Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2017

Και κάπου εκεί, ανάμεσα στο όνειρο και το παρελθόν, συνάντησε τον αληθινό εαυτό του




Δεν ήταν άθλιος, δεν ήταν υπέρλαμπρος, ήταν όμως αυτός.
Πάντα κάπου ανάμεσα, στο θέλω του δεν θέλω του
στο πρέπει του δεν πρέπει του
πάντα ανάμεσα στο ένα με το άλλο
στην αισιοδοξία και την απαισιοδοξία
σε μια χαμηλή πτήση
εκεί όπου δεν ελλοχεύει η παραμικρή υπέρβαση
σε βάθος και σε ύψος·
σε μια παράλληλη κορυφογραμμή
εκεί όπου ελαχιστοποιούνται οι διακυμάνσεις
και το ένα είναι το άλλο διαρκώς

Κάπου εκεί, όπου δεν υπάρχει καμία θλίψη
παρά μόνο προορισμός
όπου ένας μοναδικός σκοπός παρουσιάζεται
κάπου εκεί όπου τελειώνουν κι αρχίζουν τα πράγματα διαρκώς
και δεν υπάρχει βάρος·
σε μια αιώρηση.

Χάθηκαν κι απ’ τις δύο άκρες πράγματα
και απ’ τα παλιά και απ’ τα ποθούμενα
και απ’ το μέλλον και απ’ το παρελθόν επέστρεψε στο παρόν
κι ό,τι έμεινε ήταν η πραγματικότητα
κι ό,τι έμεινε μες στην πραγματικότητα αυτός·
χωρίς μειονεξία χωρίς υπερβολή
χωρίς αλαζονεία χωρίς καταφρόνια
χωρίς υπερηφάνεια αλλά και χωρίς ταπεινότητα
ακόμα και χωρίς απελπισία αλλά και χωρίς ελπίδα
ή και με τα δύο στην ίδια ακριβώς ποσότητα.
Πάντα στο ανάμεσα - στο ενδιάμεσο όλων αυτών
ένα κράμα όσων πέρασαν με ελάχιστο όνειρο
ένας αυτός χωρίς υποθέσεις·
ωστόσο όχι κάτι σκληρό.
Βρέθηκε σ’ ένα περιβάλλον ικανό να ζει
άγευστο, που του χάριζε τη γεύση του
άχρωμο που του χάριζε το χρώμα του
ουδέτερο σαν συμμαχία, που έπαιρνε απ’ την πνοή του
το ένα ή το άλλο μέρος του.

Αυτή λοιπόν ήταν η αλήθεια: ένα σημείο συνάντησης
όχι κάποιο δέος αλλά μια κρυψώνα δέους
όχι μια εκκωφαντική χαρά αλλά μια υποδόρια
μια σκληρή παραδοχή που έβγαζε στη δημιουργία·
το μέλλον του γύρισε πίσω, το παρελθόν του ήρθε μπροστά
στο σημείο όπου συναντήθηκαν οι χρόνοι του
ζούσε αυτός και η πραγματικότητα·
η αλήθεια και το τώρα

Όχι, δεν ήταν άσχημα, όμως περίμεναν όλα απ’ τον ίδιο
χωρίς να μπορεί να ξεφεύγει, χωρίς να μπορεί να κοροϊδέψει το παραμικρό
με μια ικανότητα να δέχεται και να αποδέχεται
χωρίς πλάνη αλλά με μεγάλη φαντασία στην διάθεσή του·
εκεί στο ανάμεσό του όσων ζούσε
σ' ένα σημείο νεκρό - ωστόσο πλημμυρισμένο φρέσκια  ζωή
στο σημείο όπου χαμήλωνε η φωτιά κι αναδύονταν η λάμψη

Στη μέση οδό - τη λεγομένη οδό μιας σωτηρίας
όπου δεν τον απασχολούσε ούτε η σωτηρία
παρά μόνο η καθημερινή διάρκεια

Αληθινή ζωή ψεύτικη ζωή
δύο έννοιες ταυτόσημες
να περνά η μέρα να μην περνά η μέρα
να μεγαλώνει να μικραίνει
σώμα και πνεύμα
να τα φέρνει κοντά
σ' ένα φίλιωμα
να δίνει στα αντίθετα στοιχεία του
την ελαχίστη απόσταση
τη λύπη τη χαρά
το κλάμα και το γέλιο
να πλησιάζουν όλα κοντά σαν ένα

Το εσωτερικό ζητούμενο: μια συνάντηση όλων όσων είσαι
σ' έναν χώρο μυστικό
με πρώτη ύλη το μυστήριο
και τη δημιουργία·
το τέλος μια σύγκρουσης κι η σιωπή·
ένας ανοιχτός κόσμος, ο κόσμος σου

Πάντα στο ανάμεσο ζούσε, πάντα στο ανάμεσό σου ζεις
μα φτάνει κάποια στιγμή που εξασθενούν και δεν σε χτυπούν οι συμπληγάδες σου
δεν σε χαστουκίζουν τα βράχια σου
κι ανεμπόδιστος σαν νερό περνάς και συνεχίζεις
κάτω απ’ τα ψηλά σου κύματα
σαν ένας διαβάτης στην ομίχλη
καμιά φορά σφυρίζοντας και σιγοτραγουδώντας
σαν παιδί

Απ’ το ανάμεσό σου διαφεύγεις
σαν λίγος άνεμος απ’ τη χούφτα σου·
αυτό είναι όλο, το ελάχιστο το περισσότερο

… Και σου μένει τουλάχιστον ένα
απολύτως ξεκάθαρο
και τώρα τι?

Να το γεμίσεις με τη ζωή σου. 

Η Μέση Οδός.
Από δω, χωρίς να ρωτούμε,
καλά πηγαίνουμε.


 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου