Πέμπτη 18 Αυγούστου 2016

Στο Δρόμο του Βιώματος




Καμιά φορά, λόγο της ωριμότητας που παίρνει μόνο η σκέψη μας, αισθανόμαστε πολύ έτοιμοι, πολύ φτασμένοι, πολύ έμπειροι. Α, τι έκανες με τη ζωή σου? Πέρα απ’ τη μεγάλη σου πρόθεση, την ανεκπλήρωτη και τη δόξα της φαντασίας? Θα ‘θελα να ήξερα τί βίωσες, τί ένιωσες και πόσο βαθιά γέλασες. Αν καθώς γελούσες δεν ένιωθες ταυτόχρονα 
κάτι να σου κρατά το γέλιο, και δεν ένιωθες ακόμα πιο ταυτόχρονα, 
να σπάει μέσα σου ένας κρίκος. 
  
 Θα ‘θελα να ‘ξερα αν πέρασε ποτέ η απόλυτη ικανοποίηση μες στο αίμα σου,
αν αναπαύτηκες ποτέ μέσα σε μια στιγμή ανιδιοτελή κι ανέμελη, τέλεια χορτασμένη.
Επίσης, θα ‘θελα να ‘ξερα, αν δεν σε σήκωσε απ’ αυτή τη στιγμή βίαια η επόμενη,
η δεύτερή σου σκέψη να την ακολουθήσεις, σαν να σου επιβάλλονταν
και να σου υπέτασσε μια δεύτερη αφορμή για βασανισμό. 
  
 Ίσως, να μην γνωρίζουμε την απόλαυση και τι σημαίνει να παραμένεις    
σε μι’ αγκαλιά ορθάνοιχτη φυλακισμένος χωρίς να έχει παρακάτω ένα κάπου.
Ίσως ακόμα να μετακινείσαι χοροπηδώντας από σκέψη σε σκέψη σαν ακρίδα, παίζοντας κουτσό με τα σύννεφα.
Διαρκώς νομίζοντας πως κι αυτό ν’ ακούεται σαν μουσική
νομίζοντας πως, νομίζοντας πως και ν’ απομακρύνεσαι για την βεβαιότητα
απ’ την ίδια σου την καθολική στιγμή. Νομίζοντας πως, σαν ένας άνεμος
που σε παρασέρνει γι’ αλλού. Και γι' αλλού κι έτσι πηγαίνεις.
  
 Μα τι βίωσες, τι άγγιξες, και πόσο αληθινό υπήρξε το σώμα του συντρόφου σου?
Θα ‘θελα να ‘ξερα κατά πόσο αμφισβήτησες τη μυρουδιά του και τον ίδιο·
αν ανταμώσατε ποτέ όχι στο κρεβάτι αλλά στην πρόθεση·
αν ανταμώσατε ποτέ όχι στα λόγια σας μα στη σιωπή σας.
Κατά πόσο το κατάματα κοίταγμα δεν υπήρξε μια αποφυγή του βλέμματος
στο βάθος της ύπαρξής σας κι ένας αγώνας, μια πάλη εξουσιαστική
 ανάμεσα σ’ αυτά που δεν είστε.

Και κατά πόσο κάθε φορά που χορεύατε έναν κοινό χορό, δεν χορεύατε δίπλα
έναν δεύτερο χορό για τον εαυτό σας· αν δεν πατήσατε εσείς τα πόδια του συντρόφου σας κι εσείς δεν πονέσατε μαζί, τότε ίσως και να μην αντιλαμβάνεστε ακόμα την έννοια του φάλτσου. Αν δεν πονέσατε για κάτι δικό του ίσως και να μην το ζήσατε.
Θα ‘θελα να ‘ξερα αν σε κέρδισε τόσο έν’ άρωμα που δεν σου άφησε
περιθώριο να σκεφτείς. Μιλώ για τον βαθμό που παραδόθηκες,
γιατί, το ξέρεις, πως δεν υπάρχει άλλος τρόπος να είσαι εσύ.

 Θα 'θελα να 'ξερα πόσο προσπάθησες να φτιάξεις αληθινό ένα δέντρο
γιατί σκέφτηκες πως δεν του αρέσει να ζει στ' όνειρό σου 
αν το είδε η ψυχή σου να κλαίει. 
Μα μην πεις πως ξύπνησες 
αν δεν στ' ομολογήσει 
ένα δέντρο πως είναι αληθινό. 
 
 Θα ‘θελα να 'ξερα πόσο πάλεψες με τον κίνδυνό σου, τον πραγματικό
και τον φανταστικό, αν ποτέ τους ξεχώρισες, αλλά και το βαθμό
που στον κάθε έναν υποτάχτηκες. Κι ενώ, μιλούμε για ζωή
μιλούμε πάντα για τα μελλούμενα.

 Θα ‘θελα να 'ξερα αν είσαι κι εσύ μια πυθία που πέφτει σ’ έκσταση
και κάθε πόσο. Θα ‘θελα να ‘ξερα το βαθμό που ζεις τις προβλέψεις σου
και να ‘βλεπα τη σχισμή των βράχων απ’ την οποία ανασαίνεις το θυμίαμα
που σ’ εκστασιάζει. Και θα ΄θελα να ‘ξερα, με τον τρόπο αυτό, κάθε πότε
απογοητεύεσαι κι αποτυγχάνεις·  αν μπορούσες να το πεις πως συμβαίνει
και δεν είναι πια άρτιο στον κύκλο του.

Και θα ‘θελα να ‘ξερα πόσο έχεις μουσκέψει το μαξιλάρι με φόβο
το ύψος που έχει το ταβάνι του σπιτιού σου
κάθε πότε υποχωρεί το πάτωμα
κι όταν πέφτει τι βλέπεις·
Πόσο παίρνεις μέσα στο σπίτι το μπαλκόνι
αν σηκώνουν και τη δικιά σου σκεπή τα χελιδόνια
και πως σου ορμάει η άνοιξη στα μάτια.

Κάθε φορά που μιλούμε για ζωή παίρνει κι ένα θα η πρόταση.
Κι αυτό που βίωσες ήταν για να βιώσεις. 


triala

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου