νέας Υόρκης.
Ακολούθησαν περισσότερα κομμάτια: Το Hitlerteppet (1936) πού εξέφρασε τις σκληρότητες του ναζιστικού καθεστώτος και την εμπλοκή της Εκκλησίας στον Εθνικοσοσιαλισμό,το εργο απεικόνιζε δύο αποκεφαλισμένες φιγούρες που γονατίζουν κάτω απο έναν αιωρούμενο σταυρό.Αφιέρωσε επίσης μια ταπετσαρία στην εκτέλεση της κομμουνίστριας Liselotte Herrmann από τούς ναζί μετα τό βίαιο χωρισμό απο τό μωρό της,ενώ στο έργο της "Drommedod" (The Death of Dreams, 1936) τήν φυλάκιση τού Γερμανού δημοσιογράφου και βραβευμένου με Νόμπελ Ειρήνης Carl von Ossietzky.
Οι "Υφαντές ιστορίες" της Ryggen είναι μια απροσδόκητη αποκάλυψη που δυστυχώς η "ευτυχώς" προωθήθηκε από τα "κοράκια" τών "καλλιτεχνικών οίκων" από μια αιφνιδιαστική αύξηση τού ενδιαφέροντος για τήν καλλιτέχνη όταν έλαβε τυχαια μέρος σε μια μεγάλη ατομική έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη του Οσλο το 2015.
Παρόλο που ειχε κάνει αρκετές μεγάλες εκθέσεις στη δεκαετία του 1950 και αντιπροσώπευσε τη Νορβηγία στην Μπιενάλε της Βενετίας του 1964 - λίγοι άνθρωποι γνώριζαν το έργο της εκτός Σκανδιναβίας μέχρι να συμπεριληφθεί το έργο της στο αμφιλεγόμενο "σχήμα" Documenta 13 καί τό "επιτελείο του".
Και πρέπει να το πούμε: ότι το σημερινό ενδιαφέρον για το έργο τής Ryggen συνδέεται με τό επαναστατικό οικολογικό κίνημα την ανανεωμένη μάχη τών λαών ενάντια στον νεοφασισμό παρά με το κέρδος των συλλεκτών και των γκαλερί "καλλιτεχνικών οίκων"..Τά εργα της δεν τους ανηκουν !
Αν και είναι δύσκολο,εδώ και μ αυτό τρόπο,να αναδειχθεί σε όλο του το εύρος το πρωτοποριακό έργο της,αξίζει να αναγνωριστεί μια αντιφασίστρια παγκόσμιου βεληνεκούς πού με τον τρόπο της αγωνίστηκε ενάντια στους ναζί και περιφρονήθηκε διαχρονικά από την καθεστωτική "καλλιτεχνική ελίτ" μέχρι το 2015 όταν κάποιοι "μάνατζερ" ανακάλυψαν "τά φράγκα"...
Μια πανέξυπνη γυναίκα που ζούσε χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα (με μια μόνο μικρή ανεμογεννήτρια) ή τρεχούμενο νερό, χρησιμοποίησε τις γνώσεις της σχετικά με τα χρώματα για να δημιουργήσει χρωστικές από τα φυσικά προϊόντα του κοντινού δάσους ,φύλλα σημύδας,βρύα,δεντρολίβανο και ακόμη και ούρα (τα ούρα αποτελούσαν ουσιαστικό μέρος μιάς χημικής διαδικασίας για τα χρώματα και ζητούσε από τους επισκέπτες να αφήσουν τις "δωρεές τους "σε ένα κάδο έξω απο το σπίτι της).Εκτός από το αναμφισβήτητο αντιφασιστικό της έργο είναι ισως και ενα παγκόσμιο και εκπληκτικό πρόσωπο οικολογικής αυθεντίας και συμπεριφοράς σε μια εποχή μαλιστα που η ριζοσπαστική οικολογία τότε σαν "εννοια" οχι μόνο δεν υπήρχε αλλα και θα σε κλείναν και στό τρελάδικο αν αρθρωνες τον λόγο της..
Στηριζόμενη στο σκληρό,υφαντό ύφασμα του αργαλειού της από μαλλί των προβάτων της, η περίεργη φωτεινή ζεστασιά της σπιτικής χρωστικής εικόνας συχνά αντισταθμίζει την ακραία βία του πολέμου στα έργα της.
Bέβαια το έργο της δέν περιορίστηκε αυστηρά στον αντιφασιστικό και αντιπολεμικό της αγώνα,μετά τον Ισπανικό Εμφύλιο και τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο αρκετά από τα υφαντά της είναι ένας ύμνος στην αγάπη τον έρωτα και την φύση.Ηταν τόσο πλούσιος ο ερωτάς της για την φύση και τα πλασματά της ώστε παρά την μεγάλη πείνα εξ αιτίας της υφεσης αρνιόταν πεισματικά να φάει τα ζώα του αγροκτηματός της γεγονός που αποτυπώνει σε ένα από τα έργα της "Εμείς και τά ζώα μας" (1934).
Στίς "Υφαντές Ιστορίες",παρουσιάζει τούς φασίστες σαν μία συμμορία αδίστακτων πολιτικών κακοποιών,όπου τα πρόσωπά τους γίνονται γωνιακά και γελοιογραφικά από οριζόντιες και κατακόρυφες γραμμές της ύφανσης.
Σε ένα έργο του 1936,ο Χίτλερ,ο Γκέρινγκ και ο Γκέμπελς αναδύονται σαν φονικές μαριονέτες με κόκκινα από αίμα πρόσωπα και τα χέρια.Τρεις δεκαετίες αργότερα,ο σκύλος "beagle" του Lyndon Johnson - γίνεται ένα παρόμοιο σάν αυτόν σκουριασμένο κυνηγόσκυλο-τέρας.Μεταξύ αυτών των τεράτων είναι οι μαχητές της ελευθερίας,οι μάρτυρες των καλλιτεχνών η οικογένειά τους και τα ζώα του αγροκτηματος τους.
Ωστόσο,δεν αισθάνεται κανείς ιδεολογικα κηρύγματα βλέποντας τά έργα της.Αυτό που κάνει τά υφαντά της τόσο αξέχαστα είναι η αφοπλιστική ειλικρίνεια και το χυδαίο χιούμορ τους.
Η ζωγράφος είναι στην ευχάριστη θέση να συμπεριλάβει μια στρογγυλή κοιλιά ενός πουλιού,την κόκκινη μύτη του συζύγου του ή τα δικά της ερωτοκτυπημένα στήθη,ορατά όλα μέσα από τα ρούχα της.
Η Χάνα βρέθηκε γρήγορα αντιμέτωπη με την απειλή των Ναζί.
Τα έργα της είχαν μπεί στο στόχαστρο τών φασιστών.Το 1944,το Τρίτο Ράιχ είχε πάρει τον έλεγχο της Νορβηγίας και η Γκεστάπο συνέλαβε τον σύζυγό της καί τον πηγε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Grini στο Berum.
Μετά απο ένα χρόνο ψυχικής συντριβής εξ αιτίας αυτού του τραυματικού γεγονότος,ή Χάνα ολοκλήρωσε το "Grini" (1945), μια αυστηρή απεικόνιση του συζύγου της που ντυμένος με την φόρμα τών κρατουμένων ζωγραφιζε σημάδια σέ κρανία για τους Γερμανούς.Παρά την μοναξιά της και τον πόνο της,ειναι εκπληκτικό ότι προκαλούσε και κορόιδευε τούς Ναζί,απλώνοντας τις αντιφασιστικές ταπετσαρίες τών υφαντών της σε ένα σκοινί ρούχων έξω από το σπίτι της κατά τη διάρκεια της κατοχής.
Ηταν τέτοια η ατρόμητη ανυπακοή τής Χάνα που τα άπλωνε σε καθαρή θέα των γερμανών στρατιωτών τήν ώρα που περνούσαν συχνά για να φτάσουν τα κοντινά στρατόπεδα.Πολλές φορές το ζευγάρι φιλοξένησε στό σπίτι τους εργάτες απο τα στρατόπεδα καταναγκαστικης εργασίας των ναζί.
Τήν ίδια ώρα κατηγορούσε την πατρίδα της Σουηδία που ενώ ισχυρίστηκε ότι ήταν ουδέτερη κατά τη διάρκεια του Πολέμου,επέτρεψε όμως στους Γερμανούς στρατιώτες να χρησιμοποιήσουν το σιδηροδρομικό τους δίκτυο για να φτάσουν στη Νορβηγία.
Επηρεάστηκε απο το έργο διαμαρτυρίας πολλών καλλιτεχνών όπως ο γαλλοεβραίος Claude Cahun, ο οποίος μοίραζε φυλλάδια αντι-ναζιστικής προπαγάνδας κατά τη διάρκεια της κατοχής και συνελήφθη από τους Ναζί το 1944.
H Xάνα είναι η μοναδική προσέγγιση μιας γυναίκας σε ολόκληρη την διαδικασία ύφανσης που την ξεχωρίζει.
Εκκεντρική πασιφίστρια πολιτικοποιημένη και ευαίσθητη απο το πρώτο της έργο ασχολήθηκε με μια μορφή τέχνης που ενσωματώνει πλήρως τις πεποιθήσεις της για την οικολογικη αυτάρκεια,την κοινωνική ευθύνη και την αξία της χειρωνακτικής εργασίας,από την αρχή μέχρι το τέλος της.
Είναι αδύνατο να μην εντυπωσιαστεί κανείς από τα περίεργα,παθιασμένα υφάσματά της και είναι θαυμα το πώς γλύτωσε ή ιδια και τα έργα της από τήν καταστροφική μανία τών ναζί.
Δέν γλύτωσαν όμως το 2011 απο τον ακροδεξιό Anders Breivik Behring οταν μπροστά από το κυβερνητικό κτίριο του Viksjö σταθμευσε ένα μίνι βαν γεμάτο με 950 κιλά εκρηκτικών.
Η τρομοκρατική επίθεση σκότωσε οκτώ άτομα,τραυματίστηκαν τριάντα και προκάλεσε σημαντική υλική καταστροφή.
Στη συνέχεια συνέχισε τη σφαγή εξήντα εννέα ατόμων στο καλοκαιρινό στρατόπεδο νεολαίας των σοσιαλδημοκρατών στην Utöya.Οπως πολλά άλλα έργα τέχνης στο κυβερνητικό κτίριο,η ταπετσαρία της Ryggen "Ζούμε σε ένα αστέρι"(1958) υπέστη ανεπανόρθωτη ζημιά από την έκρηξη.
Είτε το γνωριζε ο φασίστας Behring Breivik είτε όχι,η τέχνη της Ryggen αντιπροσωπεύει ακριβώς αυτό που ήθελε να καταστρέψει: την παγκόσμια χειραφέτηση και ισότητα,συμπεριλαμβανομένου του σοσιαλισμού και του φεμινισμού.
Σε αυτήν την περίπτωση απέτυχε. Τό "Ζούμε σε ένα αστέρι" ένας ύμνος στόν έρωτα και την φύση σύντομα θα εμφανιστεί ξανά,με τη ζημιά του βέβαια να είναι ορατή σαν σημάδι κατατεθέν ενός κόσμου που ζεί μέσα στην βία αφήνοντας τά βρώμικα και μολυσμενα με ιούς αποτυπωματά του στο παράλληλο εκπληκτικό σύμπαν της ζωής της Χάνα..
πηγές αρθρου / hyperallergic και Guardian
https://www.enallaktikos.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου