Κυριακή 14 Ιουλίου 2019

Η διαδικασία αφελληνισμού της Ελλάδας συνεχίζεται



Έχουν παραδόξως σταματήσει οι συζητήσεις σχετικά με το εάν το δημόσιο χρέος μας είναι βιώσιμο ή μη – ενώ δεν έχουν ξεκινήσει ποτέ αντίστοιχες, όσον αφορά το κόκκινο ιδιωτικό. Το μόνο που συζητείται είναι η ανακεφαλαίωση για πολλοστή φορά των τραπεζών – ελπίζοντας ναείναι κακόβουλες διαδόσεις οι αναφορές στη χρήση του μαξιλαριού των 25 δις € της προηγούμενης κυβέρνησης με την αντικατάσταση τους από μία πιστοληπτική γραμμή στήριξης ή στο «κούρεμα» των τραπεζικών καταθέσεων. Εν τούτοις, γνωρίζοντας πως όταν δεν χρεοκοπεί επίσημα ένα κράτος, χρεοκοπούν οι Πολίτες του, τίποτα δεν είναι απίθανο – ενώ το σίγουρο είναι το ότι, θα συνεχιστεί η σταδιακή κλοπή των περιουσιακών στοιχείων των Ελλήνων.

Επικαιρότητα                  

«Οι εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών, το Μάιο του 2019 αυξήθηκαν  κατά 3% – χωρίς τα πετρελαιοειδή κατά 14,7%. Ανάλογη είναι η εικόνα και στο διάστημα Ιανουαρίου-Μαΐου του 2019, καθώς οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 8,9% – χωρίς τα πετρελαιοειδή κατά 6,5%.
Αυξητικά κινήθηκαν όμως και οι εισαγωγές το Μάιο του 2019, καθώς ενισχύθηκαν κατά 20,1% – εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών αυξήθηκαν κατά 14,7%. Οι εισαγωγές στο διάστημα Ιανουαρίου-Μαΐου 2019 αυξήθηκαν κατά 8,9% – ενώ εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 9,2%.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω κινήσεων, το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε το Μάιο του 2019 κατά 56% – ενώ χωρίς τα πετρελαιοειδή, το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε κατά 25%. Στο πρώτο πεντάμηνο του 2019 το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε κατά 16,5% – όταν χωρίς τα πετρελαιοειδή, το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε κατά 12,7%«.
Εισαγωγικά, με κριτήριο τα παραπάνω μεγέθη, στα οποία θα έπρεπε να προσθέσουμε την πτώση του χρηματιστηρίου σήμερα πάνω από 4% (-6% σε δύο ημέρες, -12,1% οι τράπεζες), η Ελλάδα δεν πηγαίνει καθόλου καλά – σημειώνοντας πως η ισχυρή άνοδος των εισαγωγών σημαίνει πτώση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας, η οποία αποτελεί μία πολύ κακή είδηση για τους μισθούς των εργαζομένων, για τις επενδύσεις και για το ρυθμό ανάπτυξης που είχε ήδη περιορισθεί το Μάρτιο στο 1,3%. Επομένως κάτω από το μέσο επιτόκιο δανεισμού της Ελλάδας (περί το 1,67%) – γεγονός που συνεπάγεται πως το δημόσιο χρέος μας θα συνεχίσει την ανοδική του πορεία.
Ειδικά όσον αφορά την κατακόρυφη άνοδο του εμπορικού μας ελλείμματος, το οποίο θα επιβαρύνει το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μας ακόμη και αν υποθέσουμε πως τα τουριστικά έσοδα δεν θα μειωθούν (κάτι πολύ δύσκολο, ενόψει του ανταγωνισμού της Τουρκίας και άλλων χωρών), φαίνεται πως επιστρέφουμε ξανά στις συνθήκες του παρελθόντος – υπενθυμίζοντας πως ένας από τους λόγους της υπερχρέωσης της Ελλάδας ήταν το τεράστιο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της το 2009 (γράφημα).
Εύλογα κατά την άποψη μας, επειδή η επιβολή της «εσωτερικής υποτίμησης» για πρώτη φορά σε μία χώρα που είναι μέλος μίας νομισματικής ζώνης, δεν έχει κανένα νόημα σε μακροπρόθεσμη βάση – αφού δεν επιβλήθηκε ανάλογα μία «εσωτερική ανατίμηση» στις ανταγωνίστριες πλεονασματικές χώρες, όπως η Γερμανία ή η Ολλανδία, οπότε ουσιαστικά ήταν αδύνατον να έχει αποτέλεσμα στην ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας μας. Πόσο μάλλον όταν μειώθηκαν οι δημόσιες επενδύσεις, καθώς επίσης οι ιδιωτικές, μεταξύ άλλων ως αποτέλεσμα της θηριώδους αφαίρεσης ζήτησης – η οποία προκάλεσε την κατάρρευση του ΑΕΠ μας.
Με δεδομένο δε το ότι, η Ελλάδα είναι η πιο χρεοκοπημένη χώρα στην παγκόσμια ιστορία και η μοναδική με τρεις δανειακές συμβάσεις-μνημόνια, έχοντας ακαθάριστο δημόσιο χρέος της τάξης του 194% του ΑΕΠ της και κόκκινο ιδιωτικό στο 180%, καθώς επίσης χρεοκοπημένες τράπεζες, αποψιλωμένο παραγωγικό ιστό, εξαθλιωμένους Πολίτες κοκ., οι ελπίδες ανάκαμψης της με την εφαρμογή της ίδιας πολιτικής είναι αμελητέες – ενώ η μοναδική «συνταγή» για να τα καταφέρει δεν είναι άλλη από τη δραστική μείωση της φορολογίας (για παράδειγμα από το 28% στο 15%), ταυτόχρονα με τη μεγάλη αύξηση των δημοσίων επενδύσεων και με την παραγωγή πλούτου από τομείς, όπως ο πρωτογενής, όπου φυσικά απαιτείται κεντρικός σχεδιασμός. Δεν πρέπει να ξεχνάμε εδώ πως η «διάσωση» της Ανατολικής Γερμανίας από τη Δυτική κόστισε περί τα 150 δις € ετησίως, για δέκα έτη – τα οποία δυστυχώς πλήρωσαν σε μεγάλο βαθμό ακούσια οι εταίροι της (=και εμείς), μέσω της ύπουλης πολιτικής της φτωχοποίησης του γείτονα (ανάλυση).
Η γερμανική ελίτ όμως δεν πρόκειται να μας το επιτρέψει ποτέ, όπως φάνηκε από την πρώτη αποτυχία της κυβέρνησης να μειώσει την απαίτηση πρωτογενών πλεονασμάτων κάτω από το 3,5% – επειδή ο στόχος της ασφαλώς δεν είναι η αποπληρωμή των περίπου 80 δις € που μας έχει δανείσει (μέσω εγγυήσεων), αλλά η υφαρπαγή του δημοσίου και ιδιωτικού μας πλούτου, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειακών μας αποθεμάτων και των γεωπολιτικών μας πλεονεκτημάτων (διέλευση αγωγών κλπ).
Φυσικά δεν χαιρόμαστε για αυτήν την αποτυχία, αφού η ευχή όλων μας είναι να τα καταφέρει η κυβέρνηση – αλλά η εμπειρία μας από τα τρία διαδοχικά μνημόνια οδηγεί στο συμπέρασμα πως καμία κυβέρνηση δεν πρόκειται να το επιτύχει, εφαρμόζοντας για τέταρτη φορά την ίδια αποτυχημένη πολιτική. Όσο δε περνάει ο καιρός, τόσο πιο δύσκολη θα είναι η εύρεση μίας βιώσιμης λύσης – θεωρώντας αυτονόητο πως το πρόβλημα, τα μνημόνια δηλαδή, δεν είναι ποτέ η λύση.
Εκτός αυτού, έχουν παραδόξως σταματήσει οι συζητήσεις σχετικά με το εάν το δημόσιο χρέος είναι βιώσιμο ή μη – ενώ δεν έχουν ξεκινήσει ποτέ αντίστοιχες, όσον αφορά το κόκκινο ιδιωτικό. Το μόνο που συζητείται είναι η ανακεφαλαίωση για πολλοστή φορά των τραπεζών – ελπίζοντας να είναι κακόβουλες διαδόσεις οι αναφορές στη χρήση του μαξιλαριού των 25 δις € της προηγούμενης κυβέρνησης με την αντικατάσταση τους από μία πιστοληπτική γραμμή στήριξης ή στο «κούρεμα» των τραπεζικών καταθέσεων. Εν τούτοις, γνωρίζοντας πως όταν δεν χρεοκοπεί επίσημα ένα κράτος, χρεοκοπούν οι Πολίτες του, τίποτα δεν είναι απίθανο – ενώ το σίγουρο είναι το ότι, θα συνεχιστεί η σταδιακή κλοπή των περιουσιακών στοιχείων των Ελλήνων και η διαδικασία αφελληνισμού της χώρας μας.
Ολοκληρώνοντας, ευχόμαστε και ελπίζουμε να μην επαληθευτούμε όπως στο παρελθόν, μεταξύ άλλων όταν αναλύσαμε το εκ προμελέτης έγκλημα των μνημονίων – αλλά, αντίθετα, να τα καταφέρει η νέα κυβέρνηση, διαψεύδοντας τόσο την απαισιοδοξία μας, όσο και τις βασικές αρχές της οικονομίας που μας οδηγούν σε αυτές τις σκοτεινές προβλέψεις.
Πηγή:  analyst.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου