Παρασκευή 5 Αυγούστου 2016

Η αξιοπρέπεια νίκησε το φόβο

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου


«Σας καλώ να αποφασίσετε κυρίαρχα και περήφανα, όπως η ιστορία των Ελλήνων προστάζει… Δεσμεύομαι προσωπικά ότι θα σεβαστώ το αποτέλεσμα της δημοκρατικής σας επιλογής, όποιο και αν είναι αυτό» (Αλέξης Τσίπρας, εξαγγέλλοντας την απόφαση για δημοψήφισμα 26/6/2015)

Πριν από ένα χρόνο, κατά το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2016, πάνω από το 62% του ελληνικού λαού απέρριψε τις πολιτικές που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα από τη συμμαχία του παγκόσμιου Χρήματος και της γερμανικής κυβέρνησης, με τη βοήθεια των υπολοίπων ευρωπαϊκών ελίτ, πολιτικές που εφαρμόστηκαν μέσω των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, της Ε.Ε. και του ΔΝΤ.

Ψηφίζοντας όπως ψήφισαν, οι Έλληνες έδωσαν στην κυβέρνησή τους αναντίρρητη εντολή να αντισταθεί, εκπλήσσοντας, με το ποσοστό του «όχι», φίλους και εχθρούς, όπως έκαναν περισσότερες από μια φορά στη μακρά ιστορία τους.

Κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει -και κανένας δεν προέβλεψε- αυτό το αποτέλεσμα. Οι Έλληνες ψήφισαν όπως ψήφισαν, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είχε ήδη αρχίσει να πραγματοποιεί τις απειλές της κλείνοντας τις τράπεζες της χώρας.

Το μήνυμα από το ευρωπαϊκό κατεστημένο και τις τράπεζες πίσω του ήταν σαφές. Σήμερα κλείνουμε τις τράπεζές σας, αύριο θα κλείσουμε τη χώρα σας αν ψηφίσετε «όχι»!


Οι πολίτες καταλάβαιναν τη σημασία της απόφασής τους, που πιθανότατα θα τους έθετε σε τροχιά σύγκρουσης με τις πιο ισχυρές δυνάμεις στον πλανήτη.

Oι Έλληνες ψήφισαν «όχι» παρά το γεγονός (ή και εξαιτίας του σε μερικές περιπτώσεις) ότι όλα σχεδόν τα ΜΜΕ και το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο της χώρας έκαναν ό,τι μπορούσαν για τους τρομοκρατήσουν. Όλοι οι πρώην πρωθυπουργοί, η ηγεσία της Εκκλησίας, διακεκριμένοι απόστρατοι στρατηγοί, τα μεγάλα ονόματα της οικονομίας, προειδοποίησαν τους Έλληνες για τις φοβερές συνέπειες που θα αντιμετώπιζαν αν ψήφιζαν «όχι» και τους κάλεσαν να ψηφίσουν «ναι». (Υποθέτει κανείς ότι αν όλες αυτές οι πιέσεις δεν είχαν ασκηθεί, το ποσοστό του «όχι» θα έφτανε το 80% ή το 90%).

Ούτε καν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έκανε σοβαρή εκστρατεία υπέρ του «όχι». Τη Δευτέρα, 29 Ιουνίου, είκοσι χιλιάδες οπαδοί του «ναι» έκαναν συγκέντρωση στην Πλατεία Συντάγματος με σύνθημα «Μένουμε Ευρώπη». Το βράδυ της ίδιας μέρας, μόλις τρεις μέρες μετά την εξαγγελία του δημοψηφίσματος, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης εμφανίστηκε στην ΕΡΤ για να πει ότι οι εναπομένουσες διαφορές με τους πιστωτές δεν είναι τόσο τραγικές, μην αποκλείοντας ακόμα και το ενδεχόμενο το ίδιο το δημοψήφισμα να ακυρωθεί! Ο Δραγασάκης πρόσθεσε ότι ο Τσίπρας είχε εκπληρώσει ήδη την αποστολή του κερδίζοντας τη θέση του στην ελληνική Ιστορία, άφησε δηλαδή ανοιχτό το δρόμο για μια «τιμητική αποστρατεία» του πρωθυπουργού. (Το ίδιο πρόσωπο, μια μέρα μετά την τελική συμφωνία της 13ης Ιουλίου με τους πιστωτές, ευχαρίστησε δημόσια την κυβέρνηση των ΗΠΑ για τη μεγάλη συμβολή της στη… συνθηκολόγηση!).

Ίσως αυτή η συνέντευξη δεν πολυάρεσε στους συμβούλους του Τσίπρα. ‘Ισως, καθώς είχαν το μάτι τους καρφωμένο στις δημοσκοπήσεις, φοβήθηκαν ότι το Ναι πήγαινε για μεγάλη νίκη, που θα ερμηνευόταν ως μεγάλη δική τους ήττα και θα οδηγούσε στο να εκδιωχθούν από την εξουσία. Ό,τι και να ‘ταν, ο Τσίπρας παρενέβη ξανά την Τρίτη, 30 Ιουνίου, καλώντας τους Έλληνες να ψηφίσουν «όχι».

Κι ύστερα κάτι έγινε. Μεταξύ Τρίτης και Παρασκευής οι Έλληνες πήραν την απόφασή τους, με έναν τρόπο που δεν θα μπορούσε να προβλέψει κανείς δημοσκόπος, κανείς πολιτικός και κανείς αναλυτής. Ήταν ένα ζήτημα λογικής και ελπίδας. Οι Έλληνες ήξεραν ότι δεν είχαν να περιμένουν παρά νέες καταστροφές από τους πιστωτές – η εμπειρία πέντε χρόνων το είχε ήδη αποδείξει ευρέως. Γιατί να μη δοκιμάσουν τον άλλο δρόμο, όπως τους πρότεινε η κυβέρνησή τους;

Αλλά αυτές οι λογικές σκέψεις δεν θα ήταν από μόνες τους αρκετές για να τους κάνουν να παραβλέψουν την ελάχιστα συγκαλυμμένη απειλή από τόσο ισχυρούς εχθρούς να καταστρέψουν τη χώρα τους, όπως το ‘καναν τόσες φορές στο παρελθόν. Καταλάβαιναν ότι αντιμετώπιζαν πολύ σοβαρούς κινδύνους σε αυτή την υπόθεση.

Ήταν σε αυτό το σημείο που ενεργοποιήθηκε ο θεμελιώδης μηχανισμοί που προκαλεί στην Ιστορία τις εξεγέρσεις, είτε αυτές είναι βίαιες, είτε ειρηνικές.

Το φοβερό δίλημμα που αντιμετώπιζαν ενεργοποίησε τα βαθύτερα στρώματα του ατομικού και συλλογικού υποσυνείδητου. Η αξιοπρέπεια νίκησε το φόβο.

Άλλωστε, η Ελλάδα, ως έννοια και ως σχέδιο, ήταν ανέκαθεν οργανικά συνδεδεμένη με την αντίσταση στους ξένους εισβολείς, με τις έννοιες της ανθρώπινης ελευθερίας, του πολίτη, της δημοκρατίας. Αυτές οι έννοιες γεννήθηκαν εδώ, για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία. Κι αυτές επέτρεψαν την νίκη των ελληνικών πόλεων επί της συντριπτικής ισχύος της δεσποτικής Αυτοκρατορίας των αρχαίων χρόνων. Από αυτή τη μάχη γεννήθηκε η ιδέα της Ευρώπης.

Στα νεότερα χρόνια, για να δώσουμε ένα μόνο παράδειγμα, οι Έλληνες συγκαταλέγονται στα ελάχιστα ευρωπαϊκά έθνη, όπως και οι Βρετανοί, που αντιστάθηκαν στον ανερχόμενο ολοκληρωτισμό του 1940-41, παρέχοντας στους Σοβιετικούς τον πολύτιμο χρόνο που χρειάζονταν για να αποφύγουν την κατάληψη της Μόσχας και να συντρίψουν τελικά το τέρας.

Το δημοψήφισμα απέδειξε ότι τα βαθύτερα χαρακτηριστικά της ελληνικής ταυτότητας δεν πέθαναν, όπως πολλοί είχαν νομίσει, αλλά παρέμεναν ζωντανά και ενεργοποιήθηκαν όταν οι Έλληνες τα χρειάστηκαν.

Η κυβέρνηση δεν ήταν διατεθειμένη να δώσει τη μάχη


Δυστυχώς, αυτό δεν είναι το μόνο σχεδόν μόνιμο χαρακτηριστικό της ελληνικής ιστορίας. Ένα άλλο είναι οι επανειλημμένες προδοσίες των Ελλήνων από τους ηγέτες τους – η δυσκολία αυτού του έθνους να συγκροτήσει μια ηγεσία αντίστοιχη προς τον ηρωϊσμό που επιδεικνύει σε κρίσιμες στιγμές. Τη συνοψίζει ο Έλληνας εθνικός ποιητής, ο Διονύσιος Σολωμός, που έγραψε τον Ύμνο προς την Ελευθερία, το ποίημα που διηγείται την Επανάσταση του 1821 και που έγινε ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας, με την ιστορική φράση του στην Προς Επτανησίους επιστολή του: Λαέ μου πολυαγαπημένε, πάντα ευκολόπιστε και πάντα προδομένε. Ή μήπως είναι αυτή η μοίρα των «ιδεαλιστών», των «ουτοπιστών», όσων αγαπούν την ελευθερία;

Την Παρασκευή, 3 Ιουλίου, εκατοντάδες χιλιάδες Αθηναίοι, ίσως και περισσότεροι, συνέκλιναν στην Πλατεία Συντάγματος για να βροντοφωνάξουν το «όχι» στην Αυτοκρατορία του Χρήματος που κυβερνούσε και κατέστρεφε τη χώρα τους, σε μια από τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις στην ελληνική Ιστορία.

Το βράδυ της Κυριακής, 5ης Ιουλίου, η ετυμηγορία ήταν εκεί, αναμφισβήτητη, να τη δούνε όλοι. Η κυβέρνηση, χωρίς να το υποπτεύεται, χωρίς να το θέλει ή να το ‘χει προετοιμάσει, ξύπνησε τους θεούς της Ιστορίας. Το φως του Απόλλωνα έλουσε για μια στιγμή και πάλι αυτή τη χώρα, καταυγάζοντας και το μεγαλείο των απλών ανθρώπων που φτιάχνουν πάντα την Ιστορία και τη μικρότητα των υποτιθέμενων ηγετών της.

Δεν υπήρχε κανείς στην κυβέρνηση να πάρει το μήνυμα. Δεν υπήρχε κανείς διατεθειμένος ή προετοιμασμένος να δώσει τη μάχη στην οποία οι ίδιοι είχαν καλέσει τους Έλληνες. Τρομοκρατημένοι από τις συνέπειες των ίδιων των αποφάσεων και πράξεων τους, παντελώς απροετοίμαστοι για οτιδήποτε άλλο εκτός από έναν συμβιβασμό που θα επέτρεπε την παραμονή τους στην εξουσία, πιθανότατα ελεγχόμενοι ή/και χειραγωγούμενοι από τους «άρχοντες του κόσμου», άρχισαν να ψάχνουν τρόπο να «συνθηκολογήσουν με αξιοπρέπεια», αμέσως μόλις έκλεισαν οι κάλπες.

Κατά τη διάρκεια της νύχτας, ο Τσίπρας απέλυσε τον Βαρουφάκη, που θα ‘χε μεγάλες δυσκολίες να υπογράψει τη συνθηκολόγηση. Δευτέρα πρωί κάλεσε τους ηγέτες όλων των κομμάτων σε μια σύσκεψη υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Αυτοί οι ηγέτες, έτσι κι αλλιώς ασήμαντα πρόσωπα, πολύ περισσότερο την επαύριο της μαζικής αποδοκιμασίας από τους ψηφοφόρους, έφαγαν πολλές ώρες για να συντάξουν ένα ανακοινωθέν που «επανερμήνευε» το αποτέλεσμα και ισχυριζόταν ότι οι Έλληνες ψήφισαν όπως ψήφισαν για να αποφύγουν την ρήξη με τους πιστωτές και να μη φύγουν από την «Ευρώπη». Υποστήριζε δηλαδή ότι οι Έλληνες ψήφισαν «όχι» εννοώντας «ναι»! Χρειάστηκαν μερικές μέρες ακόμα, ως τις 13 Ιουλίου, για να προσυπογράψει ο Τσίπρας τη συνθηκολόγηση και, μαζί, τον ηθικό του τουλάχιστον θάνατο.

Η ξαφνική στροφή 180 μοιρών της κυβέρνησης κατάφερε συντριπτικό πλήγμα στο ηθικό και την ψυχολογία του πληθυσμού, πολύ χειρότερο από αυτό που επιφέρει μια στρατιωτική ήττα. Είναι σχετικά «κανονικό» να ηττάσαι από έναν υπέρτερο εχθρό. Είναι πολύ διαφορετικό να σε καλεί ο Ηγέτης σου στη μάχη, για να αρχίσει, μερικές μέρες αργότερα, να εξηγεί τα οφέλη της παράδοσης. Ο κόσμος φεύγει κάτω από τα πόδια σου, δεν ξέρεις ποιον και τι να πιστέψεις. Οι άνθρωποι «λάλησαν», δεν μπορούσαν να κάνουν ή να πουν τίποτα, καταστράφηκαν στην ψυχή και στο πνεύμα τους. Αρκετοί αρρώστησαν και σωματικά.

Ακόμα και σήμερα, ένα χρόνο μετά, οι Έλληνες δεν έχουν συνέλθει. Η πληγή είναι ακόμα πολύ ζεστή για να την αγγίξεις, αυτό που έγινε και το νόημά του πολύ βαθύ και απελπιστικό για να το σκεφτείς, να το νοιώσεις, να το χωνέψεις, ακόμα και να το πιστέψεις.

Παραδόξως, είναι ακριβώς το τρομερό του πραγματικού εφιάλτη των Ελλήνων και της Ελλάδας που κάνει τους ανθρώπους να μη θέλουν να σηκώσουν το κεφάλι και να δουν ή να νοιώσουν την πραγματικότητα, προτιμούν να μη σκέφτονται και να μην πιστεύουν τη σημασία όσων συνέβησαν, συμβαίνουν έκτοτε και έχουν προγραμματιστεί να συμβούν. Αυτόν τον παράγοντα ακριβώς χρησιμοποίησαν και χρησιμοποιούν ακόμα για να επιβιώσουν οι επικοινωνιακοί «στρατηγοί» του ΣΥΡΙΖΑ ή μάλλον αυτοί που τους καθοδηγούν.

Οι συνέπειες της συνθηκολόγησης


Τώρα, στο αρχικό σοκ του 2015, έρχεται σιγά-σιγά να προστεθεί αναπόφευκτα η συνειδητοποίηση του τι σημαίνει η συνθηκολόγηση του 2015, μια συνθηκολόγηση που δεν έπεσε από τον ουρανό, αλλά ετοιμάστηκε, δια πράξεων, παραλείψεων και εξαρτήσεων της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, επί τρία ολόκληρα χρόνια. Οι Έλληνες, άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο, βλέπουν την ατομική τους ζωή να καταστρέφεται, αργά αλλά σταθερά, καθώς η χώρα τους μετατρέπεται σε χρηματοπιστωτικό Νταχάου.

Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις τα συναισθήματα που κυριαρχούν τώρα στους Έλληνες είναι :

  • Θυμός, 57,3%
  • Ντροπή, 53,8%
  • Φόβος, 40,9%
  • Ελπίδα, 15%
  • Περηφάνια, 3,5%
  • Σιγουριά, 3,1%

Ήταν αυτό ένα σχεδιασμένο αποτέλεσμα ή προέκυψε από έναν παράξενο συνδυασμό διαφόρων παραγόντων; Δεν μπορούμε να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα με βεβαιότητα. Αντίθετα, είναι βέβαιο ότι ούτε η ελληνική, ούτε η ευρωπαϊκή Ιστορία σταμάτησαν στις 13 Ιουλίου 2015 (το απέδειξε άλλωστε το βρετανικό δημοψήφισμα, το αποτέλεσμα του οποίου δεν είναι καθόλου άσχετο με όσα συνέβησαν στην Ελλάδα). Η Ιστορία θα συνεχιστεί, παίρνοντας ίσως πιο βίαιες και επικίνδυνες μορφές, εμπλέκοντας πιθανώς και τον γεωπολιτικό παράγοντα, που μπήκε άλλωστε για τα καλά στην ευρωπαϊκή εξίσωση με την προσφυγική κρίση και τις τρομοκρατικές επιθέσεις κατά το μοιραίο 2015.

To άρθρο αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε, με ελάχιστες παραλλαγές, στα αγγλικά, στην ιστοσελίδαwww.defenddemocracy.press στις 5.7.16

anemosantistasis

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου