Μεγαλώσαμε σε μια μεταπολεμική περίοδο, όπου
οι μνήμες της κατοχής ήταν ακόμα νωπές. Οι Γερμανοί ήταν ακόμα παρών, στο
πρόσωπο του παππού, της γιαγιάς και του πατέρα, συχνά παρουσιάζονταν στα λόγια
τους και τις εικόνες τους ζωντανοί.
Δεν μιλούσαν πάντα άσχημα γι' αυτούς, θυμάμαι
πως τόνιζαν την ευαισθησία τους στα ζώα. Θυμάμαι μια ιστορία μ’ έναν γάιδαρο
χωρικό, που καβαλούσε έναν άλλο γάιδαρο και τον χτυπούσε με το ραβδί του. Οι
Γερμανοί τον είδαν και τον συνέλαβαν, του έδωσαν τόσες ραβδιές του γαϊδάρου όσες
είχε δώσει στον γάιδαρο - ίσια δικαιοσύνη ανάμεσα ζώων.
Μια εποχή έφευγε μια νέα εποχή μας έφτανε.
Μεγαλώσαμε ανάμεσα στο άλογο και το αυτοκίνητο, ανάμεσα στην άσφαλτο και τον
χωματόδρομο, ανάμεσα στην παγωνιέρα και το ψυγείο, ανάμεσα στο παλιό ραδιόφωνο
και τη νέα τηλεόραση, ανάμεσα στον αρκουδιάρη, τον καραγκιόζη και τον
Κουταλιανό, και μας χάραξαν βαθύτατα οι ταινίες της Βουγιουκλάκη, της Καρέζη,
του Κούρκουλου, του Παπαμιχαήλ και του Ξανθόπουλου.
Ο πρώτος μας έρωτας ήταν η απομίμηση μιας
τέτοιας ταινίας, έπρεπε να καταλήξει οπωσδήποτε σε προδοσία και κλάμα, με τη
σιωπηλή βοήθεια του υποσυνείδητου κατέληξε για να είναι ο κόσμος γνωστός.
Είμαστε μια γενεά, που το πρώτο πράγμα που
μάθαινε στη ζωή, ήταν η σκληρότητα, έπρεπε, χρειάζονταν να είμαστε σκληροί και
την πλήρωσαν πολλά πουλιά την άσκησή μας.
Η θρησκεία μας σκέπασε από νωρίς, κάτω από ένα
μεγάλο ανεξήγητο σεντόνι και μας έκρυψε τον ουρανό, το ίδιο πράγμα που
χρειάζονταν να μας φέρει σε επαφή και σχέση με τον ουρανό μας τον έκρυψε. Κάτω
απ’ το σεντόνι κρύψαμε ολάκερη την εποχή μας, μια εποχή ανάμικτη από άρωμα και
σκληρότητα.
Αργότερα αποκτήσαμε καλλιέργεια και μόρφωση,
όμως κάτω απ’ το σεντόνι δεν πέρασε, ούτε εμείς περάσαμε κάτω απ’ το σεντόνι.
Αργότερα το σχίσαμε και είδαμε με μάτια έκπληκτα την ύπαρξή μας να παλεύει. Τη
γέννησή μας να χαροπαλεύει, τον εαυτό μας πιασμένο απ’ την περασμένη εποχή, ενώ
η εποχή είχε αλλάξει.
Πολλές οι βουτιές, πολλά τα μακροβούτια στο
παρελθόν μας ν' αλλάξουμε την ιστορία μας, πολλές οι νύχτες μας οι κραυγαλέες,
πολλά τα νεκρά πουλιά που μας στοίχειωναν· μάτια γερόντων να έρχονται μες στον
ύπνο μας, πρόγονοι που ζητούσαν ελευθερία και τα νερά θόλωσαν. Μαζί και τα
μάτια μας. Τότε μάθαμε μερικές νέες λέξεις, όπως η λέξη μοίρα, η λέξη κάθαρση,
η λέξη λυτρωμός, η λέξη ανάσταση, η λέξη συγχώρεση, η λέξη λησμονιά κι η λέξη θάνατος.
Να βγεις μέσα απ’ το παρελθόν σου νικητής, να
προβάλεις δροσερός μέσα από τη φωτιά σου, ν' αναγεννηθείς, έγινε η δεύτερη ζωή μας.
Να φτάσεις σ' εκείνον τον τόπο που δεν πάτησε ανθρώπου πόδι - ούτε το δικό μας.
Να περάσεις κάτω απ’ τη γέννησή σου, να αποκτήσεις τη λευκή μνήμη, ν' αθωώσεις όλη
την ιστορία, να καταφέρεις να γιατρευτείς, τόσο ολότελα, που να ευγνωμονείς όλο
το άδικο παρελθόν σου. Τόσο ολότελα, που ν' αγαπήσεις όλα τα τραύματά σου και τις
πληγές σου, τόσο να συγχωρέσεις, που να τους αθωώσεις όλους μαζί σου. Και τόσο
να ψάξεις τις όμορφες στιγμές σου μέσα στις άσχημες, που να τις κρατάς και να
σε κρατούν όρθιο σαν στυλοβάτες του χρόνου, και τόσο να επιστρέφεις στην ομορφιά,
που το άσχημο να ξεθωριάζει σαν το θάμπος ενός μακρινού εφιάλτη.
Κι
αυτά, να μην τα λες καν πανανθρώπινα αλλά ανθρώπινα. Κι όχι μόνο αυτό,
αλλά ν' αγαπάς τη ζωή, λιγάκι περισσότερο μες στα φαρμάκια που σου
χάρισε.
triala
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου