Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2016

Eίναι δύσκολο οι πληγές των ηττημένων να θεραπευτούν χάρη στην καλοσύνη των νικητών.


Η ουτοπία του κεφαλαίου 
 
Το ιδιωτικό κεφάλαιο δοκιμάζει ένα πείραμα μεταρρύθμισης της κοινωνικής πρόνοιας, του κοινωνικού Κράτους: ένα ελάχιστο εγγυημένο μισθό (δίχως τίποτα σε αντάλλαγμα) για εκείνους που δεν έχουν δουλειά. Το Όκλαντ δείχνει τον δρόμο. Και ο πρώην πιο δυναμικός συνδικαλιστής ηγέτης της Αμερικής εγκρίνει.

Το πρώτο πείραμα αρχίζει αυτή την εβδομάδα στο Όκλαντ, την πόλη με τα πιο σοβαρά κοινωνικά προβλήματα, μεταξύ εκείνων 

της Bay Area του Σαν Φρανσίσκο. Εκατό οικογένειες (αλλά στην συνέχεια θα πρέπει να φτάσουμε σε χίλιες) διαφορετικών κοινωνικών συνθηκών, θα λάβουν μια επιταγή που θα κυμαίνεται μεταξύ χιλίων και δύο χιλιάδων δολαρίων το μήνα χωρίς όρους. Στη συνέχεια θα περάσουν προς μεγαλύτερα τεστ σε εθνικό επίπεδο για να μελετήσουν πώς η παροχή ενός ελάχιστου εισοδήματος, που δεν σχετίζεται με την απόδοση στην εργασία ή με μια σύνταξη, επηρεάζει την ατομική συμπεριφορά. Το πείραμα είναι αξιόλογο, αλλά ακόμη πιο ενδιαφέρουσα είναι η ταυτότητα των ατόμων που πήραν την πρωτοβουλία: όχι ένας οργανισμός της ομοσπονδιακής κυβέρνησης ούτε
ένας δημόσιος φορέας της Καλιφόρνια, αλλά η Y Combinator, ο πιο σημαντικός «επιταχυντής» των start up, νεοσύστατων επιχειρήσεων στη Silicon Valley (ένας επιταχυντής είναι ένα είδος υπερσυμπιεστή επιχειρηματικού κεφαλαίου, venture capital). Ένα έργο-σχεδιασμός κοινωνικής πρόνοιας που χρηματοδοτείται(για την ώρα) με ιδιωτικά κεφάλαια. Γιατί; Η πιο εντυπωσιακή-ενδεικτική απάντηση βρίσκεται στη βιογραφία του Sam Altman, του ιδρυτή της Y Combinator.

Μεγάλος fan, οπαδός του Star Trek, ο Σαμ, 31 χρόνων, μεγάλωσε μέσα στα ρομπότ, στις διαδικασίες αυτοματισμού. Έτσι, η ιδέα της αναδιοργάνωσης μιας εταιρείας στην οποία μεγάλο μέρος του έργου θα είναι ολοένα περισσότερο αυτοματοποιημένο, έχει γίνει έμμονη ιδέα γι ‘αυτόν. Ενώ μεγάλωνε με τον δικό του υπερσυμπιεστή start up όπως Airbnb και Reddit, ο Altman άρχισε να μελετά την εφικτότητα ενός σχεδίου καθολικής universal basic income (Ubi): ;ένας ελάχιστος εγγυημένος μισθός για όλους τους πολίτες. Στην Αμερική, μια Χώρα όπου τα τελευταία χρόνια 22 Κράτη ψήφισαν κατά της επέκτασης των επιδοτήσεων για την υγειονομική περίθαλψη στους φτωχούς πολίτες, να εισαχθεί μια ιδέα αυτού του είδους είναι πολιτικά πολύ δύσκολο. Έτσι, με φυγάδες κυβέρνηση και κόμματα, ο Altman έβαλε στο μυαλό του την ιδέα να προσπαθήσει να αντιμετωπίσει σε πρώτο πρόσωπο, εκτός από τον τρόπο εργασίας των εταιρειών τεχνολογίας, και τα κοινωνικά μέτρα προστασίας για τον κόσμο της εργασίας.

Φιλόδοξο με την πρώτη ματιά, το σχέδιο, το οποίο συζητήθηκε αυτή την εβδομάδα στο Σαν Φρανσίσκο και στην Ουάσιγκτον, δεν ήρθε από το πουθενά. Και την αιτία μας την εξηγεί στο «The Reading» κατά τη διάρκεια του συνεδρίου Next: Economy, μια ανύποπτη προσωπικότητα, υπεράνω υποψίας: ο Andy Stern, ο οποίος υπήρξε ο πιο δυναμικός συνδικαλιστής της Αμερικής, κεφαλή στο SEIU, Service Employees International Union, την ένωση-union των υπηρεσιών, στην αρχή κινητήρα και στη συνέχεια, μετά από μια ρήξη, αγκάθι στα πλευρά της μεγάλης ομοσπονδίας AFL-CIO.

«Έκανα τον συνδικαλιστή εδώ και 38 χρόνια – λέει ο Stern -. Δοκίμασα τα πάντα, συμπεριλαμβανομένης της υποστήριξης στους πολιτικούς, προοδευτικούς και μη, οι οποίοι υπόσχονταν να βοηθήσουν τους εργαζόμενους: το 2008, το SEIU υπήρξε ο μεγαλύτερος χρηματοδότης της προεκλογικής εκστρατείας του Ομπάμα. Αλλά για χρόνια σηκωνόμουν το πρωί, ελπίζοντας να βελτιωθεί η κατάσταση των εργαζομένων και πήγαινα για ύπνο το βράδυ συνειδητοποιημένος πως, ωστόσο, η κατάστασή τους είχε επιδεινωθεί. Δυστυχώς, η τεχνολογία και η παγκοσμιοποίηση δημιούργησαν ένα τσουνάμι στο χώρο της εργασίας. Όταν ξεκίνησα, οι Ενώσεις-Union αντιπροσώπευαν έναν εργαζόμενο στους τρεις στον ιδιωτικό τομέα. Όταν έφυγα πριν από λίγο χρόνο,η αναλογία ήταν ένας σε κάθε 16. Πρέπει να αναζητήσουμε άλλα εργαλεία και η Ubi είναι το περισσότερο υποσχόμενο », προσθέτει ο Stern, ο οποίος σχετικά με τη δημιουργία ενός καθολικού βασικού εισοδήματος έχει επίσης γράψει ένα βιβλίο, Raising the Floor .

Δεν είναι μια εύκολη υπόθεση: «Το εργαλείο κοστίζει, η πολιτική, αλλά ως μέρος μιας συνολικής αναδιάρθρωσης των κοινωνικών παροχών, από εκείνη για την κατοικία μέχρι τα κουπόνια τροφίμων, food stamps, (τα κουπόνια φαγητού), η Ubi θα μπορούσε να εισέλθει ξανά στις οικονομικές συμβατότητες και επίσης να βρει συναίνεση ακόμη και στην δεξιά. Οι ελευθεριακοί συντηρητικοί του Cato Institute, για παράδειγμα, είναι ανοιχτοί στην ιδέα ενός ελάχιστου εισοδήματος. »

Ο Stern, ο οποίος διδάσκει σήμερα στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και συμμετέχει σε διάφορα σχέδια στον τομέα της κοινωνικής προστασίας, γνωρίζει ότι οι καιροί δεν είναι ώριμοι : «Η κατάσταση στην αγορά εργασίας είναι δύσκολη, αλλά δεν είναι τόσο δραματική ώστε να απαιτείται επέμβαση τόσο τολμηρή. Και όμως το φαινόμενο Trump, που τροφοδοτείται από τον ερεθισμό των φτωχών εργαζομένων, τον θυμό τους, είναι ένα σαφές προειδοποιητικό σήμα. Τι θα συμβεί όταν, όπως πολλοί αναμένουν, το ήμισυ των υφιστάμενων θέσεων εργασίας θα είναι αυτοματοποιημένη; Τι θα κάνουμε αν οι δρόμοι της Αμερικής γεμίσουν με φορτηγά που οδηγούνται από μόνα τους, αφήνοντας δίχως δουλειά τριάμισι εκατομμύρια  φορτηγατζήδων; Είναι καλό να προετοιμαστούμε. Το Πεντάγωνο το κάνει, στον τομέα του, προετοιμαζόμενο για τους πιθανούς πολέμους του μέλλοντος. Η πολιτική δεν κάνει άλλο τόσο, δεν κάνει το ίδιο πράγμα σχετικά με τα κοινωνικά σενάρια που αναδύονται. Και τότε λοιπόν είναι καλό να έρθει η προσπάθεια της Y Combinator. »

Πράγματι, η πρωτοβουλία σε αυτόν τον τομέα ενός δείγματος του κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου, del venture capital, είναι μια ανωμαλία που πιάνει απ’ την μύτη τις οργανώσεις της κοινωνικής αριστεράς όπως την Causa Justa, που υποστηρίζουν την καθιέρωση ενός ελάχιστου εισοδήματος, αλλά όχι μέσα σε ένα σχέδιο επεξεργασμένο από έναν πρωταθλητή του ιδιωτικού καπιταλισμού. «Εμείς, όμως, περιοριζόμαστε στην μελέτη των κοινωνικών δυναμικών που θα δημιουργούνταν, δίνοντας μια άνευ όρων επιδότηση χρήματος σε μιαν ολόκληρη κοινότητα», εξηγεί η Elizabeth Rhodes, μια ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο του Michigan η οποία έχει εργαστεί σε προγράμματα βοήθειας σε φτωχές Χώρες στην ανατολική Αφρική και η οποία προσελήφθη από την Υ Combinator ακριβώς για να διαχειριστεί αυτή την πρωτοβουλία. «Θέλουμε να κατανοήσουμε πώς μια επιδότηση-βοήθεια σε χρήμα αλλάζει τη ζωή , ποια προβλήματα επιλύει, πώς αλλάζει την προδιάθεση στην εργασία και στην εκπαίδευση, την διαχείριση του ελεύθερου χρόνου στα διάφορα κοινωνικά στρώματα». Εν ολίγοις, η Rhodes υπόσχεται να παρέχει δεδομένα χωρίς να επιδιώκει να επιβάλει πολιτικές λύσεις.

Φυσικά, το να κινείται η Silicon Valley είναι περίεργο, αλλά το σχέδιο δεν έχει τίποτα το εξωφρενικό: πειράματα αυτού του τύπου βρίσκονται σε εξέλιξη ή έχουν αρχίσει στη Βόρεια Ευρώπη και τον Καναδά: προσπαθούν τέσσερις ολλανδικές μεσαίου μεγέθους πόλεις, όπως η Ουτρέχτη και το Γκρόνινγκεν ενώ, επίσης, η Φινλανδία και η καναδική επαρχία του Οντάριο αναπτύσσουν φόρμουλες αυτού του τύπου. Αλλά για τώρα αυτό συμβαίνει στο σκοτάδι, επειδή τα πειράματα που έγιναν στο παρελθόν σε αυτόν τον τομέα δεν έχουν αφήσει σημαντικά ίχνη. Οι αντίπαλοι της Ubi υποστηρίζουν ότι, εκτός από το δυσβάσταχτο κόστος, η επιδότηση καθιστά τεμπέληδες, είναι ένα αντικίνητρο για την εργασία. Αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις, όπου πειραματίστηκαν με αυτό, το ελάχιστο εισόδημα, θεωρείται ότι μείωσαν την προσπάθεια εργασίας μόνο δύο ομάδες: οι έφηβοι και οι μητέρες με εξαρτώμενα παιδιά. Πρόκειται όμως για περιορισμένες εμπειρίες που έγιναν πριν από αρκετές δεκαετίες: σημάδια μικρής σημασίας.

Την περασμένη εβδομάδα στο συνέδριο τεχνολογίας που φιλοξενείται στο Λευκό Οίκο και, στη συνέχεια, σε μια συνέντευξη στο περιοδικό του Μ.Ι.Τ., ο ίδιος ο Μπαράκ Ομπάμα αναγνώρισε ότι το καθολική βασικό εισόδημα, universal basic income, θα πρέπει να μελετηθεί προσεκτικά, διότι κατά πάσα πιθανότητα στο μέλλον, ίσως σε δέκα ή είκοσι χρόνια , θα καταστεί αναγκαίο να χρησιμοποιηθεί, αν δεν βρεθεί ένας τρόπος για τη δημιουργία εναλλακτικής απασχόλησης για όσους απομακρύνονται από την αυτοματοποίηση. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ εξακολουθεί να ελπίζει ότι, όπως πάντα συνέβαινε και στο παρελθόν, ο εκσυγχρονισμός της οικονομίας θα δώσει την ευκαιρία να γεννηθούν νέα προϊόντα και νέες υπηρεσίες ικανές να δημιουργήσουν πολλές νέες θέσεις εργασίας και να πληρώνονται καλά, αλλά παραδέχεται ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με αυτό το σενάριο. Στα οκτώ χρόνια της ζωής του στο Λευκό Οίκο, ωστόσο, ο Ομπάμα σίγουρα δεν κινήθηκε προς αυτή την κατεύθυνση. Κατανοητό, αφού υπέστη
σχεδόν πάντα την πολιορκία ενός εχθρικού Κογκρέσο των πολιτικών του και, πάνω απ ‘όλα, σε αντίθεση με οποιαδήποτε περαιτέρω επέκταση του ρόλου του Κράτους στην οικονομία και σε κάθε ενδεχόμενη αύξηση των δημοσίων δαπανών.

Αλλά δεν ήταν πάντα έτσι. Υποστηριζόμενη πριν από μισό αιώνα στην Ευρώπη, ειδικά από τους Γάλλους σοσιαλιστές (μορφές κατώτατου μισθού θα εισαχθούν από την κυβέρνηση στο Παρίσι το 1988) και από τον άγγλο φιλόσοφο Μπέρτραντ Ράσελ, στα τέλη της δεκαετίας του Εξήντα η ιδέα ενός ελάχιστου εισοδήματος για όλους εξαπλώθηκε και στην Αμερική και όχι μόνο από την αριστερά: μπήκε στη μάχη για τα πολιτικά δικαιώματα του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, αλλά έντονα υποστηρίχτηκε επίσης και από τον διάσημο συντηρητικό οικονομολόγο Μίλτον Φρίντμαν που την πρότεινε με την φόρμουλα του αρνητικού φόρου εισοδήματος. Ο Friedman υποστήριζε ότι ένα απλό και γενικευμένο βοήθημα θα μειώνε την κρατική γραφειοκρατία, θα καθιστούσε πιο αποτελεσματικές τις αγορές και θα διέλυε την παγίδα της φτώχειας (το αντικίνητρο στην εργασία που δημιουργείται όταν οι επιδοτήσεις, τα βοηθήματα δηλαδή παρέχονται μόνο κάτω από μια ορισμένη κατηγορία εισοδήματος). Η οικονομική συζήτηση μετατράπηκε σε πολιτική πρωτοβουλία και ήταν ένας ρεπουμπλικάνος πρόεδρος, ο Ρίτσαρντ Νίξον, που δρομολόγησε, το 1969, ένα νόμο για εγγυημένο ετήσιο εισόδημα. Ποτέ δεν τέθηκε σε ισχύ, διότι το μέτρο, που ψηφίστηκε από τη Βουλή, αργότερα απορρίφθηκε από την Γερουσία. Άλλα δέκα χρόνια και το κλίμα άλλαξε εντελώς με την άφιξη στην εξουσία δύο ορκισμένων εχθρών του κρατισμού και των κρατικών δαπανών στο Λευκό Οίκο και στο νούμερο 10 της Downing Street: Ρόναλντ Ρίγκαν και Μάργκαρετ Θάτσερ.

Μια νοοτροπία που δεν άλλαξε ριζικά, ακόμη και όταν το 1993 επέστρεψε στην προεδρία ένας δημοκράτης, ο Μπιλ Κλίντον: ασχολήθηκε κατά κύριο λόγο με τη διάλυση των παλαιών μηχανισμών πρόνοιας που φρέναραν την αγορά εργασίας, δεν σκέφτηκε να εισαγάγει τέτοια εργαλεία, επίσης γιατί τότε η φτωχοποίηση των μεσαίων τάξεων δεν είχε ακόμη εκδηλωθεί σε όλη τη βαρύτητα της. Θα είναι ενδιαφέρον να δούμε πώς θα συμπεριφερθεί, σε αλλαγμένη κοινωνική κατάσταση, η σύζυγός του Χίλαρι αν σε δύο εβδομάδες θα γίνει πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Και, βέβαια, θα υπάρχει πάντα το εμπόδιο του Κογκρέσου. Η παράλυση μπορεί να συνεχιστεί ακόμη και αν ο Stern υποστηρίζει ότι οι συντηρητικοί θα ενδιαφερθούν να μην στήσουν οδοφράγματα, αν προσφερθεί σε αυτούς ένα καθολικό ελάχιστο εισόδημα που να περιλαμβάνεται σε μια αναδιοργάνωση του συστήματος των επιδοτήσεων-βοηθημάτων: ένα κουβάρι εργαλείων διαστρωματωμένων στο χρόνο, κάποια άλλα απαραίτητα αμφισβητήσιμα, που να απορροφά χίλια δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο.

Εν τω μεταξύ, ενώ θα διερευνάται ο ορίζοντας των νέων τεχνολογιών για να αντιληφθούμε αν, πότε και πού θα εξαφανιστούν και άλλες θέσεις εργασίας και ενώ αναμένονται πολιτικές εξελίξεις σε ομοσπονδιακό επίπεδο, το Oakland ετοιμάζεται για άλλη μια φορά να λειτουργήσει ως πόλη-εργαστήριο. Ακριβώς εδώ πενήντα χρόνια πριν οι Μαύροι Πάνθηρες πειραματίστηκαν με τα δικά τους «προγράμματα επιβίωσης» προσπαθώντας να παρέχουν τροφή, ένδυση, ιατρική περίθαλψη και σχολεία για άτομα χωρίς την παρέμβαση της γραφειοκρατίας των τοπικών κυβερνήσεων . Σήμερα, στην θέση των αφρο-Αμερικανών μαρξιστών-λενινιστών επαναστατών, να προσπαθούν να αλλάξουν τις κοινωνικές σχέσεις έρχονται οι ελευθεριακοί πρωταθλητές του τεχνολογικού καπιταλισμού. Ο δήμαρχος Libby Schaaf τους υποδέχεται με ανοιχτές αγκάλες, αλλά πολλοί οργανισμοί αντιμετωπίζουν την φάση με σκεπτικισμό, αν όχι εχθρικά. «Θα είναι κουρασμένοι για να γίνονται πειραματόζωα,» λέει ο Robert Reich, ένας διάσημος οικονομολόγος της φιλελεύθερης αριστεράς. «Αλλά αν το Υ Combinator διανέμει επιδοτήσεις χωρίς να θέτει κανέναν όρο, δεν βλέπω το πρόβλημα.»
Τα προβλήματα έρχονται όταν πρόκειται για τον καθορισμό των μηχανισμών μεταφοράς πόρων από τις μεγάλες ομάδες της τεχνολογίας που επωφελούνται από την ψηφιακή επανάσταση και οι οποίες συγκεντρώνουν τεράστιο πλούτο (περιουσιακά στοιχεία σε μεγάλο βαθμό αφορολόγητα και αχρησιμοποίητα επειδή μπλοκάρονται στο εξωτερικό) στα ασθενέστερα στρώματα της κοινωνίας . «Μπορούν να χρησιμοποιηθούν καινοτόμα φορολογικά εργαλεία διασταυρώνοντας ανάγκες εργασίας, χρηματοδότηση και προστασία του οικοσυστήματος – προτείνει ο Stern . Για παράδειγμα ο φόρος Tobin επί των χρηματοοικονομικών συναλλαγών, ένας φόρος άνθρακα ή φόρος επί του fracking [εξορύξεις], την άντληση πετρελαίου και φυσικού αερίου που γίνεται χρησιμοποιώντας αυτή την προσοδοφόρα τεχνική, που είναι όμως βλαβερή για το περιβάλλον » . Λέει ο Tim O’Reilly, ο διοργανωτής του Next: Economy: «Όπως λέει ο φίλος μου Bill Janeway, οικονομολόγος και venture capitalist, είναι δύσκολο οι πληγές των ηττημένων να θεραπευτούν χάρη στην καλοσύνη των νικητών. Να σηκώσουν τα μανίκια τους, μόνο εάν υποβληθούν σε μια πολιτική εξαναγκασμού. Αλλά στη σημερινή Αμερική αυτοί οι μηχανισμοί πολιτικού εξαναγκασμού θα μπορούσαν να μην είναι εύχρηστοι και βολικοί ».


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου